Η Citroën γιορτάζει τα 75 χρόνια του 2 CV, του εμβληματικού της μοντέλου με την εξαιρετική καριέρα που κατάφερε να διαθέσει 5.114.969 αυτοκίνητα στην παγκόσμια αγορά μεταξύ των ετών 1949 και 1990. Tο εμπιστεύτηκαν άνθρωποι όλων των ηλικιών και των επαγγελμάτων, λόγω της πολυχρηστικότητας του, έγινε Bond car, πρωταγωνίστησε σε πολλές κινηματογραφικές ταινίες και διένυσε μία ζηλευτή εμπορική πορεία 42 ετών.
Το 2 CV έχει τις ρίζες του στο «TPV» (Toute Petite Voiture ή «πολύ μικρό αυτοκίνητο») του 1936, και είχε σαν στόχο να περάσει στην αγορά τις θεμελιώδης αρχές της μάρκας : δημοφιλές, άνετο, απλό, ανθεκτικό και προσιτό. Το μοναδικό σχήμα του αμαξώματος και η ευελιξία του ήταν τα κλειδιά για μία επιτυχία που διήρκεσε αρκετές δεκαετίες.
Σχεδιασμένο στην καρδιά του Παρισιού, στο γραφείο σχεδιασμού της Citroën στην rue du théâtre και εξελιγμένο στο κέντρο δοκιμών Ferté-Vidame στο Eure-et-Loir, το 2 CV παρουσιάστηκε στο ευρύ κοινό στο Σαλόνι Αυτοκινήτου του Παρισιού στις 7 Οκτωβρίου 1948. Μετά την εκπληκτική πορεία των 5,114,969 αυτοκινήτων εκ των οποίων τα 1,246,335 2CV Vans, στις 27 Ιουλίου 1990 στις 4 το απόγευμα, το τελευταίο 2 CV θα έφευγε από το εργοστάσιο Mangualde στην Πορτογαλία.
Όταν ξεκίνησε η παραγωγή του τον Ιούλιο του 1949, το 2CV ήταν ένα μικρό αυτοκίνητο εξοπλισμένο με έναν αερόψυκτο, επίπεδο δίλιτρο κινητήρα 375 κ.εκ. ισχύος 9 ίππων, ικανό να αναπτύξει τελική ταχύτητα 50 χλμ/ώρα. Με αυτό το μοντέλο, η Citroën έφερε επανάσταση στην αυτοκινητοβιομηχανία προσφέροντας ένα οικονομικό και ευέλικτο όχημα που μπορούσε να μεταφέρει έως και τέσσερα άτομα και 50 κιλά αποσκευών. Ο μοναδικός του σχεδιασμός αγαπήθηκε αμέσως από το κοινό ενώ στοιχεία όπως η πολυχρηστικοτητα του με τα αφαιρούμενα καθίσματα, η ευελιξία του καθώς και η άνεση θα του χαρίσουν μια παγκόσμια αναγνώριση.
Πρέπει να σημειωθεί ότι το 1950, η Citroen δέχθηκε τόσες πολλές παραγγελίες με αποτέλεσμα ο χρόνος παράδοσης του να φθάνει μέχρι και τα 6 χρόνια!!
Το 2 CV είναι ένα διαχρονικό μοντέλο, το οποίο έχει γίνει ένα πραγματικό κοινωνικό φαινόμενο που σήμερα ενώνει συλλέκτες από όλο τον κόσμο και το οποίο συναντάμε συχνά στους δρόμους μας. Το 2 CV είναι επίσης γνωστό σε όλο τον κόσμο όπου του απέδωσαν και διάφορα παρατσούκλια όπως "Deuche", "Deudeuche", "Ugly Duckling" και πολλά άλλα. Συνολικά στην ιστορία του, το 2 CV είχε δέκα διαφορετικές εκδόσεις. Μεταξύ αυτών, μπορούμε να αναφέρουμε το Spot, το Charleston ή το Cocorico.
Ενδεικτικό της αξιοπιστίας του, το 2 CV είχε την ευκαιρία να διασχίσει μερικές από τις πιο δύσκολες διαδρομές του πλανήτη , όπως το 1970 στο Παρίσι-Καμπούλ-Παρίσι 16.500 χιλιομέτρων, το 1971 στο Παρίσι-Περσέπολης 13.500 χιλιομέτρων και το 1973 από το Αμπιτζάν στην Τύνιδα 8.000 χιλιομέτρων.
Η Citroen αντιπροσωπεύεται στην κυπριακή αγορά από την εταιρεία CiC Automasters και οι εκθεσιακοί της χώροι, όπου θα μπορείτε να δείτε και να οδηγήσετε τα καινούργια μοντέλα, αναμένεται να λειτουργήσουν τον Οκτώβριο 2024
Ο μύθος του Mazda RX-7 - Τα ρεκόρ παραγωγής και ταχύτητας
Το Mazda RX-7 παρουσιάστηκε το 1978, και ήταν το πρώτο σπορ μοντέλο μαζικής παραγωγής της ιαπωνικής φίρμας αλλά και το πιο καλοπουλημένο όχημα με περιστροφικό κινητήρα στην ιστορία. Ήταν επίσης και το μοντέλο που εκτόξευσε στα ύψη τη φήμη της εταιρείας μέσα από τις εκπληκτικές επιτυχίες του στο πεδίο των αγώνων αυτοκινήτου.
Η πρώτη γενιά
Η πρώτη γενιά RX-7 (πλατφόρμα “FB”), που ξεκίνησε να πωλείται στην Ιαπωνία το 1978 και την επόμενη χρονιά στην Ευρώπη, προκάλεσε αμέσως αίσθηση. Με βάρος λίγο πάνω από 1.000 κιλά, το αυτοκίνητο διέθετε κινητήρα με ισχύ από 100 έως 135 ίππου (ανάλογα με την αγορά), που του εξασφάλιζε κορυφαίες επιδόσεις. Η τοποθέτηση του μικρού σε διαστάσεις κινητήρα, ακριβώς πίσω από τον εμπρός άξονα, η κίνηση στους πίσω τροχούς και η σχεδόν τέλεια κατανομή βάρους, συνετέλεσαν στο να χαρίσουν στο αυτοκίνητο απαράμιλλη οδική συμπεριφορά.
Ο κινητήρας χωρητικότητας 1,146cm3 με το διπλό ρότορα απέκτησε στη συνέχεια και έκδοση turbo με 160 ίππους για την Ιαπωνική αγορά, ενώ στην αγορά της Β. Αμερικής κυκλοφόρησε μία ελαφρώς μεγαλύτερη έκδοση.
Η δεύτερη γενιά
Η δεύτερη γενιά του RX-7 (“FC”) παρουσιάστηκε το 1985 σε design στυλ Porsche και περιλάμβανε έναν αριθμό βελτιώσεων στον τομέα των επιδόσεων, όπως το Mazda DTSS (Dynamic Tracking Suspension System) και το σύστημα υπερσυμπίεσης. Η λύση της υπερσυμπίεσης, αποδείχθηκε ότι ταίριαζε ιδανικά στον περιστροφικό κινητήρα λόγω των χαρακτηριστικών της ροής της εξαγωγής, και της αρκετά ικανοποιητικής ενίσχυσης της ροπής στις μεσαίες στροφές.
Ο 13Β του 1.3λίτρου ήταν πλέον στάνταρ για όλες τις αγορές, και το RX-7 θα ήταν αρχικά διαθέσιμο στην Ευρώπη με ένα ατμοσφαιρικό κινητήρα 150 και 180 ίππων και στη συνέχεια θα ακολουθούσαν εκδόσεις με twin-scroll turbo και 200ίππους. Το μοντέλο με την κορυφαία ιπποδύναμη έφτανε τα 100χλμ/ώ σε μόλις 6δλ. και είχε τελική 240χλμ./ώ.
Η τρίτη γενιά
Η τρίτη και τελευταία γενιά (“FD”) που παρουσιάστηκε το 1992, ήταν ένα καθαρόαιμο αυτοκίνητο επιδόσεων. Ένας νέος σειριακός υπερσυμπιεστής εκτόξευε την ιπποδύναμη του κινητήρα 13B της Ευρωπαϊκής έκδοσης στους 239 ίππους. Σύμφωνα με τους οπαδούς του, το αυτοκίνητο ήταν το μοντέλο με το καλύτερο κράτημα από όλα τα RX-7.
Ο χρόνος των 5.3δλ. για τα 0-100km/h και τα 250χλμ. της τελικής (με περιοριστή) εξασφάλισαν στο διθέσιο αμάξωμα των 1,300 κιλών μία θέση ανάμεσα στα κορυφαία σπορ αυτοκίνητα της εποχής του, αλλά και μία πρώτη θέση στον αγώνα των 24 ωρών του Le Mans. Δυστυχώς, το 1996, το RX-7 σταμάτησε να πωλείται στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης λόγω μη συμμόρφωσης με τους κανονισμούς εκπομπών ρύπων. Εντούτοις η Mazda συνέχισε να κατασκευάζει μόνο δεξιοτίμονες εκδόσεις, και συνέχισε να αυξάνει την ισχύ του κινητήρα του, φθάνοντας τελικά τους 280ίππους στις εκδόσεις μόνο για την Ιαπωνική αγορά.
Ρεκόρ παραγωγής
Το 2002 είναι η χρονιά που σήμανε το τέλος ενός από τα πιο ξεχωριστά σπορ αυτοκίνητα της ιστορίας. Μεταξύ 1978 και 2002, από τη γραμμή παραγωγής πέρασαν 811,634 μονάδες, αριθμός που αποτελεί μακράν τη μεγαλύτερη παραγωγή από οποιοδήποτε μοντέλο με περιστροφικό κινητήρα.
Σε ολόκληρη την διαδρομή του μοντέλου, κατασκευάστηκαν διάφορες τροποποιημένες εκδόσεις από την κάθε γενιά, που έσπασαν τα ρεκόρ ταχύτητας στην κατηγορία τους : Στη διαδρομή του Bonneville Salt Flats στις ΗΠΑ το 1978 (FB, 296km/h), το 1986 (FC, 383.7km/h) και το 1995 (FD, 389km/h).