Η G-Class είναι ο ακρογωνιαίος λίθος των οχημάτων εκτός δρόμου της Mercedes Benz και αποτελεί μια κλασσική και σκληροτράχηλη Mercedes, η οποία παράγεται από το 1979. Ωστόσο, στις αρχές της δεκαετίας του 90’, η εταιρεία αναγνώρισε επίσης τις δυνατότητες ενός άλλου τμήματος της αγοράς οχημάτων εκτός δρόμου. Αυτή των SUV. Άνετα, σπορ οχήματα για ταξίδια και αναψυχή.

Με την παρουσίαση του concept AAVision, η Mercedes-Benz άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο στην επιτυχημένη στρατηγική της παρουσίασης των προϊόντων της. Αυτό έγινε τον Ιανουάριο του 1996 όταν το πρωτότυπο παρουσιάστηκε στο διεθνές Σαλόνι αυτοκινήτου του Ντιτρόιτ. Πριν από είκοσι πέντε χρόνια, αυτό το αυτοκίνητο αποτελούσε μια ματιά στο μέλλον, καθώς ένα χρόνο αργότερα η M-Class πρώτης γενιάς (W 163) ξεκίνησε να παράγεται. Μια κίνηση που σηματοδότησε την επιτυχημένη είσοδο της μάρκας στην κατηγορία σπορ οχημάτων SUV.
Η ευρωπαϊκή πρεμιέρα του AAVision πραγματοποιήθηκε τον Μάρτιο του 1996 στο Σαλόνι Αυτοκινήτου της Γενεύης. Εκεί ανακοινώθηκε για πρώτη φορά ο κωδικός «M-Class» και αυτό ήταν το όνομα που χρησιμοποιήθηκε όταν το αυτοκίνητο έγινε μέλος της οικογένειας επιβατικών αυτοκινήτων της Mercedes-Benz. Στο Σαλόνι του Ντιτρόιτ της επόμενης χρονιάς αποκαλύφθηκαν τα χαρακτηριστικά του μοντέλου όπως το πλαίσιο, το σύστημα μετάδοσης κίνησης σε όλους τους τροχούς και ο νέος κινητήρας V6 3,2 λίτρων.

Η τεράστια προσπάθεια της γερμανικής μάρκας ολοκληρώθηκε το Μάιο του 1997, όταν Mercedes-Benz M-Class έκανε την παγκόσμια παρουσίαση της στο κοινό. Αυτό το SUV συνδύαζε με τον καλύτερο τρόπο την κορυφαία τεχνολογία των επιβατικών αυτοκινήτων με τα χαρακτηριστικά των οχημάτων cross-country, όπως η κίνηση σε όλους τους τροχούς, η υψηλή απόσταση από το έδαφος και ο πλούσιος εσωτερικός χώρος.
Θα πρέπει να αναφέρουμε ότι το εργοστάσιο στηνTuscaloosa της Αλαμπάμα των ΗΠΑ ήταν το πρώτο εργοστάσιο παραγωγής της Mercedes-Benz εκτός Γερμανίας ενώ το πρώτο μοντέλο που πέρασε τις γραμμές παραγωγής ήταν M-Class ML 320. Η γκάμα του μοντέλου συνέχισε να εξελίσσεται μέχρι το 1997 με την κορυφαία έκδοση ML 55 AMG με απόδοση 347 ίππων. Το εργοστάσιο στην Αλαμπάμα μέχρι σήμερα έχει παραδώσει συνολικά 3.2 εκατομμύρια αυτοκίνητα σε πελάτες της Mercedes-Benz.
Από το φθινόπωρο του 2015, η οικογένεια μοντέλων μετονομάζεται σε GLE, η οποία εκχωρεί σαφώς το επιτυχημένο SUV στο μοντέλο Mercedes-Benz E-Class. Από την κυκλοφορία της M-Class στην αγορά το 1997, περισσότεροι από δύο εκατομμύρια πελάτες έχουν επιλέξει αυτό το όχημα εκτός δρόμου. Αυτό καθιστά το GLE ως το SUV με τις καλύτερες πωλήσεις στην ιστορία της Mercedes-Benz.

Mercedes CLA: Η αποτίμηση της περιβαλλοντικής απόδοσης
Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Ambition 2039, η Mercedes επιδιώκει να προσφέρει έναν στόλο οχημάτων με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα μέχρι το 2039, συνδράμοντας στην προστασία του περιβάλλοντος. Παράλληλα, μέσα στην επόμενη δεκαετία, η εταιρεία στοχεύει στη μείωση των εκπομπών CO2 ανά όχημα στο νέο στόλο έως και κατά 50%, καλύπτοντας όλα τα στάδια της αλυσίδας αξίας και ολόκληρο τον κύκλο ζωής του προϊόντος.
Η Mercedes, βέβαια, δεν αρκείται μόνο σε γενικές δεσμεύσεις περί βιωσιμότητας, καθώς για τη νέα CLA όρισε για πρώτη φορά ποσοτικούς στόχους για τη μείωση των εκπομπών CO₂ στην εφοδιαστική αλυσίδα για υλικά παραγωγής. Όπως αναφέρει η γερμανική μάρκα, η έμφαση δίνεται σε υλικά και εξαρτήματα που παρουσιάζουν υψηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, όπως ο χάλυβας, το αλουμίνιο, ορισμένα πλαστικά και οι κυψέλες μπαταριών. Για τη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος των υλικών της, η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία σύναψε ειδικές συμφωνίες με τους προμηθευτές, με αποτέλεσμα οι εκπομπές CO2 για την παραγωγή της CLA 250+ να μπορούν να μειωθούν κατά περίπου 17% σε σύγκριση με τις συμβατικές μεθόδους παραγωγής.

Ειδικότερα, στη νέα CLA, επιστρατεύονται διάφορες τεχνικές που μειώνουν το αποτύπωμα άνθρακα κατά περίπου 30% ανά κυψέλη μπαταρίας, σε σύγκριση με τη συμβατική παραγωγή. Εκτός από τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές κατά την παραγωγή των κυψελών, ανανεώσιμη ενέργεια χρησιμοποιείται επίσης για την παραγωγή των υλικών καθόδου, ανόδου και περιβλήματος της κυψέλης. Επίσης, περίπου το 40% του αλουμινίου που χρησιμοποιείται στη CLA παράγεται σε εργοστάσια ηλεκτρόλυσης τα οποία χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Επιπλέον, κατά την ανάπτυξη του μοντέλου δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στη χρήση όσο το δυνατόν περισσότερων δευτερογενών υλικών. Στην CLA 250+, το βάρος των δευτερογενών υλικών που χρησιμοποιούνται στα θερμοπλαστικά αυξήθηκε στα 42 κιλά, ενώ περίπου το 50% αυτών προέρχεται από καταναλωτικά απόβλητα (post-consumer sources).
Στον κύκλο ζωής ενός ηλεκτρικού οχήματος, καθοριστικό ρόλο στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα διαδραματίζει και η φόρτιση με ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Επομένως, μέσω της πλατφόρμας MB.Charge Public, η Mercedes προσφέρει στους πελάτες της τη δυνατότητα να φορτίζουν τα οχήματά τους με «πράσινη» ενέργεια. Αν στο σημείο φόρτισης δεν υπάρχουν αποθέματα «πράσινης» ενέργειας, τότε ενεργοποιείται το σύστημα “Green Charging”, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούνται πιστοποιητικά ανανεώσιμης ενέργειας, που εξασφαλίζουν ότι μια ισοδύναμη ποσότητα πράσινης ενέργειας (από πιστοποιημένες πηγές) διοχετεύεται στο δίκτυο ηλεκτροδότησης.
