Φέτος η Honda γιορτάζει τα 50 χρόνια του Civic. Έχοντας εξελιχθεί ως ένα “αυτοκίνητο για τον κόσμο”, πάνω από 27,5 εκατομμύρια Civic έχουν πωληθεί σε 170 χώρες από το 1972 που το μοντέλο κυκλοφόρησε για πρώτη φορά. Καθώς εισέρχεται στην έκτη δεκαετία του με την έλευση της 11ης γενιάς, το Civic συνεχίζει να θέτει νέα σημεία αναφοράς στην κατηγορία και να υπερβαίνει τις προσδοκίες των πελατών σε όλο τον κόσμο.
Κάθε γενιά έχει εισάγει τη δική της προοδευτική εξέλιξη στη σχεδίαση του πρώτου Civic, προηγμένες τεχνολογίες και νέα επίπεδα απόδοσης, διατηρώντας τον ίδιο στόχο με το αρχικό μοντέλο: ένα ευρύχωρο, απολαυστικό στην οδήγηση και οικονομικό compact αυτοκίνητο.
1972 – 1979: Ένα Civic για όλους τους πολίτες
Το πρώτο Civic δημιουργήθηκε ως ένα παγκόσμιο αυτοκίνητο για όλες τις αγορές, προσφέροντας εξαιρετική πρακτικότητα στην καθημερινή οδήγηση. Ήταν ένα από τα πρώτα αυτοκίνητα της Honda που πουλήθηκαν στην Ευρώπη, με το κοινό να επιδοκιμάζει άμεσα τη συμπαγή σχεδίαση, την εντυπωσιακή κατανάλωση καυσίμου και τη χρηστικότητά του.

Εξοπλισμένο με τον επαναστατικό κινητήρα Compound Vortex Controlled Combustion (CVCC), το Civic έγινε το πρώτο όχημα που συμμορφωνόταν με τον αυστηρότερο κανονισμό εκπομπών ρύπων στον κόσμο, το νόμο του 1970 για τον καθαρό αέρα (Clean Air Act), θέτοντας το πρότυπο για μελλοντικούς στόχους εκπομπών στην παγκόσμια βιομηχανία αυτοκινήτου. Η πρώτη γενιά Civic κατασκευάστηκε για πρώτη φορά στο εργοστάσιο της Suzuka στην Ιαπωνία. Ο όγκος παραγωγής έφτασε το 1 εκατομμύριο τα πρώτα τέσσερα χρόνια.

Στη δεκαετία του ’80: Το Civic ενηλικιώνεται
Το 1979, η δεύτερη γενιά Civic έφτασε μαζί με ένα βελτιωμένο κινητήρα CVCC-II, βασισμένο στην επιτυχία του πρώτου Civic με κινητήρα 1,3 λίτρων που προσέφερε πιο ομαλή απόδοση ισχύος και μικρότερη κατανάλωση. Η γκάμα μοντέλων επεκτάθηκε επίσης με την προσθήκη sedan, hatchback και wagon εκδόσεων στα 1,5 λίτρα. Ένα χειροκίνητο κιβώτιο πέντε σχέσεων προστέθηκε επίσης στη γκάμα.
Το μοντέλο εισήγαγε μία νέα, χαρακτηριστική τραπεζοειδή σχεδίαση με τη μάσκα και τους προβολείς να αποκτούν μία εμφάνιση με περισσότερε γωνίες. Ωστόσο, το σχήμα αυτό δε διήρκεσε πολύ, καθώς η δημοτικότητα του Civic εκτοξεύτηκε και χρειάστηκε ένα νέο μοντέλο για να καλύψει τη ζήτηση των πελατών για μεγαλύτερα αυτοκίνητα.

Η τρίτη γενιά Civic έφτασε το 1983 με μεγαλύτερο μεταξόνιο και πιο γωνιώδη σχεδίαση. Εισήγαγε για πρώτη φορά την αρχή “Man Maximum-Machine Minimum” της Honda, μία ανθρωποκεντρική προσέγγιση στο σχεδιασμό που διασφαλίζει ότι η τεχνολογία και η διάταξη εξυπηρετούν τις ανάγκες του οδηγού και των επιβατών. Σήμερα η αρχή αυτή διαπνέει όλα τα μοντέλα της Honda, ώστε να προσφέρουν τους χώρους και τη χρηστικότητα που προσδοκούν οι σύγχρονοι οδηγοί.
Η τρίτη γενιά Civic κυκλοφόρησε σε τρεις τύπους αμαξώματος: ένα τρίθυρο που εστίαζε στην σπορ οδήγηση, ένα πιο πρακτικό τετράθυρο sedan, και ένα πεντάθυρο Civic Shuttle station wagon που προσέφερε εξαιρετική ευρυχωρία και χρηστικότητα. Μία πιο σπορ έκδοση Civic Si κυκλοφόρησε επίσης έχοντας έναν εν σειρά τετρακύλινδρο κινητήρα 1.600 κ.εκ DOHC.

1987 – 2000: Νέα πρότυπα ποιότητας και απόδοσης
Το 1987, η τέταρτη γενιά Civic εισήγαγε μία νέα γκάμα επιλογών όσον αφορά τους κινητήρες που υιοθετούσαν το σύστημα VTEC (Variable Valve Timing and Lift Electronic Control / Μεταβλητός Χρονισμός Βαλβίδων και Ηλεκτρονικός Έλεγχος Βύθισης) της Honda.
Ο μηχανισμός μεταβλητού χρονισμού έφερε την επανάσταση στην τεχνολογία κινητήρων, προσφέροντας μεγαλύτερη απόδοση στις υψηλές στροφές και βελτιωμένη κατανάλωση καυσίμου στις χαμηλές στροφές – χαρίζοντας στο Civic αρκετά βραβεία.

Γρήγορα ακολούθησε η πέμπτη γενιά Civic το 1991, αυτή τη φορά με μία πιο κομψή και αεροδυναμική σιλουέτα, διατηρώντας ταυτόχρονα την καθημερινή λειτουργικότητα που είχε γίνει συνώνυμη με το μοντέλο. Η έκτη γενιά Civic αναπτύχθηκε με σκοπό να ξεπεράσει την αξία της κατηγορίας του. Τη δεκαετία του 1990, η χαμηλότερη κατανάλωση καυσίμου και άλλες περιβαλλοντικές δράσεις απέκτησαν μεγαλύτερη βαρύτητα.

Γι’ αυτό και το συγκεκριμένο μοντέλο ήταν εξοπλισμένο με κινητήρα VTEC νέας τεχνολογίας. Διέθετε επίσης το “Hondamatic Transmission”, ένα αυτόματο κιβώτιο με συνεχώς μεταβαλλόμενες σχέσεις (CVT) για πρώτη φορά, που προσέφερε απρόσκοπτες αλλαγές και οικονομία παρόμοια με εκείνη ενός χειροκίνητου κιβωτίου.
Βασισμένη στις εξαιρετικά δυναμικές ικανότητες του στάνταρ Civic, η Honda έκανε το ντεμπούτο της σπορ έκδοσης Type R το 1997. Εστιάζοντας στις πιο ακραίες επιδόσεις στην ιστορία του Civic, έγινε ο καταλύτης της 25χρονης επιτυχίας της Honda στην ανταγωνιστική hot hatch κατηγορία.

2001 – 2021: Το Civic της χιλιετίας
Η έβδομη γενιά έφτασε το 2000 και έγινε η πρώτη που προσέφερε υβριδική τεχνολογία για λογαριασμό του Civic το 2001. Αυτό το Civic υπήρξε το πιο αποδοτικό 5θέσιο βενζινοκίνητο όχημα παραγωγής σημειώνοντας εξαιρετική κατανάλωση μόλις 3,39 λίτρα/100 χλμ.

Το 2005, η όγδοη, hatchback γενιά Civic έφτασε με ένα φουτουριστικό στυλ για τις Ευρωπαϊκές αγορές, μία μάσκα Perspex και τριγωνικά στοιχεία – συμπεριλαμβανομένων των διπλών απολήξεων εξαγωγής – που το κατέστησαν ένα από τα πιο ξεχωριστά οχήματα που κυκλοφορούσαν στο δρόμο.
Επίσης ήταν η πρώτη γενιά Civic που έφερε τα καθίσματα Magic Seats της Honda, όπου τα μαξιλάρια των πίσω καθισμάτων μπορούν να ανυψώνονται δημιουργώντας ένα χώρο φόρτωσης μεγάλου ύψους. Είναι κάτι που πέτυχαν οι μηχανικοί τοποθετώντας το ρεζερβουάρ καυσίμου κάτω από τα εμπρός καθίσματα – ένα πρότυπο σχέδιο για την επίτευξη ευρυχωρίας και χρηστικότητας που ακολουθείται ακόμα και σήμερα σε διάφορα μοντέλα της Honda.

Η ένατη γενιά Civic πρόσθεσε περαιτέρω βελτιώσεις με σκοπό τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου πακέτου για τους πελάτες, συμπεριλαμβανομένης της καλύτερης αποδοτικότητας στην κατηγορία του. Με έναν αναβαθμισμένο κινητήρα 1.600άρη DTEC, το όχημα απέσπασε τον τίτλο “Lowest fuel consumption – all 24 contiguous EU countries (all cars)” στο θεσμό Guinness World Records, καταγράφοντας μέση κατανάλωση 2,82 λίτρων ανά 100 χλμ. σε ένα ταξίδι μήκους 13.948 χλμ., διάρκειας 25 ημερών, διασχίζοντας και τις 24 γειτονικές χώρες της Ε.Ε.

Μία πλήρως ανασχεδιασμένη 10η γενιά έφτασε το 2015 με δυνατότητα επιλογής μεταξύ δύο κινητήρων VTEC Turbo και ενσωματωμένα προηγμένα χαρακτηριστικά ασφάλειας και βοηθήματα οδηγού του πακέτου τεχνολογιών Honda Sensing, για πρώτη φορά. Κατασκευασμένο με πιο άκαμπτο πλαίσιο και πιο δυναμικές επιδόσεις, παρείχε την τέλεια βάση για το Civic Type R, που άνοιξε νέους ορίζοντες για τα hatchback υψηλών επιδόσεων.
Το αυτοκίνητο εκθειάστηκε σε όλο τον κόσμο για την αμεσότητα χειρισμών, την κορυφαία απόκριση του γκαζιού, την υψηλή του τελική ταχύτητα, τη σταθερότητα και την εξαιρετική ικανότητα ακινητοποίησής του – όλα αυτά συνέβαλαν ώστε το Type R να θέσει νέο ρεκόρ χρόνου γύρου για προσθιοκίνητα οχήματα στο Nurburgring Nordschleife στη Γερμανία τον Απρίλιο του 2017.
2022: Νέα εποχή για το Civic
Βασισμένο σε μία κληρονομιά 50 χρόνων, η 11η γενιά Civic συνδυάζει τις ισχυρές επιδόσεις και την αποδοτικότητα με βελτιωμένα επίπεδα άνεσης εσωτερικού, οπτικής γοητείας και συνολικής χρηστικότητας.

Η τελευταία έκδοση σηματοδοτεί ένα σημαντικό ορόσημο για τη Honda στην Ευρώπη, καθώς είναι το πιο πρόσφατο μοντέλο της γκάμας που εξηλεκτρίζεται, ολοκληρώνοντας τη δέσμευση “Electric Vision” του 2022 της Honda Motor Europe να εξηλεκτρίσει όλα τα mainstream μοντέλα της. Υιοθετεί την πιο προηγμένη έκδοση του πολυβραβευμένου πλήρως υβριδικού συστήματος μετάδοσης κίνησης e:HEV στάνταρ, προσφέροντας συναρπαστική δυναμική και επιδόσεις με εντυπωσιακή οικονομία και απόδοση.
Ο Tom Gardner, Ανώτερος Αντιπρόεδρος της Honda Ευρώπης είπε:
Ήδη από την πρώτη γενιά του, που έτυχε ενθουσιώδους αποδοχής, το Honda Civic ήταν ένα εμβληματικό μοντέλο για τους Ευρωπαίους πελάτες. Η 11η γενιά ενσωματώνει τα βασικά χαρακτηριστικά της λειτουργικότητας, της χρηστικότητας και της άνεσης από την πρώτη κιόλας γενιά Civic.
Έχει σχεδιαστεί για να διασφαλίσει ότι τα συστήματα μετάδοσης κίνησης, διεύθυνσης και ανάρτησής του προσφέρουν συναρπαστικά επίπεδα απόδοσης, δυναμικής απόκρισης και πληροφόρησης που ανέκαθεν βρίσκονταν στο επίκεντρο της απήχησης του Civic.
Πηγή: Autoblog.gr

Sayonara GT-R: Το τελευταίο GT-R μόλις πέρασε τη γραμμή παραγωγής
Το αναπόφευκτο συνέβη. Η Nissan λέει οριστικό αντίο στο αμάξι θρύλος, GT-R 35. Μετά από 18 χρόνια, η Nissan ανακοίνωσε πως σήμερα πέρασε τη γραμμή παραγωγής το τελευταίο R35 GT-R, καθώς ολοκληρώνεται η συναρμολόγηση για την εγχώρια αγορά της Ιαπωνίας (ήταν η τελευταία περιοχή πωλήσεων του μοντέλου).
Από την κυκλοφορία του το 2007, το R35 GT-R έχει γίνει σύμβολο απόδοσης και καινοτομίας, γοητεύοντας τους λάτρεις της αυτοκίνησης και θέτοντας σημεία αναφοράς στην κατηγορία των σπορ αυτοκινήτων υψηλών επιδόσεων.

Στοχάζοντας μια κληρονομιά
Οι εργαζόμενοι στο εργοστάσιο της Nissan στο Tochigi, που βρίσκεται περίπου 100 χλμ. βόρεια του Τόκιο, συγκεντρώθηκαν για να γιορτάσουν την εκτεταμένη κληρονομιά του R35 καθώς η τελευταία μονάδα βγήκε από τη γραμμή παραγωγής. Συνολικά, περίπου 48.000 μονάδες κατασκευάστηκαν και πουλήθηκαν κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής του μοντέλου. Το τελικό όχημα, μια Premium έκδοση T-Spec, με βαφή Midnight Purple, προορίζεται για έναν πελάτη στην Ιαπωνία.

Αντί για τον τυπικό κύκλο ζωής ενός προϊόντος που περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον facelift στα μέσα του κύκλου ζωής του, το R35 GT-R εξελισσόταν συνεχώς σε κάθε έτος μοντέλου. Ανάλογα με την έκδοση, οι μηχανικοί της Nissan στην Ιαπωνία στόχευαν στην απελευθέρωση είτε περισσότερης ισχύος είτε μεγαλύτερων επιπέδων ελέγχου, αυξημένης άνεσης και πολυτέλειας.
Με τον ισχυρό κινητήρα V6 VR38DETT twin-turbo, το αναγνωρισμένο σύστημα τετρακίνησης ATTESA ET-S και την καινοτόμο αεροδυναμική του, το R35 GT-R προσέφερε σταθερά συναρπαστικές οδηγικές εμπειρίες τόσο στο δρόμο όσο και στην πίστα.

Είναι αξιοσημείωτο ότι, κατά τη διάρκεια της παραγωγής του, μια βασική ομάδα μόλις εννέα αριστοτεχνών – ονόματι Takumi – στο εργοστάσιο της Nissan στη Γιοκοχάμα της Ιαπωνίας συναρμολόγησε με πάθος στο χέρι κάθε έναν από τους κινητήρες που ήταν εγκατεστημένοι στις 48.000 μονάδες που κατασκευάστηκαν. Τα ονόματά τους είναι απαθανατισμένα σε μια πλάκα που είναι προσαρτημένη σε κάθε κινητήρα.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της παραγωγής, η μέγιστη ισχύς αυξήθηκε από 480 άλογα κατά την κυκλοφορία, σε 570 άλογα από το μοντέλο του 2017 και μετά. Παράλληλα, οι μηχανικοί της NISMO μπόρεσαν να εξάγουν ακόμη περισσότερα, υιοθετώντας υπερσυμπιεστές προδιαγραφών αγωνιστικού αυτοκινήτου GT3, καθώς και εξαρτήματα υψηλής ακρίβειας,. Το αποτέλεσμα ήταν υψηλότερες στροφές και ταχύτερο στρίψιμο του turbo, αποδίδοντας έως και 600 άλογα για τα μοντέλα GT-R NISMO.
Με τον Michael Krumm στο τιμόνι, κατάφεραν να καταγράψουν τον εκπληκτικό χρόνο 7 λεπτών και 8,679 δευτερολέπτων στο Nurburgring.
