Ειδήσεις

07 Jul, 2022 Ώρα 10:33

7s Day: γενέθλια σήμερα για το πρώτο πραγματικό σπορ αυτοκίνητο της Mazda!

Thumbnail

H 7η Ιουλίου για τους ιδιοκτήτες Rotary είναι μια ξεχωριστή μέρα. Ανα το παγκόσμιο κάθε χρόνο στις 7/7 όλοι οι ιδιοκτήτες Rotary κάνουν μαζικές συναντήσεις μιας και στη μαμά Ιαπωνία θεωρείται η εθνική ημέρα για τα Mazda RX7 και γενικά all things rotary!

Close

Το RX-7 κυκλοφόρησε το 1978 ως το πρώτο sport car της Mazda στην ευρεία αγορά και έγινε το best-selling όχημα με περιστροφικό κινητήρα στην ιστορία της αυτοκινητοβιομηχανίας.

Ο χαρακτηριστικός ήχος του βάνκελ διπλού ρότορα του RX-7 εκτόξευσε τους αγώνες ταχύτητας στην Ευρώπη νικώντας το British Saloon Car Championship στην κατηγορία 1.600-2.300 κ.εκ. το 1980 και 1981. Επίσης, το 1981 εδραίωσε και την αξιοπιστία του, κερδίζοντας τον αγώνα 24 Hours of Spa. Αλλά η χρυσή εποχή του RX-7 δεν σταματάει μόνο στα Ευρωπαϊκά σύνορα. Στην Αμερική, το RX-7 κέρδισε πάνω από 100 αγώνες IMSA, περισσότερους από οποιοδήποτε άλλο μοντέλο, κυριαρχώντας την κατηγορία GTU (κάτω από 2.500 κ.εκ.) συμπεριλαμβανομένου του 24 Hours of Daytona για 12 συνεχόμενα χρόνια (1982-93).

Close

Τα επιτεύγματά του είναι πραγματικά εντυπωσιακά, υπολογίζοντας  ότι το μέλλον του περιστροφικού κινητήρα ήταν σε επισφαλή θέση όταν η Mazda ξεκίνησε να κατασκευάζει το RΧ-7. Τα περισσότερα μοντέλα διέθεταν περιστροφικούς κινητήρες, μέχρι και την κρίση του πετρελαίου το 1973-1974. Τότε οι τιμές του καυσίμου εκτοξεύτηκαν, ωθώντας τους καταναλωτές σε αναζήτηση άλλων λύσεων.

 

Close

 

Η αντισυμβατική ιαπωνική μάρκα λοιπόν είχε αποφάσισε να εγκαταλείψει τους  περιστροφικούς κινητήρες για τα περισσότερα sedans, hatchbacks και wagons της. Πιθανότατα και θα το είχε κάνει πράξη -όπως είχαν κάνει και οι άλλες αυτοκινητοβιομηχανίες- αν ο τότε  επικεφαλής του τμήματος R&D, Kenichi Yamamoto, δεν είχε αντισταθεί, υποστηρίζοντας τον σημαντικό ρόλο που θα είχε για τη διαφοροποίηση της εταιρείας ο περιστροφικός κινητήρας.

 

 

Ο  Yamamoto, που ηγούταν της ομάδας των μηχανικών που ανέπτυξαν τον περιστροφικό κινητήρα το 1960, ξεκίνησε να αναδιαμορφώνει τον υπάρχοντα 12A κινητήρα και να βελτιώνει σημαντικά την οικονομία των καυσίμων. Εκτός των άλλων, η ομάδα του πρόσθεσε πιο ανθεκτικά ελατήρια ρότορα, τα οποία  βελτίωσαν τη λίπανση, ενώ στη συνέχεια βοήθησαν και στη σχεδίαση του ιδανικού αυτοκινήτου για αυτόν τον κινητήρα. Μικρό και ελαφρύ αλλά με ομαλή οδήγηση, δυναμικό και αναζωογονητικό, ο περιστροφικός κινητήρας ήταν ιδανικός για ένα sport αυτοκίνητο. Το RX-7 λοιπόν, ένα κομψό χαμηλωμένο coupe δημιουργήθηκε ειδικά για αυτόν το κινητήρα.

 

 

Οι τρεις γενιές Mazda RX7

Η πρώτη γενιά RX-7 (πλατφόρμα “FB”) κυκλοφόρησε στην ιαπωνική αγορά το 1978 και θριάμβευσε κατευθείαν. Με καθαρό βάρος κοντά στον 1 τόνο, το 12Α’s 100-135 PS πέτυχε μεγάλες αποδόσεις. Ο κόμπακτ κινητήρας τοποθετημένος πίσω από τον μπροστινό άξονα, καθώς και η πισωκίνητη οδήγηση με σχεδόν τέλεια κατανομή του βάρους, βοήθησαν στην απίστευτη αυτή πορεία του. Το αεροδυναμικό RX-7 που προσέφερε διασκεδαστική οδήγηση, δημιούργησε μία ξεχωριστή σύνδεση μεταξύ οδηγού και αυτοκινήτου. Ο 1.146 κ.εκ. διπλού ρότορα 12A ενισχύθηκε αργότερα με μια 160 PS turbo εκδοχή για την Ιαπωνία.

 

 

Η δεύτερη γενιά RX-7 (“FC”) παρουσιάστηκε το 1985, με σχεδίαση εμπνευσμένη από την Porsche και πολλές βελτιώσεις στην απόδοση όπως το DTSS (Dynamic Tracking Suspension System) της Mazda. Η υπερτροφοδότηση αποδείχθηκε ότι ταιριάζει απόλυτα με τους περιστροφικούς κινητήρες χάρη στα χαρακτηριστικά του συστήματος εξαγωγής, καθώς και της αποτελεσματικής ενίσχυσης της ροπής μεσαίου εύρους.

 

 

Ο κινητήρας 1.3 λίτρων 13B ήταν σε όλες τις παρούσες αγορές και παρόλο που το RX-7 θα κυκλοφορούσε στην Ευρώπη σε μία έκδοση 150 PS, αργότερα κυκλοφόρησε και με μία 180 PS, ενώ ακολούθησε και η 200 PS twin-scroll turbo εκδοχή. Το μοντέλο με την υψηλότερη απόδοση θα έπιανε τα 0-100 km/h μέσα σε 6 δευτερόλεπτα, με  μέγιστη ταχύτητα 240 km/h.

 

 

Η τρίτη και τελευταία γενιά (“FD”) παρουσιάστηκε το 1992. Ήταν ένα γνήσιο αυτοκίνητο απόδοσης. Ένας εν σειρά διπλός υπερσυμπιεστής ανέβασε ακόμη περισσότερο την απόδοση έως τους 239 PS της ευρωπαϊκής έκδοσης. Οι θαυμαστές υποστηρίζουν ότι διαθέτει τον καλύτερο χειρισμό από όλα τα RX-7, πιάνοντας τα 0-100km/h μέσα σε 5,3 δευτερόλεπτα και μέγιστη ταχύτητα 250 km/h, εντάσσοντας το διθέσιο βάρους 1.300 kg στην κατηγορία των high-end sports cars- κάτι που ήρθε και ως συνέχεια της νίκης στο Le Mans.

Δυστυχώς, η παραγωγή του RX-7 σταμάτησε στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες από το 1996 λόγω των περιορισμών των εκπομπών, παρόλο που η Mazda συνέχισε να παράγει αυτοκίνητα για τη δεξιοτίμονη αγορά αυτοκινήτων, ενισχύοντας αργότερα τη δυναμική τους απόδοση στα 280 PS μόνο για τα μοντέλα που κυκλοφόρησαν στην Ιαπωνία.

Για όλους τους λάτρεις της οδήγησης, το RX-7 παραμένει το σύμβολο των sports cars με περιστροφικό κινητήρα. Η Mazda έκανε μεγάλα άλματα με το RX-7 σε ό,τι αφορά την ελαφριά μηχανική τεχνολογία, τη sporty σχεδίαση, τη διασκεδαστική οδήγηση, καθώς και την εξειδίκευση, αναπτύσσοντας καινοτομίες που έχουν εφαρμοστεί και αναπτυχθεί σε όλα τα μοντέλα της Mazda. Το αυτοκίνητο που ενσαρκώνει καλύτερα από οποιοδήποτε άλλο τη φιλοσοφία της Mazda, το RX-7 συνεχίζει να επηρεάζει τους σχεδιαστές και τους μηχανικούς που δουλεύουν στη Mazda του αύριο.

 

Πηγή: newsauto

16 May, 2025 Ώρα 10:39

Bugatti: Πως το τολμηρό όραμα Ferdinand Piëch έφερε την επανάσταση στα super car με τον W16 κινητήρα στη Veyron

Thumbnail

Στην ιστορία της αυτοκινητοβιομηχανίας, λίγα ονόματα προκαλούν τον ίδιο σεβασμό για τις επιδόσεις, την πολυτέλεια και την πρωτοποριακή μηχανική όπως η Bugatti. Το Veyron 16.4, του 2005, ήταν ένα υπερ-σπορ αυτοκίνητο που γεννήθηκε από ένα τολμηρό όραμα και επαναπροσδιόρισε τα όρια των δυνατοτήτων.

Close

Ωστόσο, η άφιξη της Veyron δεν ήταν μια ξαφνική αποκάλυψη, αλλά το αποκορύφωμα μιας επίπονης  έρευνας. Μεταξύ του 1998 και του 1999, μια σειρά ξεχωριστών μελετών σχεδιασμού διερεύνησε διαφορετικές πτυχές της φιλοδοξίας του Ferdinand Piëch, καθεμία ανοίγοντας το δρόμο για το τελικό σχέδιο.

 

Close

 

Η γένεση της σύγχρονης Bugatti βασίζεται στη φιλοδοξία του Ferdinand Karl Piëch, τότε Προέδρου του Ομίλου Volkswagen. Το 1997, εμπνευσμένος από την επιθυμία να δημιουργήσει ένα υπερ αυτοκίνητο με ξεχωριστή φινέτσα και με δύναμη στον κινητήρα που να ξεπερνάει κάθε όριο, ο Piëch έβαλε μπροστά το σχέδιό του. Να υλοποιήσει αυτό που οραματίσθηκε κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού με τρένο Shinkansen στην Ιαπωνία. Και η αρχή έγινε με τον επαναστατικό κινητήρα 18 κυλίνδρων.

Close

Σχεδιασμένη σε ένα φάκελο, η κατασκευή W18 έγινε η βασική σύλληψη της ανακατασκευής της Bugatti, αφού η Volkswagen AG απέκτησε τα δικαιώματα της μάρκας τον Μάϊο του 1998. Ο Piëch δεν αναζήτησε μόνο ταχύτητα, αλλά ένα αυτοκίνητο ικανό να ξεπεράσει τα 400 km/h, προσφέροντας την άνεση, την κομψότητα και τη χρηστικότητα, μια εντελώς νέας πρόκλησης που απαιτούσε εντελώς νέες μηχανικές λύσεις.

 

 

Για να υλοποιήσει αυτό το όραμα, ο Ferdinand Piëch ανέθεσε στον Giorgetto Giugiaro της Italdesign να προσφέρει μια νέα φιλοσοφία οχήματος. Το πρώτο αποτέλεσμα της συνεργασίας τους, το EB 118, έκανε το ντεμπούτο του στο Σαλόνι Αυτοκινήτου του Παρισιού τον Σεπτέμβριο του 1998. Έκανε την εμφάνισή του ως ένα κομψό, επιβλητικό δίθυρο κουπέ αιχμαλωτίζοντας την πεμπτουσία ενός grand tourer. Ο σχεδιασμός του χαρακτηριζόταν από ένα μακρύ, φαρδύ καπό – που ήταν απαραίτητο εξαιτίας του μεγέθους του ατμοσφαιρικού κινητήρα W18 6,3 λίτρων που ήταν τοποθετημένος μπροστά και απέδιδε 555 ίππους.

Στο εσωτερικό, η καμπίνα αγκάλιασε επιρροές της Art Deco, δίνοντας έμφαση στην πολυτέλεια, την άνεση και τη χειροποίητη κατασκευή. Σε συνδυασμό με την προηγμένη μηχανική του αυτοκινήτου, συμπεριλαμβανομένου του μοναδικού συστήματος μετάδοσης κίνησης W18 και της μόνιμης τετρακίνησης, το EB 118 ήταν μια τολμηρή δήλωση προθέσεων: ένας απρόσκοπτος συνδυασμός της κληρονομιάς της Bugatti και της πρωτοποριακής καινοτομίας.

 

 

Αμέσως μετά, το πολυτελές σαλόνι EB 218 έκανε το ντεμπούτο του στο Σαλόνι Αυτοκινήτου της Γενεύης τον Μάρτιο του 1999. Επίσης σχεδιασμένο από τον Giugiaro, το EB 218 παρουσιάστηκε ως εξέλιξη του προηγούμενου πρωτότυπου Bugatti EB 112 (από την εποχή Artioli) αλλά τώρα τροφοδοτούμενο από τον ίδιο τρομερό κινητήρα με τον EB 118.

Αυτό το τετράθυρο σεντάν αποτελούσε μια διαφορετική διάσταση της ταυτότητας της Bugatti, εστιάζοντας στην απόλυτη πολυτέλεια.

Με μήκος μεγαλύτερο από το EB 118, στα 5,3 μέτρα διέθετε διακριτικά αναθεωρημένες καμπυλότητες για τους προφυλακτήρες, τα φώτα και το καπό, προσαρμόζοντας τις απαιτήσεις χωροταξίας του W18 σε ένα σεντάν διατηρώντας παράλληλα τη μόνιμη τετρακίνηση.

Το EB 218 απέδειξε την ευελιξία του κινητήρα W18 και την ικανότητα της μάρκας να παράγει όχι μόνο κουπέ αλλά και μεγάλα, υπερπολυτελή οχήματα, που θυμίζουν μοντέλα όπως το Type 41 Royale.

Μια σημαντική αλλαγή κατεύθυνσης σημειώθηκε αργότερα εκείνο το έτος. Στο IAA στη Φρανκφούρτη τον Σεπτέμβριο του 1999, η Bugatti παρουσίασε το EB 18/3 Chiron. Σχεδιασμένο από τον Fabrizio Giugiaro υπό την καθοδήγηση του πατέρα του, αυτό το concept απομακρύνθηκε από τη διάταξη του μπροστινού κινητήρα των προκατόχων του.

Το EB 18/3 Chiron ήταν μια καθαρή, διθέσια μελέτη σούπερ σπορ αυτοκινήτου με το W18 σε διάταξη κινητήρα τοποθετημένο στη μέση. Έτσι έγινε μια εντυπωσιακή αλλαγή στις αναλογίες του αυτοκινήτου με μια πιο επιθετική σχεδιαστικά προς τα εμπρός καμπίνα, χαρακτηριστική των σπορ αυτοκινήτων υψηλών επιδόσεων. Ενώ εξακολουθούσε να διαθέτει τον 555 PS W18 και τετρακίνηση, το στυλ επικεντρώθηκε περισσότερο στην αεροδυναμική απόδοση και τη δυναμική ικανότητα.

 

 

Αυτή η πρωτότυπη έκδοση, που πήρε το όνομά της από το θρυλικό οδηγό αγώνων Bugatti, Louis Chiron, σηματοδότησε τη νέα τάση των υπερ-σπορ αυτοκινήτων που θα κατακτούσε τελικά η Veyron με τον εκπληκτικό W18 κινητήρα.

Ένα μήνα αργότερα, τον Οκτώβριο του 1999, έγινε το τελευταίο εξελικτικό βήμα για τη  Bugatti EB 18/4 Veyron, πριν κάνει το ντεμπούτο της  στην Έκθεση Αυτοκινήτου του Τόκιο.

Κατασκευασμένο εσωτερικά από τον Όμιλο Volkswagen υπό τις οδηγίες του Hartmut Warkuß, με το εξωτερικό να σχεδιάζεται από το νεαρό Jozef Kabaň, το EB 18/4 παρουσίαζε μια πολύ πιο συμπαγή και εστιασμένη σιλουέτα σπορ αυτοκινήτου με κινητήρα στο κέντρο. Το στυλ του προμήνυε έντονα το εμβληματικό σχήμα, τις αναλογίες και τα βασικά σχεδιαστικά στοιχεία του αυτοκινήτου παραγωγής.

 

 

Αν και αρχικά εμφανίστηκε με τον κινητήρα W18, η τεράστια πρόκληση της αξιόπιστης εξαγωγής άνω των 1.000 PS και η διαχείριση της θερμότητας και της πολυπλοκότητας του ατμοσφαιρικού W18 οδήγησε σε μια καθοριστική μηχανική αλλαγή. Μέχρι το 2000, πάρθηκε η απόφαση για την ανάπτυξη ενός νέου κινητήρα: του 8,0 λίτρων, τετραπλού υπερσυμπιεστή W16. Αυτός ο κινητήρας θα μπορούσε να επιτύχει πιο αποτελεσματικά τους στόχους ακραίων επιδόσεων της Piëch των 1.001 PS και τελικής ταχύτητας άνω των 400 km/h, αν και απαιτούσε ένα πρωτοφανώς εξελιγμένο σύστημα ψύξης.

Η επιλογή του ονόματος «Veyron» για το τελικό πρωτότυπο και το αυτοκίνητο παραγωγής που ακολούθησε ήταν μία επιλεκτική αναφορά από την πλούσια κληρονομιά της Bugatti. Ο Pierre Veyron (1903-1970) ήταν κάτι περισσότερο από απλώς ένας οδηγός αγώνων. Ήταν μηχανικός ανάπτυξης και επίσημος οδηγός δοκιμών για τη μάρκα κατά τη δεκαετία του 1930. Το κορυφαίο του επίτευγμα ήρθε το 1939 όταν, μαζί με τον Jean-Pierre Wimille, εξασφάλισε μια νίκη για την Bugatti στο διάσημο 24 Hours of Le Mans, πιλοτάροντας ένα Tank Type 57C.

 

 

Το ταξίδι από το αρχικό σκίτσο W18 του Ferdinand Piëch μέχρι το κορυφαίο παγκοσμίως Veyron 16.4 ήταν απόδειξη αδιάκοπης καινοτομίας, επαναληπτικής σχεδίασης και βαθύ σεβασμού για την κληρονομιά της Bugatti. Τα πρωτότυπα αυτοκίνητα – EB 118, EB 218, EB 18/3 Chiron και EB 18/4 Veyron – δεν ήταν απλές σχεδιαστικές ασκήσεις αλλά κρίσιμα βήματα μηχανικής. Καθένα από αυτά εξερεύνησε διαφορετικά στυλ (grand tourer, πολυτελές σεντάν, σπορ αυτοκίνητο με κινητήρα στο κέντρο) και δοκίμασε τα όρια του φιλόδοξου κινητήρα W18, πριν η τελική σύγκλιση του σχεδιασμού και η μηχανική στροφή προς τον κινητήρα W16 καθορίσουν τη Veyron. Έδειξαν τη φιλοδοξία, τις μηχανικές προκλήσεις και την εξελισσόμενη σχεδιαστική γλώσσα που κορυφώθηκε σε ένα όχημα που τιμούσε το παρελθόν, ενώ ταυτόχρονα σφυρηλατούσε ένα εντελώς νέο μέλλον για τον κόσμο της αυτοκινητοβιομηχανίας.  

 

 

Πηγή: Zougla.gr