Με τη παρουσίαση όλων των λεπτομερειών που αφορούν το Cyprus Gran Fondo 2025 ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση για διεξαγωγή της διοργάνωσης για δωδέκατη χρονιά. Η εκδήλωση έλαβε χώρα το απόγευμα της Τρίτης, 11 Μαρτίου, στον εκθεσιακό χώρο της Skoda, καθώς η UNICARS αποτελεί εμπνευστή και διαχρονικό υποστηρικτή της διοργάνωσης από την ημέρα γέννησής της το 2012.
To Skoda Cyprus Gran Fondo 2025 θα λάβει χώρα το τριήμερο 4-6 Απριλίου και όπως αναφέρθηκε από τον διευθυντή της διοργανώτριας εταιρείας Activate Cyprus, Μάικ Χατζηιωάννου, ήδη έκλεισαν θέση συμμετοχής πέραν των 350 αθλητών/τριών από 40 διαφορετικές χώρες.

Ο κ. Χατζηιωάννου κάνοντας αναδρομή στο παρελθόν σημείωσε ότι: «Είναι μία μακρόχρονη προσπάθεια, που ήρθε κυρίως από προσπάθειες της UNICARS παρά της Activate Cyprus και συγκεκριμένα από τον κ. Αλέξανδρο Διογένους, ο οποίος ήθελε να δημιουργήσει κάτι ποδηλατικό». Ο αγώνας ξεκίνησε ως Volkswagen Cyprus Cycling Tour το 2012 κι από το 2017 έχει ενταχθεί στη σειρά UCI Gran Fondo World Series και ανήκει στο καλεντάρι της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας.

Το Gran Fondo της Κύπρου αποτελεί έναν από τους 30 αγώνες που θα διεξαχθούν παγκοσμίως και μέσω αυτών δίνεται η ευκαιρία στους συμμετέχοντες να διεκδικήσουν εισιτήριο για τον τελικό του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος. Συγκεκριμένα, ποσοστό 25% όλων των ηλικιακών κατηγοριών των διαγωνιζομένων, στον αγώνα που διεξάγεται με επίκεντρο την Πάφο, θα κλείσουν θέση για τον μεγάλο αγώνα που θα γίνει στα μέσα Οκτωβρίου στην Αυστραλία.
«Είναι τιμή σαν Κύπρος που είμαστε στο UCI Gran Fondo World Series γιατί υπάρχει αρκετός ανταγωνισμός από πολλούς διοργανωτές που θέλουν να ενταχθούν στη σειρά. Είναι μία σειρά που δίνει αίγλη, υπάρχει αρκετός σεβασμός από το ποδηλατικό κοινό κι αποτελεί κίνητρο για εκατομμύρια ποδηλάτες σε όλο τον κόσμο» δήλωσε ο Μάικ Χατζηιωάννου, o oποίος επισήμανε ότι οι διαδρομές δεν παρουσιάζουν αλλαγές σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές.

Παρούσες στην εκδήλωση ήταν και δυο Κύπριες αθλήτριες που συμμετείχαν πολλάκις στον αγώνα τα προηγούμενα χρόνια. Πρόκειται για την ποδηλάτρια που αγωνίστηκε στους τρεις τελευταίους Ολυμπιακούς Αγώνες, Άντρη Χριστοφόρου, και την Κωνσταντίνα Γεωργίου. Στις δηλώσεις της η Χριστοφόρου, η οποία συμμετείχε από την πρώτη διοργάνωση και, όπως είπε, θα το πράττει όσο μπορεί, ανάφερε ότι: «Πιστεύω ότι ζούμε σε ένα ποδηλατικό παράδεισο και απόδειξη είναι η συγκεκριμένη διοργάνωση. Οι διαδρομές είναι πανέμορφες. Είναι αρκετά δύσκολες αλλά όλοι οι αθλητές όσο μεγαλύτερη είναι η προσπάθεια, τόση είναι και η ικανοποίηση που νιώθουμε. Ο καιρός είναι εκπληκτικός και πολλοί αθλητές από άλλες χώρες δεν μπορούν να πιστέψουν πόσο τυχεροί είμαστε. Θεωρώ ότι είναι και η καλύτερη διαφήμιση για τη χώρα μας».
Από την πλευρά της η Κωνσταντίνα Γεωργίου σημείωσε: «Είναι χαρά μας να έχουμε αυτό τον αγώνα στο καλεντάρι. Είναι διοργάνωση που έχει μεγάλο ανταγωνισμό και ασφάλεια στους δρόμους που είναι το πιο κύριο για εμάς τους ποδηλάτες».

«Στη Skoda είναι στο DNA μας η ποδηλασία»
Παίρνοντας τον λόγο ο Κωνσταντίνος Ανανιάδης, Διευθυντής Marketing της UNICARS, στάθηκε στους δυο βασικούς λόγους που η εταιρεία είναι διαχρονικά υποστηρίκτρια αυτού του διεθνούς ποδηλατικού αγώνα. «Πρωτίστως γιατί στη Skoda αγαπάμε την ποδηλασία, είναι στο DNA μας και δεν θα μπορούσαμε να μην την υποστηρίξουμε και δεύτερο γιατί είναι πολύ καλή αφορμή για να διαφημίσουμε προς το εξωτερικό την Κύπρο και να βάλουμε την Κύπρο στο διεθνές καλεντάρι των αγώνων» ανάφερε και πρόσθεσε: «Θα συνεχίσουμε να στηρίζουμε ένα τόσο σημαντικό αγώνα. Είναι σημαντικό για όλους να δουν το κλίμα που υπάρχει μεταξύ των συμμετεχόντων τις ημέρες των αγώνων».
«Δεν είναι ένας απλά αγώνας»
Παρών στην εκδήλωση ήταν και ο πρόεδρος της κυπριακής Ομοσπονδίας και πρόσφατα εκλεγέντας στην αντιπροεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ποδηλασίας, Γιώργος Γεωργίου, που δήλωσε ότι «το Cyprus Gran Fondo έχει καταστεί πλέον ως θεσμός για την ποδηλατική κοινότητα και προσελκύει αθλητές τόσο από τη χώρα μας όσο και από το εξωτερικό. Δεν είναι απλά ένας αγώνας, είναι μια γιορτή της ποδηλασίας, μία ευκαιρία για τους ποδηλάτες όλων των ηλικιών να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους σε μία διαδρομή γεμάτη προκλήσεις, όμορφα τοπία και πάνω από όλα αγωνιστικά πνεύμα». Όπως τόνισε τα λόγια αυτά αποτελούν κατάθεση ως ποδηλάτης που συμμετείχε πολλές φορές στο Cyprus Gran Fondo, συμπληρώνοντας ότι «με τη βοήθεια του Θεού θα προσπαθήσω να συμμετάσχω και φέτος».
Πέραν της διαχρονικής υποστήριξης της Skoda και της UNICARS, τη διοργάνωση χορηγούν το Υφυπουργείο Τουρισμού, η Ιnex Club, η Ventus, το Dion SportLab, τα Ocean Basket, το μεταλλικό νερό ΚΥΚΚΟΣ, οι Χυμοί Λανίτη, το ξενοδοχείο Αnnabelle και η Pizza Hut. Στρατηγικός συνεργάτης είναι η ΕΤΑΠ Πάφου, υποστηρικτής η Motolife Tours και ο Δήμος Πάφου. Τελεί υπό την αιγίδα της Κυπριακής Ομοσπονδίας Ποδηλασίας.
Περισσότερες πληροφορίες για την εγγραφή στο Cyprus Gran Fondo 2025 στο https://www.activatecyprus.com/granfondocyprus

Bugatti: Πως το τολμηρό όραμα Ferdinand Piëch έφερε την επανάσταση στα super car με τον W16 κινητήρα στη Veyron
Στην ιστορία της αυτοκινητοβιομηχανίας, λίγα ονόματα προκαλούν τον ίδιο σεβασμό για τις επιδόσεις, την πολυτέλεια και την πρωτοποριακή μηχανική όπως η Bugatti. Το Veyron 16.4, του 2005, ήταν ένα υπερ-σπορ αυτοκίνητο που γεννήθηκε από ένα τολμηρό όραμα και επαναπροσδιόρισε τα όρια των δυνατοτήτων.
Ωστόσο, η άφιξη της Veyron δεν ήταν μια ξαφνική αποκάλυψη, αλλά το αποκορύφωμα μιας επίπονης έρευνας. Μεταξύ του 1998 και του 1999, μια σειρά ξεχωριστών μελετών σχεδιασμού διερεύνησε διαφορετικές πτυχές της φιλοδοξίας του Ferdinand Piëch, καθεμία ανοίγοντας το δρόμο για το τελικό σχέδιο.

Η γένεση της σύγχρονης Bugatti βασίζεται στη φιλοδοξία του Ferdinand Karl Piëch, τότε Προέδρου του Ομίλου Volkswagen. Το 1997, εμπνευσμένος από την επιθυμία να δημιουργήσει ένα υπερ αυτοκίνητο με ξεχωριστή φινέτσα και με δύναμη στον κινητήρα που να ξεπερνάει κάθε όριο, ο Piëch έβαλε μπροστά το σχέδιό του. Να υλοποιήσει αυτό που οραματίσθηκε κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού με τρένο Shinkansen στην Ιαπωνία. Και η αρχή έγινε με τον επαναστατικό κινητήρα 18 κυλίνδρων.
Σχεδιασμένη σε ένα φάκελο, η κατασκευή W18 έγινε η βασική σύλληψη της ανακατασκευής της Bugatti, αφού η Volkswagen AG απέκτησε τα δικαιώματα της μάρκας τον Μάϊο του 1998. Ο Piëch δεν αναζήτησε μόνο ταχύτητα, αλλά ένα αυτοκίνητο ικανό να ξεπεράσει τα 400 km/h, προσφέροντας την άνεση, την κομψότητα και τη χρηστικότητα, μια εντελώς νέας πρόκλησης που απαιτούσε εντελώς νέες μηχανικές λύσεις.

Για να υλοποιήσει αυτό το όραμα, ο Ferdinand Piëch ανέθεσε στον Giorgetto Giugiaro της Italdesign να προσφέρει μια νέα φιλοσοφία οχήματος. Το πρώτο αποτέλεσμα της συνεργασίας τους, το EB 118, έκανε το ντεμπούτο του στο Σαλόνι Αυτοκινήτου του Παρισιού τον Σεπτέμβριο του 1998. Έκανε την εμφάνισή του ως ένα κομψό, επιβλητικό δίθυρο κουπέ αιχμαλωτίζοντας την πεμπτουσία ενός grand tourer. Ο σχεδιασμός του χαρακτηριζόταν από ένα μακρύ, φαρδύ καπό – που ήταν απαραίτητο εξαιτίας του μεγέθους του ατμοσφαιρικού κινητήρα W18 6,3 λίτρων που ήταν τοποθετημένος μπροστά και απέδιδε 555 ίππους.
Στο εσωτερικό, η καμπίνα αγκάλιασε επιρροές της Art Deco, δίνοντας έμφαση στην πολυτέλεια, την άνεση και τη χειροποίητη κατασκευή. Σε συνδυασμό με την προηγμένη μηχανική του αυτοκινήτου, συμπεριλαμβανομένου του μοναδικού συστήματος μετάδοσης κίνησης W18 και της μόνιμης τετρακίνησης, το EB 118 ήταν μια τολμηρή δήλωση προθέσεων: ένας απρόσκοπτος συνδυασμός της κληρονομιάς της Bugatti και της πρωτοποριακής καινοτομίας.

Αμέσως μετά, το πολυτελές σαλόνι EB 218 έκανε το ντεμπούτο του στο Σαλόνι Αυτοκινήτου της Γενεύης τον Μάρτιο του 1999. Επίσης σχεδιασμένο από τον Giugiaro, το EB 218 παρουσιάστηκε ως εξέλιξη του προηγούμενου πρωτότυπου Bugatti EB 112 (από την εποχή Artioli) αλλά τώρα τροφοδοτούμενο από τον ίδιο τρομερό κινητήρα με τον EB 118.
Αυτό το τετράθυρο σεντάν αποτελούσε μια διαφορετική διάσταση της ταυτότητας της Bugatti, εστιάζοντας στην απόλυτη πολυτέλεια.
Με μήκος μεγαλύτερο από το EB 118, στα 5,3 μέτρα διέθετε διακριτικά αναθεωρημένες καμπυλότητες για τους προφυλακτήρες, τα φώτα και το καπό, προσαρμόζοντας τις απαιτήσεις χωροταξίας του W18 σε ένα σεντάν διατηρώντας παράλληλα τη μόνιμη τετρακίνηση.
Το EB 218 απέδειξε την ευελιξία του κινητήρα W18 και την ικανότητα της μάρκας να παράγει όχι μόνο κουπέ αλλά και μεγάλα, υπερπολυτελή οχήματα, που θυμίζουν μοντέλα όπως το Type 41 Royale.
Μια σημαντική αλλαγή κατεύθυνσης σημειώθηκε αργότερα εκείνο το έτος. Στο IAA στη Φρανκφούρτη τον Σεπτέμβριο του 1999, η Bugatti παρουσίασε το EB 18/3 Chiron. Σχεδιασμένο από τον Fabrizio Giugiaro υπό την καθοδήγηση του πατέρα του, αυτό το concept απομακρύνθηκε από τη διάταξη του μπροστινού κινητήρα των προκατόχων του.
Το EB 18/3 Chiron ήταν μια καθαρή, διθέσια μελέτη σούπερ σπορ αυτοκινήτου με το W18 σε διάταξη κινητήρα τοποθετημένο στη μέση. Έτσι έγινε μια εντυπωσιακή αλλαγή στις αναλογίες του αυτοκινήτου με μια πιο επιθετική σχεδιαστικά προς τα εμπρός καμπίνα, χαρακτηριστική των σπορ αυτοκινήτων υψηλών επιδόσεων. Ενώ εξακολουθούσε να διαθέτει τον 555 PS W18 και τετρακίνηση, το στυλ επικεντρώθηκε περισσότερο στην αεροδυναμική απόδοση και τη δυναμική ικανότητα.

Αυτή η πρωτότυπη έκδοση, που πήρε το όνομά της από το θρυλικό οδηγό αγώνων Bugatti, Louis Chiron, σηματοδότησε τη νέα τάση των υπερ-σπορ αυτοκινήτων που θα κατακτούσε τελικά η Veyron με τον εκπληκτικό W18 κινητήρα.
Ένα μήνα αργότερα, τον Οκτώβριο του 1999, έγινε το τελευταίο εξελικτικό βήμα για τη Bugatti EB 18/4 Veyron, πριν κάνει το ντεμπούτο της στην Έκθεση Αυτοκινήτου του Τόκιο.
Κατασκευασμένο εσωτερικά από τον Όμιλο Volkswagen υπό τις οδηγίες του Hartmut Warkuß, με το εξωτερικό να σχεδιάζεται από το νεαρό Jozef Kabaň, το EB 18/4 παρουσίαζε μια πολύ πιο συμπαγή και εστιασμένη σιλουέτα σπορ αυτοκινήτου με κινητήρα στο κέντρο. Το στυλ του προμήνυε έντονα το εμβληματικό σχήμα, τις αναλογίες και τα βασικά σχεδιαστικά στοιχεία του αυτοκινήτου παραγωγής.

Αν και αρχικά εμφανίστηκε με τον κινητήρα W18, η τεράστια πρόκληση της αξιόπιστης εξαγωγής άνω των 1.000 PS και η διαχείριση της θερμότητας και της πολυπλοκότητας του ατμοσφαιρικού W18 οδήγησε σε μια καθοριστική μηχανική αλλαγή. Μέχρι το 2000, πάρθηκε η απόφαση για την ανάπτυξη ενός νέου κινητήρα: του 8,0 λίτρων, τετραπλού υπερσυμπιεστή W16. Αυτός ο κινητήρας θα μπορούσε να επιτύχει πιο αποτελεσματικά τους στόχους ακραίων επιδόσεων της Piëch των 1.001 PS και τελικής ταχύτητας άνω των 400 km/h, αν και απαιτούσε ένα πρωτοφανώς εξελιγμένο σύστημα ψύξης.
Η επιλογή του ονόματος «Veyron» για το τελικό πρωτότυπο και το αυτοκίνητο παραγωγής που ακολούθησε ήταν μία επιλεκτική αναφορά από την πλούσια κληρονομιά της Bugatti. Ο Pierre Veyron (1903-1970) ήταν κάτι περισσότερο από απλώς ένας οδηγός αγώνων. Ήταν μηχανικός ανάπτυξης και επίσημος οδηγός δοκιμών για τη μάρκα κατά τη δεκαετία του 1930. Το κορυφαίο του επίτευγμα ήρθε το 1939 όταν, μαζί με τον Jean-Pierre Wimille, εξασφάλισε μια νίκη για την Bugatti στο διάσημο 24 Hours of Le Mans, πιλοτάροντας ένα Tank Type 57C.

Το ταξίδι από το αρχικό σκίτσο W18 του Ferdinand Piëch μέχρι το κορυφαίο παγκοσμίως Veyron 16.4 ήταν απόδειξη αδιάκοπης καινοτομίας, επαναληπτικής σχεδίασης και βαθύ σεβασμού για την κληρονομιά της Bugatti. Τα πρωτότυπα αυτοκίνητα – EB 118, EB 218, EB 18/3 Chiron και EB 18/4 Veyron – δεν ήταν απλές σχεδιαστικές ασκήσεις αλλά κρίσιμα βήματα μηχανικής. Καθένα από αυτά εξερεύνησε διαφορετικά στυλ (grand tourer, πολυτελές σεντάν, σπορ αυτοκίνητο με κινητήρα στο κέντρο) και δοκίμασε τα όρια του φιλόδοξου κινητήρα W18, πριν η τελική σύγκλιση του σχεδιασμού και η μηχανική στροφή προς τον κινητήρα W16 καθορίσουν τη Veyron. Έδειξαν τη φιλοδοξία, τις μηχανικές προκλήσεις και την εξελισσόμενη σχεδιαστική γλώσσα που κορυφώθηκε σε ένα όχημα που τιμούσε το παρελθόν, ενώ ταυτόχρονα σφυρηλατούσε ένα εντελώς νέο μέλλον για τον κόσμο της αυτοκινητοβιομηχανίας.
Πηγή: Zougla.gr
