Τη CES διάλεξε και φέτος η Honda προκειμένου να παρουσιάσει δύο πρωτότυπα, τα 0 SUV και 0 Saloon που προσεγγίζουν τα μοντέλα παραγωγής που θα παρουσιαστούν επίσημα του χρόνου και θα είναι καταρχήν διαθέσιμα στις ΗΠΑ. Όπου και θα κατασκευάζονται.

Φυσικά μέσα στην ίδια χρονιά τόσο το SUV όσο και η λιμουζίνα η οποία έχει έναν αέρα από παλιές Lamborghini θα είναι διαθέσιμα τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ιαπωνία. Μάλιστα το πρώτο, που αποτελεί εξέλιξη του αρχικού concept Space Hub που παρουσιάστηκε στην περσινή CES, θα ανταγωνίζεται άμεσα το Model Y της Tesla, έχοντας να επιδείξει μια φουτουριστική εμφάνιση.

Με έντονη αεροδυναμική σχεδίαση και κάθετο πίσω μέρος, χαρακτηριστικά που υπάρχουν και στο 0 Saloon.

Η βάση και των δύο θα είναι μια καινούργια πλατφόρμα, η εξέλιξη της οποίας βασίστηκε στη φιλοσοφία του «Thin, Light and Wise» (λεπτή, ελαφριά και έξυπνη). Έτσι θα κατασκευάζεται με τη μέθοδο του megacasting -με μεγάλα στοιχεία δηλαδή που θα μειώνουν τόσο το χρόνο συναρμολόγησης όσο και το βάρος- και θα ενσωματώνει μια σειρά από εξελιγμένες τεχνολογίες.

Μεταξύ αυτών σύστημα αυτόνομης κίνησης επιπέδου 3, γυροσκοπικούς αισθητήρες 3D για πιο τονισμένα δυναμικά χαρακτηριστικά, καθώς και ένα νέο λειτουργικό σύστημα. Το τελευταίο θα ονομάζεται Asimo OS, αποτίνοντας φόρο τιμής στο διάσημο ρομπότ της ιαπωνικής εταιρείας.

Φουτουριστικό και high tech θα είναι και το εσωτερικό με οθόνη και μπροστά από το συνοδηγό και με κάμερες στη θέση των εξωτερικών καθρεφτών.

Από πλευρά συστημάτων πρόωσης θα υπάρχουν εκδόσεις με έναν ηλεκτροκινητήρα στον πίσω άξονα και με δύο για τετρακίνηση. Η απόδοση στην εισαγωγική έκδοση θα φτάνει σύμφωνα με πληροφορίες τους 245 ίππους και στη δεύτερη συνδυαστικά τους 490.

Οι μπαταρίες θα είναι νικελίου-μαγγανίου-κοβαλτίου και θα έχουν ενεργειακή χωρητικότητα από 80 έως 90 kWh, προκειμένου η αυτονομία να φτάνει τα 480 χιλιόμετρα. Οι κορυφαίες εκδόσεις αναμένεται να έχουν και πιο μεγάλη μπαταρία 100 kWh.

Στα πλάνα της Honda περιλαμβάνονται συνολικά 7 μοντέλα «0», τα οποία θα παρουσιαστούν σταδιακά έως το 2030.

Ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό; Οι δασμοί Τραμπ και το μέλλον της αυτοκινητοβιομηχανίας
Η επιβολή δασμών 25% στα εισαγόμενα αυτοκίνητα από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, συνεχίζει να προκαλεί ανησυχία στην παγκόσμια αυτοκινητοβιομηχανία.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις κορυφαίων αναλυτών της Wall Street και της αυτοκινητοβιομηχανίας, οι πολιτικές αυτές αναμένεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις, οδηγώντας σε πτώση των πωλήσεων κατά εκατομμύρια αυτοκίνητα ετησίως, αύξηση των τιμών τόσο στα καινούργια όσο και στα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα, και ένα συνολικό αυξημένο κόστος που ξεπερνά τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια για τον κλάδο.
Το 2025 η σημαντικότερη χρονιά στην ιστορία του κλάδου
Ο Felix Stellmaszek, παγκόσμιος επικεφαλής της Boston Consulting Group για την αυτοκινητοβιομηχανία και την κινητικότητα, χαρακτηρίζει το 2025 ως την πιθανώς σημαντικότερη χρονιά στην ιστορία του κλάδου. Επισημαίνει ότι οι δασμοί δεν δημιουργούν απλώς άμεσες πιέσεις κόστους, αλλά επιβάλλουν θεμελιώδεις αλλαγές στον τρόπο και τον τόπο κατασκευής των αυτοκινήτων.
Η Boston Consulting Group, μια συμβουλευτική εταιρία διαχείρισης, εκτιμά ότι οι δασμοί θα επιβαρύνουν την αυτοκινητοβιομηχανία με ένα επιπλέον κόστος της τάξεως των 110 έως 160 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως. Αυτό το αυξημένο κόστος αναμένεται να επηρεάσει σημαντικά το 20% των εσόδων της αμερικανικής αγοράς νέων αυτοκινήτων, αυξάνοντας το κόστος παραγωγής τόσο για τους Αμερικανούς όσο και για τους ξένους κατασκευαστές.
Το κόστος για αυτοκινητοβιομηχανίες μόνο στις ΗΠΑ θα αυξηθεί κατά 107,7 δισ. δολάρια
Ακόμη πιο συγκεκριμένη είναι η ανάλυση του Center for Automotive Research, ενός μη κερδοσκοπικού think tank με έδρα το Μίσιγκαν, το οποίο προβλέπει ότι το κόστος για τις αυτοκινητοβιομηχανίες μόνο στις ΗΠΑ θα αυξηθεί κατά 107,7 δισεκατομμύρια δολάρια.
Στο ποσό αυτό περιλαμβάνονται 41,9 δισεκατομμύρια δολάρια που θα επιβαρύνουν τους τρεις μεγάλους κατασκευαστές του Ντιτρόιτ, General Motors, Ford και Stellantis.
Οι αναλύσεις λαμβάνουν υπόψη τόσο τους ήδη επιβληθέντες δασμούς 25% στα εισαγόμενα αυτοκίνητα, όσο και τους επικείμενους δασμούς του ίδιου ποσοστού στα ανταλλακτικά αυτοκινήτων που αναμένεται να τεθούν σε ισχύ από τις 3 Μαΐου.
Επιπτώσεις στους καταναλωτές και μείωση των πωλήσεων
Ενώ οι αυτοκινητοβιομηχανίες και οι προμηθευτές ενδέχεται να απορροφήσουν ένα μέρος αυτών των αυξήσεων του κόστους, οι αναλυτές εκτιμούν ότι ένα σημαντικό μέρος θα μετακυλιστεί στους καταναλωτές, οδηγώντας αναπόφευκτα σε μείωση των πωλήσεων.
Ο αναλυτής της Goldman Sachs, Μάρκ Ντιλάνεϊ, σε σημείωμά του προς τους επενδυτές, εκτιμά ότι οι προτεινόμενοι δασμοί θα αυξήσουν το κόστος τόσο των εισαγόμενων όσο και των εγχώριας κατασκευής αυτοκινήτων στις ΗΠΑ κατά ένα χαμηλό έως μεσαίο μονοψήφιο ποσοστό χιλιάδων δολαρίων κατά μέσο όρο.
Θεωρεί δε δύσκολο για την αυτοκινητοβιομηχανία να μετακυλίσει πλήρως αυτή την αύξηση στους καταναλωτές, ιδίως σε ένα περιβάλλον όπου η καταναλωτική ζήτηση παρουσιάζει σημάδια εξασθένησης.
Η Goldman Sachs προβλέπει ότι οι τιμές των νέων αυτοκινήτων στις ΗΠΑ θα αυξηθούν κατά περίπου 2.000 έως 4.000 δολάρια τους επόμενους 6 έως 12 μήνες, προκειμένου να αντικατοπτρίζουν το αυξημένο κόστος των δασμών.
Οι επιπτώσεις στην αγορά και στην οικονομία
Την ίδια στιγμή, το καταναλωτικό κλίμα στις ΗΠΑ επιδεινώθηκε περισσότερο από το αναμενόμενο τον Απρίλιο, με το αναμενόμενο επίπεδο πληθωρισμού να φτάνει στο υψηλότερο σημείο από το 1981, σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν.
Η Telemetry, μια εταιρεία συμβούλων αυτοκινήτων, προβλέπει ότι το υψηλότερο κόστος παραγωγής και ανταλλακτικών θα οδηγήσει σε μείωση των πωλήσεων στις ΗΠΑ και τον Καναδά κατά περισσότερα από 2 εκατομμύρια αυτοκίνητα ετησίως, γεγονός που αναμένεται να έχει ευρύτερες αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία.
Αβέβαιο μέλλον
Συνολικά, το μέλλον της αυτοκινητοβιομηχανίας υπό το βάρος των δασμών του Τραμπ παραμένει αβέβαιο. Οι αναλυτές συμφωνούν ότι οι αυξήσεις των τιμών και η μείωση των πωλήσεων είναι αναπόφευκτες, θέτοντας σε κίνδυνο την κερδοφορία των κατασκευαστών και επιβαρύνοντας τους καταναλωτές.
Η διαρθρωτική αλλαγή που επισημαίνει η Boston Consulting Group φαίνεται να είναι σε εξέλιξη, αναγκάζοντας τις εταιρείες να αναθεωρήσουν τις στρατηγικές τους και να προσαρμοστούν σε ένα νέο, πιο ακριβό περιβάλλον.
