H τρίτη γενιά (FD) του Mazda RX-7 παρουσιάστηκε το 1991 και έμεινε στην παραγωγή μέχρι και το 2002. Στις 25 Μαρτίου του 2002, η ιαπωνική εταιρία παρουσίασε τρία μοντέλα του RX-7 Spirit R, δηλαδή της τελευταίας σειράς περιορισμένης παραγωγής του RX-7. Η σειρά Spirit R ήταν διαθέσιμη σε επιλεγμένες αντιπροσωπείες της Mazda αποκλειστικά στην Ιαπωνία από τις 22 Απριλίου του 2002, με την ολοκλήρωση της παραγωγής να γίνεται στα τέλη Αυγούστου του ίδιου έτους.

Η σειρά Spirit R του RX-7 διατίθετο σε τρία μοντέλα: το Type A, ένα διθέσιο με πεντατάχυτο χειροκίνητο κιβώτιο, το Type-B, ένα τετραθέσιο με χειροκίνητο κιβώτιο πέντε ταχυτήτων, και το Type-C, ένα τετραθέσιο με αυτόματο κιβώτιο τεσσάρων ταχυτήτων. Και τα τρία μοντέλα ήταν εξοπλισμένα με τα ίδια εσωτερικά και εξωτερικά χαρακτηριστικά, όπως τροχοί 17 ιντσών της BBS, κόκκινες δαγκάνες φρένων και εσωτερικά πάνελ με ειδική μαλακή επίστρωση, αλλά κάθε μοντέλο είχε τον δικό του πλούσιο εξοπλισμό, που έκανε τη διαφορά από το άλλο.

Η Spirit R Type-A ήταν η καλύτερη έκδοση παραγωγής του μοντέλου, με την εταιρία να το περιγράφει ως το απόλυτο RX-7, με την πιο εξαιρετική οδηγική απόδοση στην ιστορία του. Διέθετε -μεταξύ άλλων- μοναδικά bucket κόκκινα καθίσματα της Recaro, τα οποία μείωναν το συνολικό βάρος του οχήματος κατά περίπου 10 κιλά. Επιπλέον, διέθετε νέους αεριζόμενους και διάτρητους δίσκους σε όλους τους τροχούς, με διάμετρο 314 χλστ., καθώς ειδικά σωληνάκια για το σύστημα πέδησης.

Η σειρά Spirit R του RX-7 βγήκε στην παραγωγή σε μόλις 1.504 αυτοκίνητα, εκ των οποίων τα 1.044 ήταν στην έκδοση Type A, τα 420 στην Type B και τα 40 στην Type C. To αυτοκίνητο ήταν διαθέσιμο σε πέντε χρώματα, γκρι (Titanium Gray Metallic, αποκλειστικά στη σειρά Spirit R), μπλε (Innocent Blue Mica), άσπρο (Pure White), μαύρο (Brilliant Black) και κόκκινο (Vintage Red). Μηχανικά, ο διρότορος, twin-turbo κινητήρας (13B-REW) απέδιδε 280 άλογα στις 6.500 σ.α.λ. και 314 Nm ροπής στις 5.000 σ.α.λ., ενώ το βάρος του αυτοκινήτου ήταν 1.270 κιλά.

Πωλείται από την Contempo Concept HK Motors στο Χονγκ Κονγκ και από το 2002 έχει διανύσει μόλις 15.900 χλμ., και όπως βλέπεις βρίσκεται σε υπεράριστη κατάσταση, ενώ πρόσφατα έχει κάνει εκτενές σέρβις. Φοράει ολοκαίνουρια Proxes R888 ελαστικά της Toyo με τις εργοστασιακές διαστάσεις, 235/45 εμπρός και 255/40 πίσω.

Η τιμή πώλησης ορίζεται στα 838,000 δολάρια Χονγκ Κονγκ, που μεταφράζονται σε περίπου 90.000 ευρώ, με τη σημερινή ισοτιμία. Καινούριο στην Ιαπωνία το αυτοκίνητο κόστιζε ¥3.998.000, όπου με τον υπολογισμό του πληθωρισμού σήμερα το ποσό αυτό θα ήταν ¥4.187.429 (€36.185).

Mercedes CLA: Η αποτίμηση της περιβαλλοντικής απόδοσης
Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Ambition 2039, η Mercedes επιδιώκει να προσφέρει έναν στόλο οχημάτων με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα μέχρι το 2039, συνδράμοντας στην προστασία του περιβάλλοντος. Παράλληλα, μέσα στην επόμενη δεκαετία, η εταιρεία στοχεύει στη μείωση των εκπομπών CO2 ανά όχημα στο νέο στόλο έως και κατά 50%, καλύπτοντας όλα τα στάδια της αλυσίδας αξίας και ολόκληρο τον κύκλο ζωής του προϊόντος.
Η Mercedes, βέβαια, δεν αρκείται μόνο σε γενικές δεσμεύσεις περί βιωσιμότητας, καθώς για τη νέα CLA όρισε για πρώτη φορά ποσοτικούς στόχους για τη μείωση των εκπομπών CO₂ στην εφοδιαστική αλυσίδα για υλικά παραγωγής. Όπως αναφέρει η γερμανική μάρκα, η έμφαση δίνεται σε υλικά και εξαρτήματα που παρουσιάζουν υψηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, όπως ο χάλυβας, το αλουμίνιο, ορισμένα πλαστικά και οι κυψέλες μπαταριών. Για τη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος των υλικών της, η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία σύναψε ειδικές συμφωνίες με τους προμηθευτές, με αποτέλεσμα οι εκπομπές CO2 για την παραγωγή της CLA 250+ να μπορούν να μειωθούν κατά περίπου 17% σε σύγκριση με τις συμβατικές μεθόδους παραγωγής.

Ειδικότερα, στη νέα CLA, επιστρατεύονται διάφορες τεχνικές που μειώνουν το αποτύπωμα άνθρακα κατά περίπου 30% ανά κυψέλη μπαταρίας, σε σύγκριση με τη συμβατική παραγωγή. Εκτός από τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές κατά την παραγωγή των κυψελών, ανανεώσιμη ενέργεια χρησιμοποιείται επίσης για την παραγωγή των υλικών καθόδου, ανόδου και περιβλήματος της κυψέλης. Επίσης, περίπου το 40% του αλουμινίου που χρησιμοποιείται στη CLA παράγεται σε εργοστάσια ηλεκτρόλυσης τα οποία χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Επιπλέον, κατά την ανάπτυξη του μοντέλου δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στη χρήση όσο το δυνατόν περισσότερων δευτερογενών υλικών. Στην CLA 250+, το βάρος των δευτερογενών υλικών που χρησιμοποιούνται στα θερμοπλαστικά αυξήθηκε στα 42 κιλά, ενώ περίπου το 50% αυτών προέρχεται από καταναλωτικά απόβλητα (post-consumer sources).
Στον κύκλο ζωής ενός ηλεκτρικού οχήματος, καθοριστικό ρόλο στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα διαδραματίζει και η φόρτιση με ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Επομένως, μέσω της πλατφόρμας MB.Charge Public, η Mercedes προσφέρει στους πελάτες της τη δυνατότητα να φορτίζουν τα οχήματά τους με «πράσινη» ενέργεια. Αν στο σημείο φόρτισης δεν υπάρχουν αποθέματα «πράσινης» ενέργειας, τότε ενεργοποιείται το σύστημα “Green Charging”, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούνται πιστοποιητικά ανανεώσιμης ενέργειας, που εξασφαλίζουν ότι μια ισοδύναμη ποσότητα πράσινης ενέργειας (από πιστοποιημένες πηγές) διοχετεύεται στο δίκτυο ηλεκτροδότησης.
