Ειδήσεις

24 Nov, 2021 Ώρα 12:51

Dacia, η μάρκα με το μεγάλο όραμα

Thumbnail

Τα τελευταία 15 χρόνια, η Dacia ξεχωρίζει στον τομέα της χάρη στην ιδεολογία. Η μάρκα απευθύνεται σε ένα ευρύ κοινό που έχει επιλέξει μια πιο ορθολογική μορφή μετακίνησης. Με παρουσία σε 44 χώρες και με πάνω από 7 εκατομμύρια πελάτες, η Dacia συνεχίζει να προσαρμόζεται στις ανάγκες της κάθε εποχής. Μια εταιρεία που συνεχίζει να απολαμβάνει επιτυχίες, με την ίδια συνταγή: να προσφέρει τα απαραίτητα, στην καλύτερη τιμή. Σήμερα η Dacia ετοιμάζεται να προσθέσει ακόμη ένα νέο κεφάλαιο στην πετυχημένη ιστορία της.

Close

 

 

Η Dacia «γεννήθηκε» το 1968, με έναν σαφή στόχο: την παροχή σύγχρονων, ισχυρών, οικονομικών αυτοκινήτων για ολόκληρη την Ρουμανία. Το όνομά της εταιρείας εμπνέεται άμεσα από το όνομα της επικράτειας της σημερινής Ρουμανίας, η οποία ονομαζόταν Dacia στην αρχαιότητα. Το 1999, καθοδηγούμενη από τον Louis Schweitzer, η Dacia εντάχθηκε στον Όμιλο Renault και πήρε νέα μονοπάτια φιλοδοξίας και επιτυχίας. Αυτή η νέα ανατροπή στην ιστορία της μάρκας έγινε πραγματικότητα το 2004 με την κυκλοφορία του Logan, ενός σύγχρονου οικογενειακού σαλούν ενώ το 2008 παρουσίασε στην παγκόσμια αγορά και το Sandero που αποδείχθηκε επίσης η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία της. Το 2010, η Dacia παραβίασε τους κανόνες για άλλη μια φορά προσφέροντας το πιο προσιτό SUV της αγοράς: το Duster, ένα ελκυστικό όχημα με πραγματικές δυνατότητες εντός και εκτός δρόμου, και φυσικά σε προσιτή τιμή με αποτέλεσμα η Dacia να απολαύσει ακόμη μια μεγάλη επιτυχία στις πωλήσεις.

 

Close

 

Και το μέλλον της Dacia; Να κατακτήσει νέες περιοχές με βάση ένα μοναδικό και ιδιαίτερα αποτελεσματικό επιχειρηματικό μοντέλο που εστιάζει πάντα στις βασικές ανάγκες των πελατών. Αιχμή του δόρατος τα Spring και Bigster Concept, που παρουσιάστηκαν φέτος.

Μπορείτε να δείτε όλα τα μοντέλα στους εκθεσιακούς χώρους του Ομίλου Πηλακούτα.

 

16 Apr, 2025 Ώρα 09:00

Ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό; Οι δασμοί Τραμπ και το μέλλον της αυτοκινητοβιομηχανίας

Thumbnail

Η επιβολή δασμών 25% στα εισαγόμενα  αυτοκίνητα από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, συνεχίζει να προκαλεί ανησυχία στην παγκόσμια αυτοκινητοβιομηχανία.

Close

Σύμφωνα με εκτιμήσεις κορυφαίων αναλυτών της Wall Street και της αυτοκινητοβιομηχανίας, οι πολιτικές αυτές αναμένεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις, οδηγώντας σε πτώση των πωλήσεων κατά εκατομμύρια αυτοκίνητα ετησίως, αύξηση των τιμών τόσο στα καινούργια όσο και στα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα, και ένα συνολικό αυξημένο κόστος που ξεπερνά τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια για τον κλάδο.

Το 2025 η σημαντικότερη χρονιά στην ιστορία του κλάδου

Ο Felix Stellmaszek, παγκόσμιος επικεφαλής της Boston Consulting Group για την αυτοκινητοβιομηχανία και την κινητικότητα, χαρακτηρίζει το 2025 ως την πιθανώς σημαντικότερη χρονιά στην ιστορία του κλάδου. Επισημαίνει ότι οι δασμοί δεν δημιουργούν απλώς άμεσες πιέσεις κόστους, αλλά επιβάλλουν θεμελιώδεις αλλαγές στον τρόπο και τον τόπο κατασκευής των αυτοκινήτων.

Close

Η Boston Consulting Group, μια συμβουλευτική εταιρία διαχείρισης, εκτιμά ότι οι δασμοί θα επιβαρύνουν την αυτοκινητοβιομηχανία με ένα επιπλέον κόστος της τάξεως των 110 έως 160 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως. Αυτό το αυξημένο κόστος αναμένεται να επηρεάσει σημαντικά το 20% των εσόδων της αμερικανικής αγοράς νέων αυτοκινήτων, αυξάνοντας το κόστος παραγωγής τόσο για τους Αμερικανούς όσο και για τους ξένους κατασκευαστές.

Το κόστος για αυτοκινητοβιομηχανίες μόνο στις ΗΠΑ θα αυξηθεί κατά 107,7 δισ. δολάρια

Ακόμη πιο συγκεκριμένη είναι η ανάλυση του Center for  Automotive Research, ενός μη κερδοσκοπικού think tank με έδρα το Μίσιγκαν, το οποίο προβλέπει ότι το κόστος για τις αυτοκινητοβιομηχανίες μόνο στις ΗΠΑ θα αυξηθεί κατά 107,7 δισεκατομμύρια δολάρια.

Close

Στο ποσό αυτό περιλαμβάνονται 41,9 δισεκατομμύρια δολάρια που θα επιβαρύνουν τους τρεις μεγάλους κατασκευαστές του Ντιτρόιτ, General Motors, Ford και Stellantis.

Οι αναλύσεις λαμβάνουν υπόψη τόσο τους ήδη επιβληθέντες δασμούς 25% στα εισαγόμενα αυτοκίνητα, όσο και τους επικείμενους δασμούς του ίδιου ποσοστού στα ανταλλακτικά αυτοκινήτων που αναμένεται να τεθούν σε ισχύ από τις 3 Μαΐου.

Επιπτώσεις στους καταναλωτές και μείωση των πωλήσεων

Ενώ οι αυτοκινητοβιομηχανίες και οι προμηθευτές ενδέχεται να απορροφήσουν ένα μέρος αυτών των αυξήσεων του κόστους, οι αναλυτές εκτιμούν ότι ένα σημαντικό μέρος θα μετακυλιστεί στους καταναλωτές, οδηγώντας αναπόφευκτα σε μείωση των πωλήσεων.

Ο αναλυτής της Goldman Sachs, Μάρκ Ντιλάνεϊ, σε σημείωμά του προς τους επενδυτές, εκτιμά ότι οι προτεινόμενοι δασμοί θα αυξήσουν το κόστος τόσο των εισαγόμενων όσο και των εγχώριας κατασκευής αυτοκινήτων στις ΗΠΑ κατά ένα χαμηλό έως μεσαίο μονοψήφιο ποσοστό χιλιάδων δολαρίων κατά μέσο όρο.

Θεωρεί δε δύσκολο για την αυτοκινητοβιομηχανία να μετακυλίσει πλήρως αυτή την αύξηση στους καταναλωτές, ιδίως σε ένα περιβάλλον όπου η καταναλωτική ζήτηση παρουσιάζει σημάδια εξασθένησης.

Η Goldman Sachs προβλέπει ότι οι τιμές των νέων αυτοκινήτων στις ΗΠΑ θα αυξηθούν κατά περίπου 2.000 έως 4.000 δολάρια τους επόμενους 6 έως 12 μήνες, προκειμένου να αντικατοπτρίζουν το αυξημένο κόστος των δασμών.

Οι επιπτώσεις στην αγορά και στην οικονομία

Την ίδια στιγμή, το καταναλωτικό κλίμα στις ΗΠΑ επιδεινώθηκε περισσότερο από το αναμενόμενο τον Απρίλιο, με το αναμενόμενο επίπεδο πληθωρισμού να φτάνει στο υψηλότερο σημείο από το 1981, σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν.

Η Telemetry, μια εταιρεία συμβούλων αυτοκινήτων, προβλέπει ότι το υψηλότερο κόστος παραγωγής και ανταλλακτικών θα οδηγήσει σε μείωση των πωλήσεων στις ΗΠΑ και τον Καναδά κατά περισσότερα από 2 εκατομμύρια  αυτοκίνητα ετησίως, γεγονός που αναμένεται να έχει ευρύτερες αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία.

Αβέβαιο μέλλον

Συνολικά, το μέλλον της αυτοκινητοβιομηχανίας υπό το βάρος των δασμών του Τραμπ παραμένει αβέβαιο. Οι αναλυτές συμφωνούν ότι οι αυξήσεις των τιμών και η μείωση των πωλήσεων είναι αναπόφευκτες, θέτοντας σε κίνδυνο την κερδοφορία των κατασκευαστών και επιβαρύνοντας τους καταναλωτές.

Η διαρθρωτική αλλαγή που επισημαίνει η Boston Consulting Group φαίνεται να είναι σε εξέλιξη, αναγκάζοντας τις εταιρείες να αναθεωρήσουν τις στρατηγικές τους και να προσαρμοστούν σε ένα νέο, πιο ακριβό περιβάλλον.