O Lee Iacocca ήταν ένας από τους πραγματικούς γίγαντες της σύγχρονης αυτοκινητοβιομηχανίας Ο 94χρονος, ένας από τα πιο χαρισματικά στελέχη της αυτοκινητοβιομηχανίας, άφησε σήμερα την τελευταία του πνοή στο σπίτι του στο Bel Air του Λος Άντζελες της Καλιφόρνια, με τους γιατρούς να αναφέρουν πως ο θάνατός του προκλήθηκε από επιπλοκές της νόσου του Πάρκινσον όπου έπασχε.
Ένα από τα σημαντικότερα έργα του στη Ford ήταν η συμβολή του στην εξέλιξη του Ford Mustang, του muscle car που έμεινε στην ιστορία και έθεσε νέα στάνταρ στην αμερικανική αγορά.

Ο Lee Iacocca ξεκίνησε την καριέρα του το 1946 στη Ford, όντας ο υπεύθυνος για την Mustang, ενώ ήταν αυτός που έσωσε την Chrysler από την χρεωκοπία στις αρχές της δεκαετίας τους 1980, αφού έπεισε το αμερικάνικο Κογκρέσο να δώσει στην εταιρία κρατικά εγγυημένα δάνεια ύψους 1,2 δισ. δολαρίων.
Παράλληλα, κατάφερε και να πείσει τους προμηθευτές, τους εμπόρους και τους συνδικαλιστές να κάνουν θυσίες, ενώ ο ίδιος μείωσε τον μισθό του στο 1 δολάριο.

Ο Lee Iacocca γεννήθηκε στις 15 Οκτωβρίου του 1924 από ιταλοαμερικανούς μετανάστες στο Allentown της Πενσυλβανίας. Σπούδασε μηχανικός, έκανε το μεταπτυχιακό του στο Princeton και ξεκίνησε να εργάζεται ως εκπαιδευόμενος μηχανικός στη Ford το 1964. Τελικά κατάφερε να γίνει πρόεδρος της εταιρίας.
Η FCA αναφέρει σε ανακοίνωσή της:
Η εταιρεία είναι λυπημένη από την είδηση του θανάτου του Lee Iacocca. Έχει διαδραματίσει έναν ιστορικό ρόλο στην καθοδήγηση της Chrysler εν μέσω κρίσης, καθιστώντας την αληθινά ανταγωνιστική.
Ήταν ένας από τους μεγάλους ηγέτες της εταιρείας μας και της αυτοκινητοβιομηχανίας στο σύνολό της. Έχει επίσης διαδραματίσει έναν βαθύ και ακούραστο ρόλο στην εθνική σκηνή ως επιχειρηματίας, πολιτικός και φιλάνθρωπος.

Mercedes CLA: Η αποτίμηση της περιβαλλοντικής απόδοσης
Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Ambition 2039, η Mercedes επιδιώκει να προσφέρει έναν στόλο οχημάτων με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα μέχρι το 2039, συνδράμοντας στην προστασία του περιβάλλοντος. Παράλληλα, μέσα στην επόμενη δεκαετία, η εταιρεία στοχεύει στη μείωση των εκπομπών CO2 ανά όχημα στο νέο στόλο έως και κατά 50%, καλύπτοντας όλα τα στάδια της αλυσίδας αξίας και ολόκληρο τον κύκλο ζωής του προϊόντος.
Η Mercedes, βέβαια, δεν αρκείται μόνο σε γενικές δεσμεύσεις περί βιωσιμότητας, καθώς για τη νέα CLA όρισε για πρώτη φορά ποσοτικούς στόχους για τη μείωση των εκπομπών CO₂ στην εφοδιαστική αλυσίδα για υλικά παραγωγής. Όπως αναφέρει η γερμανική μάρκα, η έμφαση δίνεται σε υλικά και εξαρτήματα που παρουσιάζουν υψηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, όπως ο χάλυβας, το αλουμίνιο, ορισμένα πλαστικά και οι κυψέλες μπαταριών. Για τη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος των υλικών της, η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία σύναψε ειδικές συμφωνίες με τους προμηθευτές, με αποτέλεσμα οι εκπομπές CO2 για την παραγωγή της CLA 250+ να μπορούν να μειωθούν κατά περίπου 17% σε σύγκριση με τις συμβατικές μεθόδους παραγωγής.

Ειδικότερα, στη νέα CLA, επιστρατεύονται διάφορες τεχνικές που μειώνουν το αποτύπωμα άνθρακα κατά περίπου 30% ανά κυψέλη μπαταρίας, σε σύγκριση με τη συμβατική παραγωγή. Εκτός από τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές κατά την παραγωγή των κυψελών, ανανεώσιμη ενέργεια χρησιμοποιείται επίσης για την παραγωγή των υλικών καθόδου, ανόδου και περιβλήματος της κυψέλης. Επίσης, περίπου το 40% του αλουμινίου που χρησιμοποιείται στη CLA παράγεται σε εργοστάσια ηλεκτρόλυσης τα οποία χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Επιπλέον, κατά την ανάπτυξη του μοντέλου δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στη χρήση όσο το δυνατόν περισσότερων δευτερογενών υλικών. Στην CLA 250+, το βάρος των δευτερογενών υλικών που χρησιμοποιούνται στα θερμοπλαστικά αυξήθηκε στα 42 κιλά, ενώ περίπου το 50% αυτών προέρχεται από καταναλωτικά απόβλητα (post-consumer sources).
Στον κύκλο ζωής ενός ηλεκτρικού οχήματος, καθοριστικό ρόλο στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα διαδραματίζει και η φόρτιση με ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Επομένως, μέσω της πλατφόρμας MB.Charge Public, η Mercedes προσφέρει στους πελάτες της τη δυνατότητα να φορτίζουν τα οχήματά τους με «πράσινη» ενέργεια. Αν στο σημείο φόρτισης δεν υπάρχουν αποθέματα «πράσινης» ενέργειας, τότε ενεργοποιείται το σύστημα “Green Charging”, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούνται πιστοποιητικά ανανεώσιμης ενέργειας, που εξασφαλίζουν ότι μια ισοδύναμη ποσότητα πράσινης ενέργειας (από πιστοποιημένες πηγές) διοχετεύεται στο δίκτυο ηλεκτροδότησης.
