Τα νέα είναι πολύ καλά για το Fiat 500 και τους πολυάριθμούς φίλους του. Το μοντέλο θα εξακολουθεί να υπάρχει στην αγορά και την επόμενη δεκαετία.
Μεταπολεμικά, τo Fiat 500, γενικά εμφανίστηκε πριν από 67 χρόνια, ως Nuova 500. Λογικά, θα περίμενε κάποιος ότι η ιστορία του μετρά πολλές γενιές έκτοτε. Βεβαίως αυτό δεν συμβαίνει όπως γνωρίζουμε.
Η πρώτη παρουσιάστηκε το 1957 και με κάποιες αλλαγές και προσθήκες εκδόσεων του αυτοκινήτου συνέχισε να υπάρχει ως το 1975 όποτε σταμάτησε η παραγωγή του.

Το 2007, η Fiat θα παρουσιάσει τη δεύτερη γενιά του μοντέλου. Και αυτή θα συνεχίσει να πωλείται ανανεούμενη κατά καιρούς έκτοτε αλλά χωρίς να αλλάξει ουσιαστικά.
Το 2020 παρουσιάστηκε το 500e, η αμιγώς ηλεκτρική έκδοσή του, η οποία θεωρήθηκε σαν νέα γενιά του εμβληματικού μοντέλου.
Όμως, στην πραγματικότητα, ήταν μια καινούργια έκδοση η οποία πωλούνταν ταυτόχρονα με αυτή με τον κινητήρα εσωτερικής καύσης. Η τελευταία σταμάτησε να κατασκευάζεται πριν από λίγους μήνες εξαιτίας χαμηλής ζήτησης.

Η ιταλική εταιρεία επιβεβαίωσε με σαφή τρόπο ότι η καινούργια γενιά του «Cinquecento» θα παρουσιαστεί το 2032 και ότι η παραγωγή του θα γίνεται στο Mirafiori, στο ιστορικό εργοστάσιό της. Θυμίζουμε ότι τώρα αυτό γίνεται στην Πολωνία, στο Tychy. Συνεπώς, θα επιστρέψει στα πάτρια εδάφη.
Τα νέα ανακοινώθηκαν από τον ίδιο τον Ζαν-Φιλίπ Εμπαρατό, Επιχειρησιακός Διευθυντής της Stellantis. Δεν έδωσε περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά αλλά είπε ότι αυτό θα γίνει σύντομα, μαζί με τη γνωστοποίηση των μελλοντικών επιχειρηματικών σχεδίων της Fiat.
Σε δημοσίευμα του ιταλικού Quattroruote αναφέρεται ότι εντός του 2025 θα ξεκινήσει η παραγωγή του 500 Ibrida, το οποίο θα διαθέτει κινητήρα με σύστημα ήπιας υβριδικής διάταξης. Οι πωλήσεις του αναμένεται να ξεκινήσουν τον Νοέμβριο της επόμενης χρονιάς, σύμφωνα με το δημοσίευμα.

Αβέβαιο το μέλλον του ανθρακονήματος στην Ευρώπη
Η πρόταση αποτελεί μέρος της αναθεώρησης της Οδηγίας για τα Οχήματα Τέλους Κύκλου Ζωής (End of Life Vehicles – ELV), η οποία ρυθμίζει την αποσυναρμολόγηση και την ανακύκλωση αυτοκινήτων στην Ε.Ε.
Στόχος είναι να αυξηθεί ο περιβαλλοντικός χαρακτήρας της διαδικασίας, αλλά για πρώτη φορά, το ανθράκονημα ταξινομείται ως επιβλαβές υλικό. Αν τελικά εγκριθεί, η απαγόρευση δεν θα τεθεί σε ισχύ πριν το 2029, αφήνοντας χρονικό περιθώριο για προσαρμογές.
Το ανθράκονημα έχει γίνει αναπόσπαστο υλικό στη βιομηχανία, χρησιμοποιούμενο κυρίως στην αεροναυπηγική, στις ανεμογεννήτριες, σε ορισμένα εξαρτήματα μοτοσικλετών αλλά και σε πολλά αυτοκίνητα – ιδιαίτερα σε premium κατηγορίες.

Είναι πιο ελαφρύ από το αλουμίνιο και πιο ανθεκτικό από τον χάλυβα, γεγονός που το καθιστά ιδανικό για τη μείωση του βάρους, ειδικά στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, όπου η μεγάλη μπαταρία προσθέτει σημαντικό βάρος. Η χρήση του βοηθά στη βελτίωση της αυτονομίας και της οδικής συμπεριφοράς.
Η ανησυχία της Ε.Ε. εστιάζει στον τρόπο απόρριψης του υλικού. Κατά την ανακύκλωση ή την καύση του, τα νήματα ανθρακονήματος μπορεί να διασκορπιστούν στον αέρα, προκαλώντας προβλήματα στον εξοπλισμό και ενδεχομένως ερεθισμούς σε ανθρώπινους ιστούς.
Οι αυτοκινητοβιομηχανίες που επενδύουν συστηματικά στο ανθράκονημα ενδέχεται να επηρεαστούν σημαντικά, ειδικά μάρκες όπως η McLaren, η οποία κατασκευάζει ολόκληρα πλαίσια από ανθράκονημα, αλλά και κατασκευαστές ηλεκτρικών μοντέλων υψηλής απόδοσης.

Οι ιαπωνικές εταιρείες Toray Industries, Teijin και Mitsubishi Chemical, που ελέγχουν πάνω από το 50% της παγκόσμιας αγοράς, επίσης αναμένεται να δεχτούν ισχυρό πλήγμα, καθώς ένα μεγάλο ποσοστό των πωλήσεών τους προέρχεται από την Ευρώπη.
Η παγκόσμια αγορά του ανθρακονήματος αποτιμήθηκε σε 5,48 δισ. δολάρια το 2024 και εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 17,08 δισ. μέχρι το 2035, σύμφωνα με εκτίμηση της Roots Analysis. Από αυτή, περίπου το 10% έως 20% αφορά την αυτοκινητοβιομηχανία, ποσοστό που αναμένεται να αυξηθεί καθώς οι κατασκευαστές επιδιώκουν μείωση του βάρους.
Το ερώτημα που παραμένει είναι αν η Ευρώπη πράγματι θα προχωρήσει σε αυτή την απαγόρευση, ή αν θα περιοριστεί σε αυστηρότερους κανόνες διάθεσης και ανακύκλωσης του υλικού. Μέχρι να ξεκαθαρίσει η κατάσταση, οι αυτοκινητοβιομηχανίες έχουν λίγα χρόνια για να βρουν εναλλακτικές ή να προσαρμόσουν τις διαδικασίες τους.
