Την Κυριακή το πρωί, οι δρόμοι στο λαμπερό Πριγκιπάτο της Κυανής Ακτής έκλεισαν για χάρη του Charles Leclerc και της Ferrari. Η αστυνομία διέκοψε την κυκλοφορία, προκειμένου να γίνουν τα γυρίσματα της ταινίας μικρού μήκους «Le Grand Rendez-vous».

Το φιλμάκι σκηνοθετεί ο Claude Lelouch, ο άνθρωπος που είχε αναλάβει την καλλιτεχνική ευθύνη και του «C'etait un Rendez-Vouz», που είχε γυριστεί τον Αύγουστο του 1976 στο Παρίσι με μια Mercedes 450 SEL.
Το φημισμένο «Ραντεβού» του Γάλλου σκηνοθέτη αναβίωσε στο Μονακό. Σε πρώτο πλάνο βρίσκεται η εκθαμβωτική SF90 Stradale, η πρώτη plug-in hybrid Ferrari της ιστορίας και στη θέση του οδηγού είναι ο Μονεγάσκος οδηγός της ιταλικής ομάδας.

Όπως και το 1976, έτσι και τώρα, στόχος του πρωταγωνιστή είναι να φθάσει όσο πιο γρήγορα στο ραντεβού, οδηγώντας δίχως αύριο στους δημόσιους δρόμους.
Για τη μαγνητοσκόπηση του remake χρησιμοποιήθηκαν δύο SF90 Stradale, με τον επικό ήχο να προέρχεται από μία Ferrari 275GTB που ανήκει στον ίδιο τον σκηνοθέτη.
Μάλιστα, στο φιλμ έλαβε μέρος και ο Αλβέρτος Β΄, πρίγκιπας του Μονακό και επικεφαλής του Πριγκιπικού Οίκου των Γκριμάλντι.

Mercedes C-Class: 25 χρόνια από την εμβληματική σειρά 203
Ξεχωριστή θέση στην ιστορία της Mercedes κατέχει η C-Class 203, αποτελώντας ένα από τα δημοφιλέστερα μοντέλα που έχουν κυκλοφορήσιε με το σήμα της. Η δεύτερη γενιά της C-Class παρουσιάστηκε πριν από 25 χρόνια στο Sindelfingen, ενσωματώνοντας προηγμένα συστήματα και μια πληθώρα τεχνολογιών που ήταν προνόμιο της υπερπολυτελούς S-Class. Μετά την 190 (W 201) και την πρώτη C-Class (σειρά 202), η 203 αναθεωρήθηκε πλήρως σε στιλιστικό και τεχνολογικό επίπεδο, ενώ μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2006 είχαν ήδη πωληθεί περίπου 2 εκατ. οχήματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ποτέ ξανά η μάρκα δεν είχε φτάσει τόσο γρήγορα σε αυτό το ορόσημο με μια μόνο σειρά ενός μοντέλου.

Σχεδιαστικά, η C-Class 203 κληρονόμησε στοιχεία από την S-Class 220 του 1998, κάτι που είναι εμφανές τόσο στο μπροστινό μέρος όσο και στη σμιλεμένη «ουρά» με τα χαρακτηριστικά τριγωνικά πίσω φώτα, ενώ διαφοροποιούνταν από τις προκατόχους της χάρη στο μακρύτερο μεταξόνιο, τους εμφανώς πιο κοντούς προβόλους και το πιο κεκλιμένο παρμπρίζ. Έμφαση δόθηκε και στην αεροδυναμική, με τον συντελεστή οπισθέλκουσας (cw) να περιορίζεται σε 0,26, εξασφαλίζοντας πολύ χαμηλά επίπεδα θορύβου στο εσωτερικό.
Από την S-Class προήλθαν, επίσης, και πολλές λειτουργίες, όπως το σύστημα ελέγχου και προβολής COMAND, ένα «ψηφιακό κέντρο ελέγχου» που αναπτύχθηκε πολύ καιρό πριν την εδραίωση των οθονών αφής, αλλά και το σύστημα LINGUATRONIC που εκτελούσε φωνητικές εντολές.

Πέρα από την έκδοση σεντάν, η σειρά διατέθηκε και σε δύο ακόμη παραλλαγές: τη σπορ κουπέ (CL 203) που παρουσιάστηκε στο τέλος του 2000 και τη estate (S 203) το 2001. Τα επίπεδα εξοπλισμού ήταν τα Classic, Elegance και Αvantgarde, ενώ οι κινητήρες ήταν τετρακύλινδροι και πεντακύλινδροι σε σειρά, καθώς και V6, με την κορυφαία έκδοση C 32 AMG να αποδίδει έως και 354 PS (με V6 μοτέρ και supercharger). Μετά την ανανέωση του μοντέλου το 2004, κορυφαία έκδοση ήταν η C 55 AMG με κινητήρα V8 και 367 ίππους, ενώ το σύστημα τετρακίνησης 4Matic ήταν προαιρετικά διαθέσιμο από το φθινόπωρο του 2002.

Οι μηχανικοί προίκισαν τη 203 με υψηλή ευελιξία, ενσωματώνοντας ανάρτηση με τριπλούς συνδέσμους εμπρός και πολλαπλούς συνδέσμους στον πίσω άξονα, θέτοντας νέα πρότυπα στον τομέα της δυναμικής οδήγησης. Παρ’ όλα αυτά, ο σπορ προσανατολισμός δεν υποβάθμιζε την υψηλή ποιότητα κύλισης που χαρακτηρίζει όλα τα μοντέλα της μάρκας.
Η Mercedes C-Class 203 θα πρωταγωνιστήσει στη συνάντηση κλασικών αυτοκινήτων “Classics & Coffee” που θα διεξαχθεί στο μουσείο της γερμανικής μάρκας στη Στουτγάρδη την Κυριακή 18 Μαΐου 2025.
