Η απαράμιλλη Ιταλική σχεδίαση, σε συνδυασμό με την απόλυτη οδηγική αίσθηση και την ισχύ των 540 ίππων του V6 bi-Turbo κινητήρα, κατέκτησαν τους αναγνώστες του AUTO BILD SPORTSCARS, οι οποίοι ανέδειξαν την Giulia GTAm, το ισχυρότερο μοντέλο παραγωγής στην ιστορία της Alfa Romeo, ως το "AUTO BILD SPORTSCAR of the Year 2021".

Την περσινή χρονιά οι αναγνώστες του Γερμανικού περιοδικού είχαν επιλέξει την Alfa Romeo Stelvio Quadrifoglio, αλλά αυτή τη χρονιά η συλλεκτική Giulia GTAm δεν άφησε περιθώρια στον ανταγωνισμό, επιβεβαιώνοντας παράλληλα τη διαχρονική εκτίμηση που τρέφουν για την Alfa Romeo οι φίλοι των σπορ αυτοκινήτων στη Γερμανία.

Με την παραγωγή των σύγχρονων Giulia GTA και GTAm να περιορίστηκε στις 500 αριθμημένες μονάδες, το ακρωνύμιο "Gran Turismo Alleggerita" ορίζει μια λαμπρή ιστορία για τη μάρκα, η οποία γιγαντώθηκε χάρη στην Giulia Sprint GTA του 1965, ένα από τα πλέον επιτυχημένα Ιταλικά αγωνιστικά αυτοκίνητα. Βασιζόμενη στη φιλοσοφία του ένδοξου προγόνου της, η σύγχρονη GTA εφαρμόζει την εκτεταμένη χρήση υπερελαφρών υλικών, ζυγίζοντας έως και 100 κιλά λιγότερο σε σχέση με την ήδη κορυφαία σε αυτό τον τομέα Giulia Quadrifoglio.
Παράλληλα, ο αναβαθμισμένος V6 bi-Turbo κινητήρας των 2,9 λίτρων αποδίδει για την περίσταση 540 ίππους, διαθέτοντας την καλύτερη ειδική ισχύ στην κατηγορία με 187ίππους/λίτρο. Σε συνδυασμό με τις επεμβάσεις στην ανάρτηση και στην αεροδυναμική απόδοση που εξελίχθηκαν σε συνεργασία με την Sauber Engineering, η Giulia GTAm προσφέρει καταιγιστικές επιδόσεις, αλλά και μοναδική οδηγική αίσθηση.

Mercedes CLA: Η αποτίμηση της περιβαλλοντικής απόδοσης
Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Ambition 2039, η Mercedes επιδιώκει να προσφέρει έναν στόλο οχημάτων με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα μέχρι το 2039, συνδράμοντας στην προστασία του περιβάλλοντος. Παράλληλα, μέσα στην επόμενη δεκαετία, η εταιρεία στοχεύει στη μείωση των εκπομπών CO2 ανά όχημα στο νέο στόλο έως και κατά 50%, καλύπτοντας όλα τα στάδια της αλυσίδας αξίας και ολόκληρο τον κύκλο ζωής του προϊόντος.
Η Mercedes, βέβαια, δεν αρκείται μόνο σε γενικές δεσμεύσεις περί βιωσιμότητας, καθώς για τη νέα CLA όρισε για πρώτη φορά ποσοτικούς στόχους για τη μείωση των εκπομπών CO₂ στην εφοδιαστική αλυσίδα για υλικά παραγωγής. Όπως αναφέρει η γερμανική μάρκα, η έμφαση δίνεται σε υλικά και εξαρτήματα που παρουσιάζουν υψηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, όπως ο χάλυβας, το αλουμίνιο, ορισμένα πλαστικά και οι κυψέλες μπαταριών. Για τη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος των υλικών της, η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία σύναψε ειδικές συμφωνίες με τους προμηθευτές, με αποτέλεσμα οι εκπομπές CO2 για την παραγωγή της CLA 250+ να μπορούν να μειωθούν κατά περίπου 17% σε σύγκριση με τις συμβατικές μεθόδους παραγωγής.

Ειδικότερα, στη νέα CLA, επιστρατεύονται διάφορες τεχνικές που μειώνουν το αποτύπωμα άνθρακα κατά περίπου 30% ανά κυψέλη μπαταρίας, σε σύγκριση με τη συμβατική παραγωγή. Εκτός από τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές κατά την παραγωγή των κυψελών, ανανεώσιμη ενέργεια χρησιμοποιείται επίσης για την παραγωγή των υλικών καθόδου, ανόδου και περιβλήματος της κυψέλης. Επίσης, περίπου το 40% του αλουμινίου που χρησιμοποιείται στη CLA παράγεται σε εργοστάσια ηλεκτρόλυσης τα οποία χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Επιπλέον, κατά την ανάπτυξη του μοντέλου δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στη χρήση όσο το δυνατόν περισσότερων δευτερογενών υλικών. Στην CLA 250+, το βάρος των δευτερογενών υλικών που χρησιμοποιούνται στα θερμοπλαστικά αυξήθηκε στα 42 κιλά, ενώ περίπου το 50% αυτών προέρχεται από καταναλωτικά απόβλητα (post-consumer sources).
Στον κύκλο ζωής ενός ηλεκτρικού οχήματος, καθοριστικό ρόλο στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα διαδραματίζει και η φόρτιση με ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Επομένως, μέσω της πλατφόρμας MB.Charge Public, η Mercedes προσφέρει στους πελάτες της τη δυνατότητα να φορτίζουν τα οχήματά τους με «πράσινη» ενέργεια. Αν στο σημείο φόρτισης δεν υπάρχουν αποθέματα «πράσινης» ενέργειας, τότε ενεργοποιείται το σύστημα “Green Charging”, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούνται πιστοποιητικά ανανεώσιμης ενέργειας, που εξασφαλίζουν ότι μια ισοδύναμη ποσότητα πράσινης ενέργειας (από πιστοποιημένες πηγές) διοχετεύεται στο δίκτυο ηλεκτροδότησης.
