Ειδήσεις

21 Jan, 2025 Ώρα 12:11

Γιατί… πάγωσαν τα ηλεκτρικά στην Ιαπωνία;

Thumbnail

Η αγορά των EV’s στη χώρα του ανατέλλοντος ήλιου παρουσίασε κατακόρυφη πτώση το περασμένο έτος και υπάρχουν συγκεκριμένοι λόγοι…

Close

Οι πωλήσεις ηλεκτρικών αυτοκινήτων σε όλο τον κόσμο, είχαν αρκετές διακυμάνσεις το 2024. Ενώ οι ΗΠΑ και η Κίνα κατέγραψαν ισχυρή ανάπτυξη, χώρες στην Ευρώπη ανέφεραν επιβράδυνση, με τις γερμανικές πωλήσεις να καταρρέουν κατά 28% και την Αυστραλία να αναφέρει παρόμοια πτώση.

Τώρα φαίνεται ότι είναι η σειρά της Ιαπωνίας, καθώς το 2024, οι πωλήσεις ηλεκτρικών αυτοκινήτων μειώθηκαν κατακόρυφα κατά 33%, σημειώνοντας την πρώτη πτώση σε τέσσερα χρόνια. Με μόλις 59.736 πωλήσεις, τα EV’s αντιπροσωπεύουν τώρα λιγότερο από το 2% του συνόλου στη χώρα του ανατέλλοντος ήλιου, μια εντυπωσιακή αντίθεση με τις συνολικές παγκόσμιες αγορές.

Close

Σύμφωνα με αναφορά από τη Nikkei Asia η Nissan Motor, η οποία κυριαρχεί στη μισή αγορά ηλεκτρικών της χώρας, υπέστη τεράστιο πλήγμα. Οι πωλήσεις μειώθηκαν κατά 44% στις 30.749 μονάδες, το χαμηλότερο ποσοστό από το 2021.

Η Toyota δεν τα πήγε πολύ καλύτερα. Παρά τη μέτρια αύξηση 10% στις πωλήσεις του bZ4X, οι συνολικές πωλήσεις EV της αυτοκινητοβιομηχανίας μειώθηκαν κατά 30%. Εν τω μεταξύ, η Mitsubishi Motors κατέγραψε μια συγκλονιστική πτώση 64%, στις πωλήσεις EV.

Close

Τι προκάλεσε λοιπόν αυτή την πτώση; Ο βασικός λόγος είναι τα υβριδικά μοντέλα. Η Ιαπωνία παραμένει πιστή σε αυτή την τεχνολογία, που προσφέρει οικονομία καυσίμου και φιλικότητα προς το περιβάλλον, χωρίς την υπέρογκο κόστος. Σε συνδυασμό με την περιορισμένη υποδομή, πολλοί καταναλωτές εξακολουθούν να διατηρούν αποστάσεις από τα αμιγώς ηλεκτρικά.

Εν τω μεταξύ, οι ξένες αυτοκινητοβιομηχανίες έσπευσαν να εντοπίσουν ευκαιρίες σε αυτήν την αγορά με χαμηλή απόδοση. Η BYD σημείωσε αύξηση 54% στις πωλήσεις, λόγω της επιτυχίας του Seal sedan και του προσιτού Dolphin.

16 Apr, 2025 Ώρα 09:00

Ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό; Οι δασμοί Τραμπ και το μέλλον της αυτοκινητοβιομηχανίας

Thumbnail

Η επιβολή δασμών 25% στα εισαγόμενα  αυτοκίνητα από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, συνεχίζει να προκαλεί ανησυχία στην παγκόσμια αυτοκινητοβιομηχανία.

Close

Σύμφωνα με εκτιμήσεις κορυφαίων αναλυτών της Wall Street και της αυτοκινητοβιομηχανίας, οι πολιτικές αυτές αναμένεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις, οδηγώντας σε πτώση των πωλήσεων κατά εκατομμύρια αυτοκίνητα ετησίως, αύξηση των τιμών τόσο στα καινούργια όσο και στα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα, και ένα συνολικό αυξημένο κόστος που ξεπερνά τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια για τον κλάδο.

Το 2025 η σημαντικότερη χρονιά στην ιστορία του κλάδου

Ο Felix Stellmaszek, παγκόσμιος επικεφαλής της Boston Consulting Group για την αυτοκινητοβιομηχανία και την κινητικότητα, χαρακτηρίζει το 2025 ως την πιθανώς σημαντικότερη χρονιά στην ιστορία του κλάδου. Επισημαίνει ότι οι δασμοί δεν δημιουργούν απλώς άμεσες πιέσεις κόστους, αλλά επιβάλλουν θεμελιώδεις αλλαγές στον τρόπο και τον τόπο κατασκευής των αυτοκινήτων.

Close

Η Boston Consulting Group, μια συμβουλευτική εταιρία διαχείρισης, εκτιμά ότι οι δασμοί θα επιβαρύνουν την αυτοκινητοβιομηχανία με ένα επιπλέον κόστος της τάξεως των 110 έως 160 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως. Αυτό το αυξημένο κόστος αναμένεται να επηρεάσει σημαντικά το 20% των εσόδων της αμερικανικής αγοράς νέων αυτοκινήτων, αυξάνοντας το κόστος παραγωγής τόσο για τους Αμερικανούς όσο και για τους ξένους κατασκευαστές.

Το κόστος για αυτοκινητοβιομηχανίες μόνο στις ΗΠΑ θα αυξηθεί κατά 107,7 δισ. δολάρια

Ακόμη πιο συγκεκριμένη είναι η ανάλυση του Center for  Automotive Research, ενός μη κερδοσκοπικού think tank με έδρα το Μίσιγκαν, το οποίο προβλέπει ότι το κόστος για τις αυτοκινητοβιομηχανίες μόνο στις ΗΠΑ θα αυξηθεί κατά 107,7 δισεκατομμύρια δολάρια.

Close

Στο ποσό αυτό περιλαμβάνονται 41,9 δισεκατομμύρια δολάρια που θα επιβαρύνουν τους τρεις μεγάλους κατασκευαστές του Ντιτρόιτ, General Motors, Ford και Stellantis.

Οι αναλύσεις λαμβάνουν υπόψη τόσο τους ήδη επιβληθέντες δασμούς 25% στα εισαγόμενα αυτοκίνητα, όσο και τους επικείμενους δασμούς του ίδιου ποσοστού στα ανταλλακτικά αυτοκινήτων που αναμένεται να τεθούν σε ισχύ από τις 3 Μαΐου.

Επιπτώσεις στους καταναλωτές και μείωση των πωλήσεων

Ενώ οι αυτοκινητοβιομηχανίες και οι προμηθευτές ενδέχεται να απορροφήσουν ένα μέρος αυτών των αυξήσεων του κόστους, οι αναλυτές εκτιμούν ότι ένα σημαντικό μέρος θα μετακυλιστεί στους καταναλωτές, οδηγώντας αναπόφευκτα σε μείωση των πωλήσεων.

Ο αναλυτής της Goldman Sachs, Μάρκ Ντιλάνεϊ, σε σημείωμά του προς τους επενδυτές, εκτιμά ότι οι προτεινόμενοι δασμοί θα αυξήσουν το κόστος τόσο των εισαγόμενων όσο και των εγχώριας κατασκευής αυτοκινήτων στις ΗΠΑ κατά ένα χαμηλό έως μεσαίο μονοψήφιο ποσοστό χιλιάδων δολαρίων κατά μέσο όρο.

Θεωρεί δε δύσκολο για την αυτοκινητοβιομηχανία να μετακυλίσει πλήρως αυτή την αύξηση στους καταναλωτές, ιδίως σε ένα περιβάλλον όπου η καταναλωτική ζήτηση παρουσιάζει σημάδια εξασθένησης.

Η Goldman Sachs προβλέπει ότι οι τιμές των νέων αυτοκινήτων στις ΗΠΑ θα αυξηθούν κατά περίπου 2.000 έως 4.000 δολάρια τους επόμενους 6 έως 12 μήνες, προκειμένου να αντικατοπτρίζουν το αυξημένο κόστος των δασμών.

Οι επιπτώσεις στην αγορά και στην οικονομία

Την ίδια στιγμή, το καταναλωτικό κλίμα στις ΗΠΑ επιδεινώθηκε περισσότερο από το αναμενόμενο τον Απρίλιο, με το αναμενόμενο επίπεδο πληθωρισμού να φτάνει στο υψηλότερο σημείο από το 1981, σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν.

Η Telemetry, μια εταιρεία συμβούλων αυτοκινήτων, προβλέπει ότι το υψηλότερο κόστος παραγωγής και ανταλλακτικών θα οδηγήσει σε μείωση των πωλήσεων στις ΗΠΑ και τον Καναδά κατά περισσότερα από 2 εκατομμύρια  αυτοκίνητα ετησίως, γεγονός που αναμένεται να έχει ευρύτερες αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία.

Αβέβαιο μέλλον

Συνολικά, το μέλλον της αυτοκινητοβιομηχανίας υπό το βάρος των δασμών του Τραμπ παραμένει αβέβαιο. Οι αναλυτές συμφωνούν ότι οι αυξήσεις των τιμών και η μείωση των πωλήσεων είναι αναπόφευκτες, θέτοντας σε κίνδυνο την κερδοφορία των κατασκευαστών και επιβαρύνοντας τους καταναλωτές.

Η διαρθρωτική αλλαγή που επισημαίνει η Boston Consulting Group φαίνεται να είναι σε εξέλιξη, αναγκάζοντας τις εταιρείες να αναθεωρήσουν τις στρατηγικές τους και να προσαρμοστούν σε ένα νέο, πιο ακριβό περιβάλλον.