Είναι πλέον επίσημο. Η Bugatti που μέχρι πρότινος ανήκε στο VW Group πέρασε στα χέρια της κροατικής Rimac και της Porsche. Τι προβλέπει η συμφωνία.
Η Bugatti που μας έχει χαρίσει μερικά από τα πιο εντυπωσιακά supercars είχε αγοραστεί το 1998 από τον Όμιλο Volkswagen. Σήμερα η αλλαγή σκυτάλης στο ιδιοκτησιακό καθεστώς της γαλλικής εταιρείας είναι γεγονός.
Η συμφωνία περιλαμβάνει επίσης το γεγονός ότι η Bugatti θα διατηρήσει την έδρα του εργοστασίου της στο Molsheim της Γαλλίας, αλλά η διοικητική έδρα του νέου σχήματος θα είναι στην Κροατία.

Η κοινή πορεία των δύο εταιριών θα έχει ως στόχο την εξέλιξη και την από κοινού παραγωγή της νέας γενιάς hypercars που θα δούμε στα επόμενα χρόνια. Προβλέπεται ότι τόσο η Bugatti, όσο και η Rimac θα παραμείνουν ανεξάρτητα σήματα διατηρώντας τις εγκαταστάσεις τους στην Γαλλία και στην Κροατία, αντίστοιχα.
Από το 2023 όμως, η νέα εταιρία θα εδρεύει στο Rimac Campus που βρίσκεται λίγο έξω από το Ζάγκρεμπ, απασχολώντας περίπου 2.500 άτομα. Στην αρχική φάση του πλάνου προβλέπεται ότι θα απασχολούνται 430 άτομα, 300 στο Ζάγκρεμπ και 130 στο Molsheim

Η Bugatti θα επωφεληθεί από την Rimac αποκτώντας την ηλεκτρική τεχνολογία της δεύτερης για την κατασκευή ενός ηλεκτρικού υπεραυτοκινήτου στο μέλλον που θα αντικαταστήσει τους μεγάλους και ενεργοβόρους κινητήρες της, όπως τον W16. Η Rimac θα συνεχίσει ακάθεκτη την εξέλιξη των αμιγώς ηλεκτρικών μοντέλων της με την επερχόμενη ναυαρχίδα, την Nevera. Παράλληλα, θα συνεχίσει να παράγεται κανονικά και η Chiron μέχρι την αλλαγή της τρέχουσας γενιάς της.
Τέλος, προβλέπεται πως όλα τα ηλεκτρικά συστήματα κίνησης της Rimac, οι μπαταρίες και οι τεχνολογίες που σχετίζονται με την ηλεκτροκίνηση θα διαχωριστούν σε ένα νέο τμήμα που θα ονομάζεται Rimac Technology. Θα ανήκει στο Rimac Group, αλλά θα είναι πλήρως ανεξάρτητο με σκοπό να προμηθεύει και άλλους κατασκευαστές με τα ηλεκτρικά τεχνολογικά συστήματα.
Πηγή: caranddriver

Σε χαμηλό ιστορικό 70 ετών η παραγωγή αυτοκινήτων στο Ηνωμένο Βασίλειο – Τι συμβαίνει;
Η παραγωγή οχημάτων στο Ηνωμένο Βασίλειο υποχώρησε στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 70 ετών μετά από ένα συνδυασμό κακής χρονικής συγκυρίας των διακοπών του Πάσχα και αβεβαιότητας για τους δασμούς των Η.Π.Α.
Σύμφωνα με την Εταιρεία Κατασκευαστών και Εμπόρων Αυτοκινήτων (SMMT), το Ηνωμένο Βασίλειο κατασκεύασε μόλις 59.203 μονάδες τον Απρίλιο, το χαμηλότερο μηνιαίο επίπεδο από το 1952.
Ο «κακός» αυτός μήνας μπορεί να αποδοθεί σε μια σειρά παραγόντων. Από τη μία οι καθυστερημένες διακοπές του Πάσχα, που πραγματοποιήθηκαν φέτος τον Απρίλιο και από την άλλη, οι συχνές αλλαγές μοντέλων, οι οποίες ανάγκασαν τις αυτοκινητοβιομηχανίες να διακόψουν τις γραμμές παραγωγής για αναβαθμίσεις. Πάντως ο μεγαλύτερος παράγοντας εξακολουθεί να είναι οι αμερικανικοί δασμοί αυτοκινήτων, οι οποίοι ανέρχονται στο 10% για έως και 100.000 οχήματα ετησίως.
Ο διευθύνων σύμβουλος της SMMT, Mike Hawes, δήλωσε: «Χρειάζεται επείγουσα δράση για την τόνωση της εγχώριας ζήτησης και της διεθνούς ανταγωνιστικότητάς μας. Η κυβέρνηση έχει αναγνωρίσει τον κρίσιμο ρόλο της αυτοκινητοβιομηχανίας στην κινητήρια δύναμη της βρετανικής οικονομίας, έχοντας διαπραγματευτεί με επιτυχία βελτιωμένες εμπορικές συνθήκες για τον κλάδο με τις ΗΠΑ, την ΕΕ και την Ινδία μέσα σε ένα μήνα».
Η παραγωγή του Απριλίου αντιπροσωπεύει μείωση 15,8% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο πέρυσι. Κοιτάζοντας βαθύτερα, τα επιβατικά οχήματα σημείωσαν μείωση 8,6% σε 56.534 μονάδες, ενώ τα επαγγελματικά οχήματα σημείωσαν μεγαλύτερη μείωση 68,6% σε μόλις 2.669 μονάδες.
Μπορεί οι δασμοί να προκαλούν αβεβαιότητα, αλλά η κύρια περιοχή εξαγωγής του Ηνωμένου Βασιλείου εξακολουθεί να είναι η Ευρώπη. Οι αποστολές προς την Ε.Ε. μειώθηκαν κατά 19,1% τον Απρίλιο – αλλά εξακολουθούν να αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το ήμισυ του συνόλου των εξαγωγών. Ο αριθμός των οχημάτων που εστάλησαν στις ΗΠΑ μειώθηκε κατά 2,7 τοις εκατό την ίδια περίοδο. Εν τω μεταξύ, οι αποστολές προς την Κίνα και την Τουρκία σημείωσαν άλμα 44 τοις εκατό και 31,2 τοις εκατό, αντίστοιχα.
“Για να επωφεληθούμε από αυτές τις εμπορικές ευκαιρίες, πρέπει να εξασφαλίσουμε πρόσθετες επενδύσεις, οι οποίες θα εξαρτηθούν από την ανταγωνιστικότητα και την εμπιστοσύνη που μπορεί να προσφέρει μια ολοκληρωμένη και καινοτόμος μακροπρόθεσμη βιομηχανική στρατηγική”, δήλωσε ο Hawes.
