Η νέα CRF450R σηματοδοτεί 50 χρόνια από την άφιξη του πρώτου μοντέλου motocross της Honda που απευθύνεται σε όλους τους αναβάτες και όχι μόνο σε αγωνιστικές ομάδες. Στις πέντε δεκαετίες που έχουν περάσει από τότε, έχουν συντελεστεί τεχνολογικά άλματα τα οποία κατέστησαν τα διακριτικά ‘CR’, και στη συνέχεια ‘CRF’, συνώνυμα των off-road επιδόσεων. Ακολουθεί μία αναδρομή σε μερικά από αυτά τα σημαντικά ορόσημα.

Όλα ξεκίνησαν το 1973 με την CR250M Elsinore που ήταν μια μοτοσυκλέτα που δημιουργήθηκε ως απάντηση στον αυξανόμενο ανταγωνισμό στο motocross σε ΗΠΑ και Ευρώπη. Ήταν η πρώτη δίχρονη MX παραγωγής της Honda που κατασκευάστηκε από το μηδέν, και γνώρισε άμεση επιτυχία χάρη στο φιλικό προς το χρήστη χαρακτήρα της, την υψηλή ποιότητα κατασκευής και την αξιοπιστία της. Ανάμεσα στις προωθητικές δραστηριότητες για τη νέα μοτοσυκλέτα ήταν ένα πολύ δημοφιλές διαφημιστικό φιλμ με πρωταγωνιστή τον Steve McQueen. Διέθετε αερόψυκτο κινητήρα 247.8cc και το ταξίδι της Honda στο MX είχε ξεκινήσει.

Το 1981 ήταν μια σημαντική χρονιά στον τομέα της εξέλιξης. Η CR250M είχε κατακτήσει το αγωνιστικό της ‘R’ στα τέλη της δεκαετίας του ‘70, και το 1981 η Honda έφερε την τεχνολογία των εργοστασιακών μοτοσυκλετών της στο ευρύ κοινό με την πρώτη υδρόψυκτη μοτοσυκλέτας παραγωγής. Μόλις ένα χρόνο αργότερα, το 1982, το Racing Service Centre της Honda ξαναγεννήθηκε ως Honda Racing Corporation. Το HRC σύντομα έγινε συνώνυμο των επιτυχιών στους αγώνες motocross.

Το 1985 ήταν η ‘χρυσή εποχή’ για τις 500άρες. Η CR500R που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1984 σε αερόψυκτη έκδοση και έγινε υδρόψυκτη το 1985. Αποτελώντας τώρα μια μυθική και εμβληματική μοτοσυκλέτα που καθόρισε την κατηγορία motocross τη δεκαετία του 1980 με την αισθητική της να αποτελεί πηγή έμπνευσης για το επετειακό μοντέλο 2023 CRF450R 50th Anniversary. Το 1997 η Honda κατασκεύσε το πρώτο αλουμινένιο πλαίσιο για μοτοσυκλέτα MX παραγωγής Έχοντας αναγνωριστεί ως μία από τις πιο επιδραστικές μοτοσυκλέτες της δεκαετίας του ‘90, η CR250R ξεκίνησε μία off-road επανάσταση που είναι ακόμα εμφανής στα μοντέλα MX του σήμερα.
Το 2002 η Honda ξεκίνησε ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία του MX με την πρώτη γενιά ενός μοντέλου 450cc, του πρώτου τετράχρονου και άμεσου αντικαταστάτη της CR250R. Ο κινητήρας των 449 cc ήταν ισχυρός, ομαλός και με μεγάλο εύρος ισχύος που χωρίς να μειώνει τη δύναμή του, τον καθιστούσε λιγότερο άγριο από έναν εφάμιλλο δίχρονο κινητήρα 250cc.
Μετά από μία σταθερή εξέλιξη, η CRF450R ξαναγεννήθηκε το 2009 διαθέτοντας έναν κινητήρα με σύστημα ψεκασμού. Οι ιδιοκτήτες μπορούσαν επίσης να κάνουν προσαρμογές στον ψεκασμό καυσίμου και στο χρονισμό της ανάφλεξης μέσω του εργαλείου HRC PGM-FI. Η επανασχεδίαση του κινητήρα και το νέο πλαίσιο εστίασαν στη συγκέντρωση της μάζας στο κέντρο, καθιστώντας την CRF450R.
Το 2017, η CRF450R επανασχεδιάστηκε πλήρως, διαθέτοντας εντελώς νέο πλαίσιο, αναρτήσεις Showa παντού και μία σημαντική αύξηση της απόδοσης ισχύος στις υψηλές στροφές χάρη σε έναν ολοκαίνουργιο κινητήρα ενώ το 2020 έφερε και το Honda Selectable Torque Control (HSTC) τριών επιπέδων που χάρισε στον αναβάτη επιλογές για τη διαχείριση της πρόσφυσης του πίσω τροχού.Το 2021, πέρα από τους τροχούς και τη βασική αρχιτεκτονική του κινητήρα, η CRF450R ήταν μία πραγματικά εντελώς νέα μοτοσυκλέτα, βασιζόμενη σε μεγάλο βαθμό στις εξελίξεις της CRF450RW με την οποία ο Tim Gajser κατέκτησε το πρωτάθλημα ΜΧ GP το 2019. Όπως συμβαίνει πάντα με το motocross, και την CRF450R, το παιχνίδι συνεχίζεται και η πιο πρόσφατη μοτοσυκλέτα έχει αναβαθμιστεί με πληθώρα βελτιώσεων στον κινητήρα και το πλαίσιο – καθ’ υπόδειξη των εργοστασιακών αναβατών και της HRC με σκοπό να κινούνται πολύ ταχύτερα και πολύ ευκολότερα. Και το 2023 σηματοδοτεί τα 50 χρόνια από τη γέννηση της μοτοσυκλέτας από την οποία ξεκίνησαν όλα αυτά, της CR250M Elsinore. Η επετειακή έκδοση περιορισμένης παραγωγής CRF450R 50th Anniversary αποτίνει έναν εντυπωσιακό φόρο τιμής στις πανίσχυρες CR της δεκαετίας του 1980.

Το Renault 5 Turbo 3E είναι το πρώτο αμιγώς ηλεκτρικό mini - supercar
Η Renault αναβιώνει τα Renault 5 Turbo και Turbo 2 της δεκαετίας του 1980, λανσάροντας το ισχυρότερο μοντέλο παραγωγής που έχει κατασκευάσει μέχρι σήμερα. Πρόκειται για το Renault 5 Turbo 3E, ένα αμιγώς ηλεκτρικό μοντέλο που σηματοδοτεί τη δημιουργία μιας νέας κατηγορίας οχημάτων. Αυτή των mini-supercars.

Το Renault 5 Turbo 3E θα σταδιοδρομήσει αποκλειστικά ως δίθυρο και διθέσιο, βασιζόμενο σε μια νέα πλατφόρμα με αρχιτεκτονική κίνησης στους πίσω τροχούς, που του επιτρέπει να διατηρήσει αναλλοίωτο το σπορ DNA των προγόνων του.

Σε επίπεδο εμφάνισης, το δίθυρο και διθέσιο Renault 5 Turbo 3E υιοθετεί τη σχεδιαστική γλώσσα των Renault 5 Turbo και Turbo 2, φέροντας ένα ρετρο-φουτουριστικό σχεδιασμό, όπως συνέβη και με τα Renault 5 και 4 E-Tech Electric. Στο μπροστινό μέρος διατηρείται η κλασική διάταξη με τους τετράγωνους κεντρικούς προβολείς (τώρα με τεχνολογία LED), που πλαισιώνονται από μια λεπτή λωρίδα με τρία κεντρικά τμήματα και δύο επιπλέον τετράγωνα φώτα.

Οι θόλοι των τροχών (20”) υποδηλώνουν τον σπορ προσανατολισμό του μοντέλου και ο επιβλητικός διαχύτης γύρω από τον εμπρός προφυλακτήρα, σε συνδυασμό με τον μεγάλο αεραγωγό στο καπό συνδράμουν στη βελτιστοποίηση της κάθετης δύναμης και επιτυγχάνουν την ιδανική ισορροπία ανάμεσα στο μπροστινό και το πίσω μέρος του οχήματος.
Τη σπορ υπόσταση του Renault 5 Turbo 3E αναδεικνύει και ο σχεδιασμός της καμπίνας, όπου πρωταγωνιστούν bucket καθίσματα με ζώνες έξι σημείων και το κάθετο χειρόφρενο, όπως αυτό που απαντάται στα αυτοκίνητα από τον κόσμο των ράλι. Φυσικά δεν απουσιάζουν και οι σύγχρονες τεχνολογίες, με αποκορύφωμα τις οθόνες OpenR των 10,1 και 10,25 ιντσών με ενσωματωμένες υπηρεσίες της Google.

Κάθε ένας από τους πίσω τροχούς του μοντέλου φέρει έναν ηλεκτροκινητήρα, με τη συνδυαστική απόδοση να ανέρχεται σε 540 ίππους και τη ροπή να φτάνει 4.800 Nm, καθιστώντας δυνατή την επιτάχυνση στα πρώτα 100 χλμ./ώρα σε μόλις 3,5 δλ. Πρόκειται για επιδόσεις supercar που οφείλονται μεταξύ άλλων στο χαμηλό βάρος των 1.450 κιλών, και την εξαιρετική αναλογία των 2,7 κιλών/ίππο. Οι ηλεκτροκινητήρες αντλούν ενέργεια από μπαταρία 70 kWh που είναι τοποθετημένη κάτω από το πάτωμα και εξασφαλίζει έως και 400 χλμ. αυτονομία. Η θέση της μπαταρίας εξασφάλισε στο μοντέλο χαμηλό κέντρο βάρους και επέτρεψε στους μηχανικούς της Alpine να βελτιστοποιήσουν την ανάρτηση ώστε να διαχειρίζεται απρόσκοπτα τη μεγάλη ισχύ του συστήματος κίνησης, όπως και τις drift ικανότητες του μοντέλου.
Παράλληλα, το Renault 5 Turbo 3E επωφελείται από αρχιτεκτονική 800V, υποστηρίζοντας ταχυφόρτιση έως 350 kW και ανεφοδιασμό της μπαταρίας από το 15 στο 80% σε μόλις 15 λεπτά.
Το οπλοστάσιο του αμιγώς ηλεκτρικού γαλλικού hatchback περιλαμβάνει επίσης λειτουργία “power boost” μέσω ενός κουμπιού στο τιμόνι, λειτουργία ανάκτησης ενέργειας κατά την πέδηση τεσσάρων βαθμίδων και το σύστημα Multi-Sense με τέσσερα προφίλ οδήγησης (Snow, Regular, Sport και Race), συμπεριλαμβανομένης μιας λειτουργίας για drift.
