Με το όραμα να κυριαρχήσει στην αγορά των πολυτελών επιβατικών εξελίχθηκε το μοντέλο LM της Lexus, προτάσσοντας χαρακτηριστικά που δύσκολα απαντώνται στον ανταγωνισμό και αντλούν έμπνευση από τον κόσμο των ιδιωτικών τζετ. Είτε κινείται σε πόλεις, είτε σε απομακρυσμένους δρόμους της εξοχής, στόχος της Lexus ήταν το LM να αποτελεί έναν αθόρυβο μεταφορέα που δεν κάνει συμβιβασμούς στους τομείς της άνεσης και της πολυτέλειας. Για τη μάρκα το μοντέλο αποτελεί την απόλυτη έκφραση του “Omotenashi”, της ιαπωνικής αρχής φιλοξενίας η οποία βρίσκεται στο επίκεντρο της Lexus και βασίζεται στην ικανοποίηση κάθε ανάγκης με απόλυτη φυσικότητα.

Το Omotenashi συμβάλλει στην προσπάθεια της μάρκας να προσφέρει στους πελάτες της μοναδικές εμπειρίες και κατέστησε το LM άξιο συμμετέχοντα σε ένα πρόσφατο πρόγραμμα περιπέτειας στη Νέα Ζηλανδία. Εκεί οι ταξιδιώτες είχαν την ευκαιρία να βιώσουν το πνεύμα της περιπέτειας, έτσι όπως το οραματίζεται η Lexus, βασιζόμενο στο τρίπτυχο «πολυτέλεια, εξαιρετική οδηγική εμπειρία και άνεση».
Οι ταξιδιώτες έκατσαν στα διπλά πίσω καθίσματα της κορυφαίας έκδοσης του μοντέλου, απολαμβάνοντας πανοραμική θέα. Αυτή η τετραθέσια έκδοση του LM ξεχωρίζει για τη σχεδίαση, τις τεχνολογίες και τα χαρακτηριστικά του Omotenashi στο μέγιστο. Τα πίσω καθίσματα είναι επενδυμένα με δέρμα και εξοπλίζονται με εκτεινόμενα μαξιλαράκια για στήριξη των ποδιών, ενσωματώνοντας ταυτόχρονα λειτουργίες θέρμανσης, εξαερισμού και μασάζ. Επιπλέον, εφόσον ο επιβάτης επιθυμεί να κάνει ένα διάλειμμα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, τα καθίσματα μπορούν να οριζοντιωθούν, σε στιλ «αεροπορικό». Την άνεση ενισχύει η λειτουργία Lexus Climate Concierge που παρακολουθεί τη θερμοκρασία του σώματος κάθε επιβάτη, προσαρμόζοντας ανάλογα τον κλιματισμό.

Επιπροσθέτως, ο εσωτερικός χώρος είναι θωρακισμένος από ανεπιθύμητους εξωτερικούς θορύβους, προσφέροντας μια «φυσική ησυχία» που παραπέμπει σε ένα ήσυχο δάσος της Νέας Ζηλανδίας. Παράλληλα, μια μεγάλη οθόνη 48 ιντσών υψηλής ευκρίνειας μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την προβολή ταινιών ή για διαδικτυακά ραντεβού, με τον εξοπλισμό να περιλαμβάνει ακόμη ηχοσύστημα Mark Levinson Surround Sound με 23 ηχεία, πτυσσόμενα τραπεζάκια, ηλεκτρικές πόρτες, σκιάδια, όπως και ένα ψυγείο 14 λίτρων.

Κατά την εξέλιξη του LM δόθηκε μεγάλη έμφαση και στο μηχανολογικό σκέλος, με ένα προηγμένο αυτοφορτιζόμενο υβριδικό σύστημα και μια ανάρτηση που διατηρεί την άνεση και τη σταθερότητα κάτω από οποιαδήποτε συνθήκη. Εκτός από την τετραθέσια έκδοση, η γκάμα LM περιλαμβάνει ένα επταθέσιο μοντέλο που ενδείκνυται για τις μεταφορές στελεχών με σοφέρ. Η πίσω καμπίνα διαθέτει δύο VIP καθίσματα και μια διάταξη καθισμάτων δεύτερης σειράς “2+1” που όταν δεν χρησιμοποιούνται μπορούν να αναδιπλωθούν, παρέχοντας επιπλέον χώρο φόρτωσης. Ο εξοπλισμός περιλαμβάνει δερμάτινα καθίσματα, την τεχνολογία Lexus Climate Concierge, μια πτυσσόμενη πίσω οθόνη 14 ιντσών, ένα πτυσσόμενο τραπέζι και ένα ηχοσύστημα Mark Levinson 3D Surround Sound με 21 ηχεία.
Για τη Lexus, το LM δεν είναι απλώς ένα πολυτελές όχημα, αλλά ένας συνδυασμός επαγγελματικού, ψυχαγωγικού και χαλαρωτικού χώρου, που επιτρέπει στους επιβάτες να εργάζονται, να ξεκουράζονται ή να διασκεδάζουν κατά τη διάρκεια της διαδρομής, δίχως να παραβιάζεται η ιδιωτικότητά τους.

Mercedes C-Class: 25 χρόνια από την εμβληματική σειρά 203
Ξεχωριστή θέση στην ιστορία της Mercedes κατέχει η C-Class 203, αποτελώντας ένα από τα δημοφιλέστερα μοντέλα που έχουν κυκλοφορήσιε με το σήμα της. Η δεύτερη γενιά της C-Class παρουσιάστηκε πριν από 25 χρόνια στο Sindelfingen, ενσωματώνοντας προηγμένα συστήματα και μια πληθώρα τεχνολογιών που ήταν προνόμιο της υπερπολυτελούς S-Class. Μετά την 190 (W 201) και την πρώτη C-Class (σειρά 202), η 203 αναθεωρήθηκε πλήρως σε στιλιστικό και τεχνολογικό επίπεδο, ενώ μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2006 είχαν ήδη πωληθεί περίπου 2 εκατ. οχήματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ποτέ ξανά η μάρκα δεν είχε φτάσει τόσο γρήγορα σε αυτό το ορόσημο με μια μόνο σειρά ενός μοντέλου.

Σχεδιαστικά, η C-Class 203 κληρονόμησε στοιχεία από την S-Class 220 του 1998, κάτι που είναι εμφανές τόσο στο μπροστινό μέρος όσο και στη σμιλεμένη «ουρά» με τα χαρακτηριστικά τριγωνικά πίσω φώτα, ενώ διαφοροποιούνταν από τις προκατόχους της χάρη στο μακρύτερο μεταξόνιο, τους εμφανώς πιο κοντούς προβόλους και το πιο κεκλιμένο παρμπρίζ. Έμφαση δόθηκε και στην αεροδυναμική, με τον συντελεστή οπισθέλκουσας (cw) να περιορίζεται σε 0,26, εξασφαλίζοντας πολύ χαμηλά επίπεδα θορύβου στο εσωτερικό.
Από την S-Class προήλθαν, επίσης, και πολλές λειτουργίες, όπως το σύστημα ελέγχου και προβολής COMAND, ένα «ψηφιακό κέντρο ελέγχου» που αναπτύχθηκε πολύ καιρό πριν την εδραίωση των οθονών αφής, αλλά και το σύστημα LINGUATRONIC που εκτελούσε φωνητικές εντολές.

Πέρα από την έκδοση σεντάν, η σειρά διατέθηκε και σε δύο ακόμη παραλλαγές: τη σπορ κουπέ (CL 203) που παρουσιάστηκε στο τέλος του 2000 και τη estate (S 203) το 2001. Τα επίπεδα εξοπλισμού ήταν τα Classic, Elegance και Αvantgarde, ενώ οι κινητήρες ήταν τετρακύλινδροι και πεντακύλινδροι σε σειρά, καθώς και V6, με την κορυφαία έκδοση C 32 AMG να αποδίδει έως και 354 PS (με V6 μοτέρ και supercharger). Μετά την ανανέωση του μοντέλου το 2004, κορυφαία έκδοση ήταν η C 55 AMG με κινητήρα V8 και 367 ίππους, ενώ το σύστημα τετρακίνησης 4Matic ήταν προαιρετικά διαθέσιμο από το φθινόπωρο του 2002.

Οι μηχανικοί προίκισαν τη 203 με υψηλή ευελιξία, ενσωματώνοντας ανάρτηση με τριπλούς συνδέσμους εμπρός και πολλαπλούς συνδέσμους στον πίσω άξονα, θέτοντας νέα πρότυπα στον τομέα της δυναμικής οδήγησης. Παρ’ όλα αυτά, ο σπορ προσανατολισμός δεν υποβάθμιζε την υψηλή ποιότητα κύλισης που χαρακτηρίζει όλα τα μοντέλα της μάρκας.
Η Mercedes C-Class 203 θα πρωταγωνιστήσει στη συνάντηση κλασικών αυτοκινήτων “Classics & Coffee” που θα διεξαχθεί στο μουσείο της γερμανικής μάρκας στη Στουτγάρδη την Κυριακή 18 Μαΐου 2025.
