«Η Mercedes-Benz θα διατηρήσει τη μνήμη ενός μεγάλου οδηγού αγώνων ζωντανή και τιμημένη», δήλωσε ο Christian Boucke, επικεφαλής της Mercedes-Benz Classic. Ο Sir Stirling Moss έφυγε από την ζωή στις 12 Απριλίου 2020, και αποτελούσε ένα μεγάλο και λαμπρό αστέρι της αγωνιστικής ομάδας της Mercedes-Benz, ειδικά την σεζόν του 1955. Θρίαμβοι όπως όπως η νίκη του στο Mille Miglia με χρόνο ρεκόρ και η νίκη στο βρετανικό Grand Prix θα διασφαλίσουν ότι το όνομά του θα είναι για πάντα στενά συνδεδεμένο με τις επιτυχίες του μηχανοκίνητου αθλητισμού αυτής της μάρκας. Ευχαριστούμε, Sterling!» συμπλήρωσε ο Boucke.

1 Μαΐου 1955 στη Μπρέσια της Ιταλίας, ώρα 7.22 π.μ. Ένα ασημένιο αγωνιστικό σπορ αυτοκίνητο φεύγει από την ράμπα της εκκίνησης. Ο Stirling Moss και ο συνοδηγός του Denis Jenkinson με την Mercedes-Benz 300 SLR (W 196 S) ξεκίνησαν το μεγάλο τους ταξίδι σε ένα από τους σημαντικότερους και πιο κουραστικούς αγώνες στον κόσμο εκείνη την εποχή - το Mille Miglia. Τουλάχιστον 1.000 μίλια δρόμου μέσω της Ιταλίας τους περίμεναν (1.597 χιλιόμετρα). Οι αντίπαλοί τους δεν είναι απλώς τα 520 άλλα οχήματα αλλά, πάνω απ' όλα, μια διαδρομή μέσω δημόσιων δρόμων αλλά και το ρολόι που μετρούσε συνεχώς. Στο τέλος της μέρας, το μόνο που μετράει είναι ο χρόνος που θα χρειαστεί ένα πλήρωμα για να καλύψει τα 1.000 μίλια.

Μετά από 10 ώρες, 7 λεπτά και 48 δευτερόλεπτα, η ασημένια 300 SLR με το κόκκινο «722»ζωγραφισμένο πάνω του και με οδηγό τον Stirling Moss, πέρασε τη γραμμή τερματισμού στη Μπρέσια. Ο αριθμός έναρξης απεικονίζει την ώρα έναρξης, όπως συνήθως στο Mille Miglia. Ο Moss και ο Jenkinson έθεσαν νέο ρεκόρ, με την μέση ωριαία ταχύτητά τους εκείνη την ημέρα να ήταν 157,65 km/h. Ο χρόνος τους για αυτόν τον θρυλικό αγώνα δρόμου δεν καταρρίφθηκε ποτέ.

«Ήταν πράγματι η μεγαλύτερη νίκη μου», είπε αργότερα ο Moss. «Κανένα άλλο όχημα στον κόσμο δεν θα μας έδινε τη δυνατότητα να επιτύχουμε αυτήν την τεράστια ταχύτητα. Μόνο η Mercedes-Benz θα μπορούσε να κατασκευάσει ένα τέτοιο όχημα»
Μετά από την επιτυχία του Mille Miglia, ξεκίνησε η καριέρα του Moss με την Mercedes-Benz, όπου μαζί με την 300 SLR του αλλά και την W 196 R (το αυτοκίνητο του στην Formula 1), κατάφερε να κερδίζει το Βρετανικό Grand Prix, να κατακτήσει τρεις δεύτερες θέσεις σε Σουηδία, Βέλγιο και Ολλανδία, να τερματίσει δεύτερος στον αγώνα Eifelrennen του Nurburgring, να κερδίζει τον αγώνα Tourist Trophy στο Dundrod της βορείου Ιρλανδίας, αλλά και να κερδίσει το Targa Florio.

Με την Mercedes-Benz να φεύγει από τον θεσμό το 1944, στην F1 ο Moss παραλίγο να κατακτήσει και πρωτάθλημα, τερματίζοντας δυο φορές δεύτερος, πίσω από τον Juan Manuel Fangio το 1956 και 1957, ενώ ήταν και πάλι δεύτερος το 1958 πίσω από τον Hawthorn. Από το 1959 μέχρι το 1961, τερμάτιζε στην τρίτη θέση του πρωταθλήματος. Ο Sir Stirling Moss, που αποδέχθηκε τον τίτλο από την Βασίλισσα Ελισάβετ Β’ to 1959 (ενώ πήρε και τον τίτλου του Sir το 2000).
Μπορεί να οδήγησε και για άλλες ομάδες, ωστόσο είπε χαρακτηριστικά «Θα είμαι πάντα περήφανος που αποτέλεσα μέλος της οικογένειας της Mercedes-Benz» το 2015 όταν βρέθηκε ξανά με την 300 SLR του, 60 χρόνια μετά τον θρίαμβο στην Μπρέσια.

Mercedes CLA: Η αποτίμηση της περιβαλλοντικής απόδοσης
Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Ambition 2039, η Mercedes επιδιώκει να προσφέρει έναν στόλο οχημάτων με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα μέχρι το 2039, συνδράμοντας στην προστασία του περιβάλλοντος. Παράλληλα, μέσα στην επόμενη δεκαετία, η εταιρεία στοχεύει στη μείωση των εκπομπών CO2 ανά όχημα στο νέο στόλο έως και κατά 50%, καλύπτοντας όλα τα στάδια της αλυσίδας αξίας και ολόκληρο τον κύκλο ζωής του προϊόντος.
Η Mercedes, βέβαια, δεν αρκείται μόνο σε γενικές δεσμεύσεις περί βιωσιμότητας, καθώς για τη νέα CLA όρισε για πρώτη φορά ποσοτικούς στόχους για τη μείωση των εκπομπών CO₂ στην εφοδιαστική αλυσίδα για υλικά παραγωγής. Όπως αναφέρει η γερμανική μάρκα, η έμφαση δίνεται σε υλικά και εξαρτήματα που παρουσιάζουν υψηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, όπως ο χάλυβας, το αλουμίνιο, ορισμένα πλαστικά και οι κυψέλες μπαταριών. Για τη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος των υλικών της, η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία σύναψε ειδικές συμφωνίες με τους προμηθευτές, με αποτέλεσμα οι εκπομπές CO2 για την παραγωγή της CLA 250+ να μπορούν να μειωθούν κατά περίπου 17% σε σύγκριση με τις συμβατικές μεθόδους παραγωγής.

Ειδικότερα, στη νέα CLA, επιστρατεύονται διάφορες τεχνικές που μειώνουν το αποτύπωμα άνθρακα κατά περίπου 30% ανά κυψέλη μπαταρίας, σε σύγκριση με τη συμβατική παραγωγή. Εκτός από τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές κατά την παραγωγή των κυψελών, ανανεώσιμη ενέργεια χρησιμοποιείται επίσης για την παραγωγή των υλικών καθόδου, ανόδου και περιβλήματος της κυψέλης. Επίσης, περίπου το 40% του αλουμινίου που χρησιμοποιείται στη CLA παράγεται σε εργοστάσια ηλεκτρόλυσης τα οποία χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Επιπλέον, κατά την ανάπτυξη του μοντέλου δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στη χρήση όσο το δυνατόν περισσότερων δευτερογενών υλικών. Στην CLA 250+, το βάρος των δευτερογενών υλικών που χρησιμοποιούνται στα θερμοπλαστικά αυξήθηκε στα 42 κιλά, ενώ περίπου το 50% αυτών προέρχεται από καταναλωτικά απόβλητα (post-consumer sources).
Στον κύκλο ζωής ενός ηλεκτρικού οχήματος, καθοριστικό ρόλο στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα διαδραματίζει και η φόρτιση με ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Επομένως, μέσω της πλατφόρμας MB.Charge Public, η Mercedes προσφέρει στους πελάτες της τη δυνατότητα να φορτίζουν τα οχήματά τους με «πράσινη» ενέργεια. Αν στο σημείο φόρτισης δεν υπάρχουν αποθέματα «πράσινης» ενέργειας, τότε ενεργοποιείται το σύστημα “Green Charging”, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούνται πιστοποιητικά ανανεώσιμης ενέργειας, που εξασφαλίζουν ότι μια ισοδύναμη ποσότητα πράσινης ενέργειας (από πιστοποιημένες πηγές) διοχετεύεται στο δίκτυο ηλεκτροδότησης.
