H Volvo συνεχίζει την προσπάθεια της για μετάβαση στη νέα εποχή της ηλεκτρικής κινητικότητας με πρωτοποριακές τεχνολογίες και εφαρμοσμένες λύσεις στα μοντέλα της. Για να γίνουν όμως αυτά, το εργοστάσιο προχωρεί σε τεράστιες και συνάμα στοχευμένες επενδύσεις με άλλους οργανισμούς θέτοντας ψηλά τον πήχη. Πρόσφατα, η Volvo Cars ανακοίνωσε ότι επενδύει στη Spectralics – start up οπτικών και απεικονιστικών τεχνολογιών αλλά και στην Bcomp, μια εταιρεία που αναπτύσσει βιώσιμα ελαφρά υλικά.

Πιο συγκεκριμένα, η επένδυση της Volvo Cars στη Spectralics, παρέχει στην εταιρεία πρόσβαση σε πολλά υποσχόμενες τεχνολογίες οι οποίες βρίσκονται σε αρχικό στάδιο εξέλιξης και μπορούν να συνεισφέρουν στο να γίνουν τα αυτοκίνητα πιο ασφαλή και να φέρουν την επανάσταση στην in-car εμπειρία χρήσης. Με υπόβαθρο στην ανάπτυξη αεροδιαστημικής τεχνολογίας και έδρα στο Ισραήλ, η Spectralics δημιουργεί προηγμένο εξοπλισμό και λογισμικό για συστήματα οπτικών υποδομών και απεικόνισης, που καθιστούν δυνατή την υλοποίηση ενός ευρέως φάσματος εξελιγμένων οπτικών λύσεων. Ένα από τα βασικά έργα της εταιρείας είναι το πολυστρωματικό λεπτό σύμπλεγμα (MLTC) που αποτελεί έναν νέο τύπο λεπτού οπτικού «φιλμ» το οποίο εφαρμόζεται στις διαφανείς επιφάνειες όλων των σχημάτων και μεγεθών. Ενσωματωμένη μέσα στον ανεμοθώρακα ή στα παράθυρα ενός αυτοκινήτου, η τεχνολογία θα μπορούσε να χρησιμεύσει για την προβολή εικόνων πάνω στο κρύσταλλο.

Παράλληλα, η Volvo Cars επενδύει και στην Bcomp, μία καινοτόμο σουηδική εταιρεία που εξελίσσει υψηλής απόδοσης ελαφρά υλικά, βασισμένα σε φυσικές ίνες. Η επένδυση πραγματοποιείται μέσω του Volvo Cars Tech Fund, επενδυτικού βραχίονα της σουηδικής εταιρείας. Για τη δημιουργία των υλικών της, η Bcomp χρησιμοποιεί ίνες από λινάρι, ένα υλικό βιολογικής βάσης το οποίο, σε σύγκριση με τα συνηθισμένα πλαστικά τμήματα, προσφέρει σημαντική εξοικονόμηση όσον αφορά το βάρος, τη χρήση ενέργειας και τις εκπομπές ρύπων. Στα πλεονεκτήματα του υλικού ανήκει και το ότι ευνοεί σχεδιαστικές λύσεις για αισθητικές επιφάνειες. Η Volvo Cars δίνει έμφαση στην έρευνα για τη χρήση συνθετικών υλικών που περιέχουν φυσικές ίνες για την επόμενη γενιά των αμιγώς ηλεκτρικών αυτοκινήτων της, ενώ η θυγατρική της εταιρεία, Polestar, στοχεύει επίσης να χρησιμοποιήσει υλικά της Bcomp στα επόμενα μοντέλα της. Η Volvo Cars χρησιμοποίησε υλικά της Bcomp στο πιο πρόσφατο πρωτότυπο αυτοκίνητό της, το Concept Recharge. Η Bcomp εκτιμά ότι σε σύγκριση με τα συνηθισμένα πλαστικά τμήματα, τα συνθετικά που βασίζονται σε φυσικές ίνες είναι έως και 50% πιο ελαφριά, χρησιμοποιούν έως και 70% λιγότερο πλαστικό και έχουν έως και 62% χαμηλότερες εκπομπές CO2. Είναι ήδη γνωστό ότι η Volvo σκοπεύει να διαθέτει μόνο αμιγώς ηλεκτρικά αυτοκίνητα μέχρι το 2030 και έως το 2040 να εξελιχθεί σε μία κλιματικά ουδέτερη εταιρεία.

Mercedes C-Class: 25 χρόνια από την εμβληματική σειρά 203
Ξεχωριστή θέση στην ιστορία της Mercedes κατέχει η C-Class 203, αποτελώντας ένα από τα δημοφιλέστερα μοντέλα που έχουν κυκλοφορήσιε με το σήμα της. Η δεύτερη γενιά της C-Class παρουσιάστηκε πριν από 25 χρόνια στο Sindelfingen, ενσωματώνοντας προηγμένα συστήματα και μια πληθώρα τεχνολογιών που ήταν προνόμιο της υπερπολυτελούς S-Class. Μετά την 190 (W 201) και την πρώτη C-Class (σειρά 202), η 203 αναθεωρήθηκε πλήρως σε στιλιστικό και τεχνολογικό επίπεδο, ενώ μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2006 είχαν ήδη πωληθεί περίπου 2 εκατ. οχήματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ποτέ ξανά η μάρκα δεν είχε φτάσει τόσο γρήγορα σε αυτό το ορόσημο με μια μόνο σειρά ενός μοντέλου.

Σχεδιαστικά, η C-Class 203 κληρονόμησε στοιχεία από την S-Class 220 του 1998, κάτι που είναι εμφανές τόσο στο μπροστινό μέρος όσο και στη σμιλεμένη «ουρά» με τα χαρακτηριστικά τριγωνικά πίσω φώτα, ενώ διαφοροποιούνταν από τις προκατόχους της χάρη στο μακρύτερο μεταξόνιο, τους εμφανώς πιο κοντούς προβόλους και το πιο κεκλιμένο παρμπρίζ. Έμφαση δόθηκε και στην αεροδυναμική, με τον συντελεστή οπισθέλκουσας (cw) να περιορίζεται σε 0,26, εξασφαλίζοντας πολύ χαμηλά επίπεδα θορύβου στο εσωτερικό.
Από την S-Class προήλθαν, επίσης, και πολλές λειτουργίες, όπως το σύστημα ελέγχου και προβολής COMAND, ένα «ψηφιακό κέντρο ελέγχου» που αναπτύχθηκε πολύ καιρό πριν την εδραίωση των οθονών αφής, αλλά και το σύστημα LINGUATRONIC που εκτελούσε φωνητικές εντολές.

Πέρα από την έκδοση σεντάν, η σειρά διατέθηκε και σε δύο ακόμη παραλλαγές: τη σπορ κουπέ (CL 203) που παρουσιάστηκε στο τέλος του 2000 και τη estate (S 203) το 2001. Τα επίπεδα εξοπλισμού ήταν τα Classic, Elegance και Αvantgarde, ενώ οι κινητήρες ήταν τετρακύλινδροι και πεντακύλινδροι σε σειρά, καθώς και V6, με την κορυφαία έκδοση C 32 AMG να αποδίδει έως και 354 PS (με V6 μοτέρ και supercharger). Μετά την ανανέωση του μοντέλου το 2004, κορυφαία έκδοση ήταν η C 55 AMG με κινητήρα V8 και 367 ίππους, ενώ το σύστημα τετρακίνησης 4Matic ήταν προαιρετικά διαθέσιμο από το φθινόπωρο του 2002.

Οι μηχανικοί προίκισαν τη 203 με υψηλή ευελιξία, ενσωματώνοντας ανάρτηση με τριπλούς συνδέσμους εμπρός και πολλαπλούς συνδέσμους στον πίσω άξονα, θέτοντας νέα πρότυπα στον τομέα της δυναμικής οδήγησης. Παρ’ όλα αυτά, ο σπορ προσανατολισμός δεν υποβάθμιζε την υψηλή ποιότητα κύλισης που χαρακτηρίζει όλα τα μοντέλα της μάρκας.
Η Mercedes C-Class 203 θα πρωταγωνιστήσει στη συνάντηση κλασικών αυτοκινήτων “Classics & Coffee” που θα διεξαχθεί στο μουσείο της γερμανικής μάρκας στη Στουτγάρδη την Κυριακή 18 Μαΐου 2025.
