Είναι το πιο καλοπουλημένο αγωνιστικό όχημα. Από το 1990 μέχρι σήμερα, το έχουν επιλέξει 4.251 ομάδες και ιδιώτες. Η νέα γενιά του αναμένεται να σπάσει το φράγμα των 5.000 μονάδων, καθώς είναι η καλύτερη Cup που έχει κατασκευαστεί ποτέ.

Η καινούρια 911 GT3 Cup έκανε επίσημη πρεμιέρα, με την Porsche να έχει βελτιώσει το όχημα σε κάθε σημείο. Σύμφωνα με την εταιρεία, αυτό το race car είναι πιο γρήγορο στην πίστα και πιο σταθερό. Φέρει ειδικά εξελιγμένο bodykit εστιασμένο στην αεροδυναμική, με το βάρος του να περιορίζεται στα 1.260 κιλά χάρη στη χρήση προηγμένων υλικών, όπως αλουμινίου και πλαστικού ενισχυμένου με carbon.

Διαθέτει πολυκαρβονικά παράθυρα και αφαιρούμενη πόρτα διαφυγής που συμμορφώνεται με τα αυστηρότερα πρότυπα της FIA. Τροφοδοτείται από μια αναβαθμισμένη εκδοχή του εξακύλινδρου boxer κινητήρα 4.0 λίτρων απόδοσης 510 ίππων και 470 Nm ροπής. Ο κόφτης βρίσκεται στις 8.750 σ.α.λ. και η κίνηση μεταφέρεται στον πίσω άξονα μέσω σειριακού κιβωτίου 6 σχέσεων.

Για πρώτη φορά εξοπλίζεται με ηλεκτρομηχανική υποβοήθηση του τιμονιού, ειδικές δαγκάνες φρένων που επιτρέπουν την ταχύτερη αλλαγή των τακακιών και πιο προηγμένα ηλεκτρονικά.

Στο εσωτερικό έχουν τοποθετηθεί μπάκετ καθίσματα από carbon, τιμόνι επίσης από ανθρακονήματα με φωτιζόμενους διακόπτες και μια οθόνη 10,3 ιντσών που προβάλλει όλες τις πληροφορίες που χρειάζεται ο οδηγός.

Στην πίστα, η 911 GT3 Cup είναι ταχύτατη και ο ήχος του μοτέρ εκπληκτικός. Οι αλλαγές των σχέσεων πραγματοποιούνται με αστραπιαίους ρυθμούς και το κιβώτιο χρειάζεται έναν βασικό έλεγχο κάθε 60 ώρες και σέρβις κάθε 120 ώρες.

Mercedes CLA: Η αποτίμηση της περιβαλλοντικής απόδοσης
Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Ambition 2039, η Mercedes επιδιώκει να προσφέρει έναν στόλο οχημάτων με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα μέχρι το 2039, συνδράμοντας στην προστασία του περιβάλλοντος. Παράλληλα, μέσα στην επόμενη δεκαετία, η εταιρεία στοχεύει στη μείωση των εκπομπών CO2 ανά όχημα στο νέο στόλο έως και κατά 50%, καλύπτοντας όλα τα στάδια της αλυσίδας αξίας και ολόκληρο τον κύκλο ζωής του προϊόντος.
Η Mercedes, βέβαια, δεν αρκείται μόνο σε γενικές δεσμεύσεις περί βιωσιμότητας, καθώς για τη νέα CLA όρισε για πρώτη φορά ποσοτικούς στόχους για τη μείωση των εκπομπών CO₂ στην εφοδιαστική αλυσίδα για υλικά παραγωγής. Όπως αναφέρει η γερμανική μάρκα, η έμφαση δίνεται σε υλικά και εξαρτήματα που παρουσιάζουν υψηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, όπως ο χάλυβας, το αλουμίνιο, ορισμένα πλαστικά και οι κυψέλες μπαταριών. Για τη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος των υλικών της, η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία σύναψε ειδικές συμφωνίες με τους προμηθευτές, με αποτέλεσμα οι εκπομπές CO2 για την παραγωγή της CLA 250+ να μπορούν να μειωθούν κατά περίπου 17% σε σύγκριση με τις συμβατικές μεθόδους παραγωγής.

Ειδικότερα, στη νέα CLA, επιστρατεύονται διάφορες τεχνικές που μειώνουν το αποτύπωμα άνθρακα κατά περίπου 30% ανά κυψέλη μπαταρίας, σε σύγκριση με τη συμβατική παραγωγή. Εκτός από τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές κατά την παραγωγή των κυψελών, ανανεώσιμη ενέργεια χρησιμοποιείται επίσης για την παραγωγή των υλικών καθόδου, ανόδου και περιβλήματος της κυψέλης. Επίσης, περίπου το 40% του αλουμινίου που χρησιμοποιείται στη CLA παράγεται σε εργοστάσια ηλεκτρόλυσης τα οποία χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Επιπλέον, κατά την ανάπτυξη του μοντέλου δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στη χρήση όσο το δυνατόν περισσότερων δευτερογενών υλικών. Στην CLA 250+, το βάρος των δευτερογενών υλικών που χρησιμοποιούνται στα θερμοπλαστικά αυξήθηκε στα 42 κιλά, ενώ περίπου το 50% αυτών προέρχεται από καταναλωτικά απόβλητα (post-consumer sources).
Στον κύκλο ζωής ενός ηλεκτρικού οχήματος, καθοριστικό ρόλο στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα διαδραματίζει και η φόρτιση με ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Επομένως, μέσω της πλατφόρμας MB.Charge Public, η Mercedes προσφέρει στους πελάτες της τη δυνατότητα να φορτίζουν τα οχήματά τους με «πράσινη» ενέργεια. Αν στο σημείο φόρτισης δεν υπάρχουν αποθέματα «πράσινης» ενέργειας, τότε ενεργοποιείται το σύστημα “Green Charging”, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούνται πιστοποιητικά ανανεώσιμης ενέργειας, που εξασφαλίζουν ότι μια ισοδύναμη ποσότητα πράσινης ενέργειας (από πιστοποιημένες πηγές) διοχετεύεται στο δίκτυο ηλεκτροδότησης.
