Πρόκειται για ένα μοντέλο που θέτει νέα πρότυπα στον τομέα των επιδόσεων για την premium κατηγορία μικρών αυτοκινήτων. Τα αγωνιστικά του γονίδια σε συνδυασμό με τον τετρακύλινδρο υπερτροφοδοτούμενο κινητήρα των 306 ίππων το καθιστούν σαν το ταχύτερο ΜΙΝΙ που κατασκεύασε ποτέ η θρυλική εταιρεία. Το Mini John Cooper Works GP θα κατασκευαστεί σε μόλις 3000 κομμάτια.
Η τρίτη γενιά του μοντέλου αποδίδει 75 ίππους περισσότερους από τον προκάτοχο του. Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο στοιχείο που χαρακτηρίζει τις δυνατότητες της έκδοσης John Cooper Works GP. Η γνήσια αγωνιστική του αίσθηση είναι προϊόν διαφόρων παραγόντων όπως η ανάρτηση που βασίζεται στην αγωνιστική τεχνογνωσία του τμήματος John Cooper Works, το μειωμένο βάρος του αμαξώματος, η στρεπτική ακαμψία, η αεροδυναμική και φυσικά ο κινητήρας που είναι ο ισχυρότερος που έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ σε μικρό αυτοκίνητο της μάρκας.

Ο δύο λίτρων κινητήρας του νέου MINI John Cooper Works GP βασίζεται στην τελευταία γενιά της τεχνολογίας MINI TwinPower Turbo αλλά με σειρά βελτιώσεων για το μοντέλο. Η απόδοση των 306 ίππων και τα 450 Nm ροπής (1.750 - 4.500 σαλ) προσφέρουν μια επιτάχυνση στα 5,2 δευτερόλεπτα για τα εκατό χιλιόμετρα από στάση αλλά και μια τελική ταχύτητας της τάξης των 265 km/h. Διαθέτει ένα επίσης νέο 8-τάχυτο κιβώτιο Steptronic που φέρει ενσωματωμένο μπλοκέ διαφορικό και συνδυάζεται με τα χαρακτηριστικά επιδόσεων και την υψηλή ροπή του κινητήρα. Κιβώτιο που ελέγχεται μέσω ενός ηλεκτρονικού επιλογέα ειδικά σχεδιασμένου για το μοντέλο.

Θα πρέπει να αναφέρουμε ότι κατά τη διάρκεια των δοκιμών στη φάση εξέλιξης του, ολοκλήρωσε το γύρο στην πίστα του Nürburgring σε λιγότερο από οκτώ λεπτά – σχεδόν ένα λεπτό ταχύτερα από τον αμέσως προηγούμενο προκάτοχό του.
Το νέο MINI John Cooper Works GP υιοθετεί ειδικά σχεδιαστικά χαρακτηριστικά που το κάνουν να ξεχωρίζει ενώ συμβάλλουν και στα οδηγικά χαρακτηριστικά του αυτοκινήτου όπως στην ευστάθεια και την ακρίβεια ελέγχου ακόμα και σε συνθήκες δυναμικής οδήγησης. Μόνη χρωματική επιλογή για το εξωτερικό είναι το Racing Grey metallic ενώ η οροφή και τα καλύμματα των εξωτερικών καθρεπτών έχουν φινίρισμα Melting Silver metallic για δημιουργία αντίθεσης.

Στο εσωτερικό ξεχωρίζουν τα δερμάτινα σπορ καθίσματα John Cooper Works το δερμάτινο τιμόνι, επίσης JCW, τα χειριστήρια αλλαγών στο τιμόνι (shift paddles) και η κόκκινη αλουμινένια μπάρα που αποτρέπει τη μετατόπιση των αποσκευών προς τα εμπρός σε περίπτωση ξαφνικού φρεναρίσματος. Αναφέρουμε ότι η επένδυση στην πλευρά του συνοδηγού φέρει την αρίθμηση του αντίστοιχου οχήματος. Ο αριθμός αυτός παράγεται ανεξάρτητα για το καθένα από τα 3.000 αντίτυπα μέσω τρισδιάστατης εκτύπωσης.
Δελτίο Τύπου Char Pilakoutas Group

Mercedes C-Class: 25 χρόνια από την εμβληματική σειρά 203
Ξεχωριστή θέση στην ιστορία της Mercedes κατέχει η C-Class 203, αποτελώντας ένα από τα δημοφιλέστερα μοντέλα που έχουν κυκλοφορήσιε με το σήμα της. Η δεύτερη γενιά της C-Class παρουσιάστηκε πριν από 25 χρόνια στο Sindelfingen, ενσωματώνοντας προηγμένα συστήματα και μια πληθώρα τεχνολογιών που ήταν προνόμιο της υπερπολυτελούς S-Class. Μετά την 190 (W 201) και την πρώτη C-Class (σειρά 202), η 203 αναθεωρήθηκε πλήρως σε στιλιστικό και τεχνολογικό επίπεδο, ενώ μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2006 είχαν ήδη πωληθεί περίπου 2 εκατ. οχήματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ποτέ ξανά η μάρκα δεν είχε φτάσει τόσο γρήγορα σε αυτό το ορόσημο με μια μόνο σειρά ενός μοντέλου.

Σχεδιαστικά, η C-Class 203 κληρονόμησε στοιχεία από την S-Class 220 του 1998, κάτι που είναι εμφανές τόσο στο μπροστινό μέρος όσο και στη σμιλεμένη «ουρά» με τα χαρακτηριστικά τριγωνικά πίσω φώτα, ενώ διαφοροποιούνταν από τις προκατόχους της χάρη στο μακρύτερο μεταξόνιο, τους εμφανώς πιο κοντούς προβόλους και το πιο κεκλιμένο παρμπρίζ. Έμφαση δόθηκε και στην αεροδυναμική, με τον συντελεστή οπισθέλκουσας (cw) να περιορίζεται σε 0,26, εξασφαλίζοντας πολύ χαμηλά επίπεδα θορύβου στο εσωτερικό.
Από την S-Class προήλθαν, επίσης, και πολλές λειτουργίες, όπως το σύστημα ελέγχου και προβολής COMAND, ένα «ψηφιακό κέντρο ελέγχου» που αναπτύχθηκε πολύ καιρό πριν την εδραίωση των οθονών αφής, αλλά και το σύστημα LINGUATRONIC που εκτελούσε φωνητικές εντολές.

Πέρα από την έκδοση σεντάν, η σειρά διατέθηκε και σε δύο ακόμη παραλλαγές: τη σπορ κουπέ (CL 203) που παρουσιάστηκε στο τέλος του 2000 και τη estate (S 203) το 2001. Τα επίπεδα εξοπλισμού ήταν τα Classic, Elegance και Αvantgarde, ενώ οι κινητήρες ήταν τετρακύλινδροι και πεντακύλινδροι σε σειρά, καθώς και V6, με την κορυφαία έκδοση C 32 AMG να αποδίδει έως και 354 PS (με V6 μοτέρ και supercharger). Μετά την ανανέωση του μοντέλου το 2004, κορυφαία έκδοση ήταν η C 55 AMG με κινητήρα V8 και 367 ίππους, ενώ το σύστημα τετρακίνησης 4Matic ήταν προαιρετικά διαθέσιμο από το φθινόπωρο του 2002.

Οι μηχανικοί προίκισαν τη 203 με υψηλή ευελιξία, ενσωματώνοντας ανάρτηση με τριπλούς συνδέσμους εμπρός και πολλαπλούς συνδέσμους στον πίσω άξονα, θέτοντας νέα πρότυπα στον τομέα της δυναμικής οδήγησης. Παρ’ όλα αυτά, ο σπορ προσανατολισμός δεν υποβάθμιζε την υψηλή ποιότητα κύλισης που χαρακτηρίζει όλα τα μοντέλα της μάρκας.
Η Mercedes C-Class 203 θα πρωταγωνιστήσει στη συνάντηση κλασικών αυτοκινήτων “Classics & Coffee” που θα διεξαχθεί στο μουσείο της γερμανικής μάρκας στη Στουτγάρδη την Κυριακή 18 Μαΐου 2025.
