Πριν από σαράντα και πλέον χρόνια η Mitsubishi Motors Corporation (MMC) παρουσίασε στην αγορά το πρώτο pick-up ενός τόνου. Ένα μοντέλο που έμελλε να γίνει παγκόσμιο best seller με πάνω από πέντε εκατομμύρια πωλήσεις. Με επιτυχημένη εμπορική πορεία σε 150 χώρες, το L200 κατατάσσεται στη δεύτερη θέση των πιο καλοπουλημένων μοντέλων του Ιαπωνικού εργοστασίου μεταξύ των Outlander και ASX, διαδραματίζοντας έτσι σημαίνοντα ρόλο στην παγκόσμια στρατηγική της μάρκας.

Συνδυάζοντας αξιοπιστία, αναβαθμισμένες ικανότητες εντός και εκτός δρόμου (χάρη στο σύστημα μόνιμης τετρακίνησης Super Select αλλά και συστήματα όπως «Off Road Mode» και «Hill Descent Control» αλλά και στοιχεία άνεσης και εξοπλισμού επιβατικού αυτοκινήτου, το L200 γίνεται ο απόλυτος εκφραστής της τετρακίνησης της Mitsubishi Motors.

Η ιστορία του μοντέλου ξεκινά πριν από 43 συνολικά χρόνια με την ονομασία Forte στην Ιαπωνία αλλά και Mitsubishi Truck και L200 στις υπόλοιπες αγορές. Παρουσιάζεται σε μια έκδοση αμαξώματος (μονοκάμπινο) και αρχικά εφοδιάζεται με ένα δίλιτρο βενζινοκινητήρας. Το 1980 το μοντέλο παρουσιάζεται και με τετρακίνηση.

Τον Μάρτιο του 1986 παρουσιάζεται η δεύτερη γενιά που πλέον περιλαμβάνει τρεις τύπους αμαξώματος: Single Cab, Club Cab, Double Cab. Διατίθενται σε δικίνητο και τετρακίνητο. Το Νοέμβριο του 1995 κάνει την εμφάνιση της η τρίτη γενιά με τρεις τύπους αμαξώματος (Single Cab, Club Cab, και Double Cab) ενώ κάνει την εμφάνιση του και το καινοτόμο σύστημα «Easy Select 4WD». Η τέταρτη γενιά περνά στην αγορά τον Αύγουστο του 2005, επίσης με τρεις τύπους αμαξώματος με τους 2.5 και 3.2 λίτρων πετρελαιοκινήτες να έχους τις ψηλότερες πωλήσεις. Νοέμβριος 2014 και η πέμπτη γενιά είναι γεγονός! Διατίθεται με τους κινητήρες 2.4 λίτρων MIVEC diesel turbo, 2.5L diesel turbo, και ένα βενζινοκινητήρας 2.4 λίτρων. Μαζί και το σύστημα τετρακίνησης “Super Select 4WD-II”.

Η έκτη γενιά του Mitsubishi L200 παρουσιάζεται στους εκθεσιακούς χώρους του Ομίλου Πηλακούτα με το 2.3 λίτρων κινητήρα των 150 ίππων σε χειροκίνητο και αυτόματο κιβώτιο και φυσικά τετρακίνηση. Προσφέρεται σε εκδόσεις M-Line και H-Line με ένα ιδιαίτερα ψηλό πακέτο βασικού εξοπλισμού άνεση και ασφάλειας


Alfa Romeo και Maserati αναπτύσσουν από κοινού, ένα νέο σπορ χειροκίνητο μοντέλο
Λέγεται ότι η Alfa Romeo και η Maserati εξετάζουν ένα μοντέλο περιορισμένης έκδοσης που θα μπορούσε να ακολουθήσει τα βήματα των 33 Stradale και MC20. Ωστόσο, σε αυτή την περίπτωση, το αυτοκίνητο φέρεται να βασίζεται στην GranTurismo.
Σύμφωνα με ξένα δημοσιεύματα, το μυστηριώδες μοντέλο θα μπορούσε να κυκλοφορήσει ήδη από το επόμενο έτος και να είναι το «πιο αποκλειστικό και ισχυρό αυτοκίνητο με κινητήρα εσωτερικής καύσης που έχει κατασκευάσει η εταιρεία». Το δημοσίευμα υποδηλώνει ότι πιθανότατα θα τροφοδοτείται από μια αναβαθμισμένη έκδοση του twin-turbo 3.0 λίτρων Nettuno V6 της εταιρείας.
Δεν υπάρχουν πληροφορίες για τεχνικά χαρακτηριστικά, αλλά το αυτοκίνητο φημολογείται ότι θα είναι πιο ισχυρό από την MCPura, η οποία έχει 630 ίππους και 720 Nm ροπής. Ο επικεφαλής μηχανολογίας της Maserati, Davide Danesin, πρότεινε ότι το αυτοκίνητο θα μπορούσε να αποφύγει την ηλεκτροκίνηση και μάλιστα να διαθέτει χειροκίνητο κιβώτιο ταχυτήτων.
Ο Danesin πρόσθεσε ότι ενώ ένα χειροκίνητο κιβώτιο δεν θα είχε νόημα σε ένα όχημα μαζικής παραγωγής, ένα μοντέλο περιορισμένης παραγωγής είναι μια διαφορετική ιστορία.
Πως προέκυψε η στενή συνεργασία μεταξύ Alfa Romeo και Stellantis;
Η Stellantis πρέπει να λάβει επειγόντως μέτρα για να αναζωογονήσει τη Maserati μετά την κατακόρυφη πτώση των πωλήσεων κατά 57% πέρυσι, οι οποίες έπεσαν σε μόλις 11.300 αυτοκίνητα. Ποιο είναι λοιπόν το σχέδιο; Να βοηθήσει τη Maserati εκ των έσω, συνεργαζόμενη στενότερα με μια άλλη αυτοκινητοβιομηχανία που βρίσκεται μόλις 300χλμ. μακριά.
Ο Filici δήλωσε ότι η Alfa Romeo και η Maserati θα συνεργαστούν για την ανάπτυξη νέων αυτοκινήτων. Μια συγχώνευση φαίνεται να είναι εκτός συζήτησης, καθώς ο Διευθύνων Σύμβουλος έχει δηλώσει στο παρελθόν ότι οι μάρκες κατέχουν διαφορετικές θέσεις εντός της Stellantis. Η Alfa είναι «premium», ενώ η Maserati είναι «πολυτελής». Ακόμα κι έτσι όμως, οι δύο εταιρείες αναμένεται να ενοποιήσουν τις προσπάθειές τους σε άλλους τομείς για να μειώσουν το κόστος, «βρίσκοντας συνέργειες όπου είναι δυνατόν».
