Το γεωμετρικό σχήμα του διαμαντιού ενσαρκώνει τις αξίες της γαλλικής μάρκας από το 1925. Το σήμα της Renault είναι ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα στον χώρο της αυτοκινητοβιομηχανίας.
Όπως τα μοντέλα, έτσι και το λογότυπο του κατασκευαστή, αναβαθμίστηκε, έγινε πιο μοντέρνο και πιο ζωηρό. Στόχος είναι να κινηθεί παράλληλα με τις σύγχρονες εξελίξεις και να καταστήσει τη Renault μία πιο «ανοιχτή» φίρμα που δημιουργεί ανθρώπινες αξίες, όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο Gilles Vidal, διευθυντής σχεδιασμού της εταιρείας.

Το νέο έμβλημα έκανε πρεμιέρα στο πρωτότυπο Renault 5. Από το 1925, οπότε ιδρύθηκε η Renault, το σχήμα του διαμαντιού έχει ανασχεδιαστεί 8 φορές. Η τελευταία εκδοχή του είναι η ένατη. Αυτό αποδεικνύει το ενδιαφέρον της μάρκας να εξελίσσεται και να προσαρμόζεται στην εποχή που διανύει.
«Σε αρμονία με τις τάσεις της εποχής και απόλυτα μοντέρνο, το ανασχεδιασμένο διαμάντι αποτελεί την απόλυτη ενσάρκωση της νέας εποχής στην οποία έχει εισέλθει η Renault. Το ενσωματώσαμε για πρώτη φορά στο σύγχρονο Renault 5. Αυτό λειτούργησε για εμάς ως ένα πρώτης τάξεως πεδίο δοκιμής. Βλέποντας τον ενθουσιασμό και τα πολύ θετικά σχόλια που αποσπάσαμε, αποφασίσαμε να το λανσάρουμε», ανέφερε ο Vidal.

Το νέο σήμα είναι πιο λιτό και μεστό, αποκτώντας μια πραγματικά διαχρονική υπογραφή, χωρίς φιοριτούρες και χρώματα, με σύγχρονη θεώρηση στις γραμμές του. Σχεδιάστηκε για να αποτυπώνει μια συνεχή κίνηση, χωρίς ίχνος γραφιστικής λογοτύπησης. Η επίπεδη φύση του, διευκολύνει τη χρήση σε digital και video υλικά, αλλά και πάνω στα σύγχρονα αυτοκίνητα της γκάμας.
Το λογότυπο θα τοποθετηθεί μέχρι το 2024 σε όλα τα οχήματα της Renault, ξεκινώντας από τα νέα μοντέλα που θα εμφανιστούν την επόμενη χρονιά.

Mercedes CLA: Η αποτίμηση της περιβαλλοντικής απόδοσης
Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Ambition 2039, η Mercedes επιδιώκει να προσφέρει έναν στόλο οχημάτων με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα μέχρι το 2039, συνδράμοντας στην προστασία του περιβάλλοντος. Παράλληλα, μέσα στην επόμενη δεκαετία, η εταιρεία στοχεύει στη μείωση των εκπομπών CO2 ανά όχημα στο νέο στόλο έως και κατά 50%, καλύπτοντας όλα τα στάδια της αλυσίδας αξίας και ολόκληρο τον κύκλο ζωής του προϊόντος.
Η Mercedes, βέβαια, δεν αρκείται μόνο σε γενικές δεσμεύσεις περί βιωσιμότητας, καθώς για τη νέα CLA όρισε για πρώτη φορά ποσοτικούς στόχους για τη μείωση των εκπομπών CO₂ στην εφοδιαστική αλυσίδα για υλικά παραγωγής. Όπως αναφέρει η γερμανική μάρκα, η έμφαση δίνεται σε υλικά και εξαρτήματα που παρουσιάζουν υψηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, όπως ο χάλυβας, το αλουμίνιο, ορισμένα πλαστικά και οι κυψέλες μπαταριών. Για τη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος των υλικών της, η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία σύναψε ειδικές συμφωνίες με τους προμηθευτές, με αποτέλεσμα οι εκπομπές CO2 για την παραγωγή της CLA 250+ να μπορούν να μειωθούν κατά περίπου 17% σε σύγκριση με τις συμβατικές μεθόδους παραγωγής.

Ειδικότερα, στη νέα CLA, επιστρατεύονται διάφορες τεχνικές που μειώνουν το αποτύπωμα άνθρακα κατά περίπου 30% ανά κυψέλη μπαταρίας, σε σύγκριση με τη συμβατική παραγωγή. Εκτός από τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές κατά την παραγωγή των κυψελών, ανανεώσιμη ενέργεια χρησιμοποιείται επίσης για την παραγωγή των υλικών καθόδου, ανόδου και περιβλήματος της κυψέλης. Επίσης, περίπου το 40% του αλουμινίου που χρησιμοποιείται στη CLA παράγεται σε εργοστάσια ηλεκτρόλυσης τα οποία χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Επιπλέον, κατά την ανάπτυξη του μοντέλου δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στη χρήση όσο το δυνατόν περισσότερων δευτερογενών υλικών. Στην CLA 250+, το βάρος των δευτερογενών υλικών που χρησιμοποιούνται στα θερμοπλαστικά αυξήθηκε στα 42 κιλά, ενώ περίπου το 50% αυτών προέρχεται από καταναλωτικά απόβλητα (post-consumer sources).
Στον κύκλο ζωής ενός ηλεκτρικού οχήματος, καθοριστικό ρόλο στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα διαδραματίζει και η φόρτιση με ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Επομένως, μέσω της πλατφόρμας MB.Charge Public, η Mercedes προσφέρει στους πελάτες της τη δυνατότητα να φορτίζουν τα οχήματά τους με «πράσινη» ενέργεια. Αν στο σημείο φόρτισης δεν υπάρχουν αποθέματα «πράσινης» ενέργειας, τότε ενεργοποιείται το σύστημα “Green Charging”, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούνται πιστοποιητικά ανανεώσιμης ενέργειας, που εξασφαλίζουν ότι μια ισοδύναμη ποσότητα πράσινης ενέργειας (από πιστοποιημένες πηγές) διοχετεύεται στο δίκτυο ηλεκτροδότησης.
