Ειδήσεις

11 Jan, 2021 Ώρα 09:59

Ο έξυπνος τρόπος ανάκτησης ενέργειας των ID.3 και ID.4

Thumbnail

Τα ID.3 και ID.4 μπορούν να κάνουν ελεύθερο τροχασμό ή πέδηση για ανάκτηση ενέργειας ανάλογα με τις συνθήκες, με στόχο την ιδανική εκμετάλλευση της ενέργειας.

Close

Η ανάκτηση ενέργειας των ID.3 και ID.4 κατά την κίνηση έως 0,13 g, έως 0,3 g κατά το φρενάρισμα

Η ανάκτηση ενέργειας κατά την πέδηση, ή με πιο ευρύ πνεύμα η ανάκτηση ενέργειας όταν το αυτοκίνητο γενικά επιβραδύνει, αυξάνει σημαντικά την αυτονομία οποιουδήποτε ηλεκτρικού οχήματος. Στα νέα Volkswagen ID.3 και ID.4, έχει υιοθετηθεί μια προσέγγιση που στοχεύει στη μέγιστη ενεργειακή απόδοση.

Close

Το ερώτημα είναι απλό και συνάμα δύσκολο: τι πρέπει να συμβεί όταν ο οδηγός ενός ηλεκτρικού αυτοκινήτου σηκώσει το πόδι από το δεξί πεντάλ; Πρέπει ο ηλεκτροκινητήρας να λειτουργήσει ως γεννήτρια, μετατρέποντας την κινητική ενέργεια σε ηλεκτρική για να φορτίσει τις μπαταρίες ή πρέπει να λειτουργήσει χωρίς να κάνει ανάκτηση ενέργειας, έτσι ώστε το αυτοκίνητο να ρολάρει και η ορμή του να χρησιμοποιηθεί πλήρως για τον ελεύθερο τροχασμό του;

 

Close

 

Οι απαντήσεις στο θεμελιώδες αυτό ερώτημα για μηχανικούς αλλά και οδηγούς ποικίλλουν, ανάλογα με τον κατασκευαστή και το μοντέλο. Μερικά ηλεκτρικά οχήματα ανακτούν πάντα ενέργεια κατά τη διάρκεια οποιασδήποτε φάσης κίνησης. Στην περίπτωση των ολοκαίνουργιων ηλεκτρικών της μοντέλων, ID.3 και ID.4, η Volkswagen επέλεξε μια διαφορετική, πιο αποτελεσματική στρατηγική: ο ελεύθερος τροχασμός έχει προτεραιότητα επειδή οποιαδήποτε μετατροπή ενέργειας αναπόφευκτα οδηγεί σε απώλειες. Αυτό ισχύει για τη θέση D (Drive), την κύρια λειτουργία του αυτοκινήτου, η οποία ενεργοποιείται αυτόματα σε κάθε εκκίνηση.

Η λειτουργία ελεύθερου τροχασμού (ρολαρίσματος), στην οποία ο οδηγός σηκώνει το πόδι του από το πεντάλ γκαζιού νωρίς, καθιστά την οδήγηση χαλαρή και προβλέψιμη. Εάν ο οδηγός θέλει να επιβραδύνει περισσότερο, πατά το πεντάλ φρένου και ενεργοποιεί έτσι την ανάκτηση ενέργειας φρένων. Για έως περίπου 0,25 g, με άλλα λόγια στην πλειονότητα των καθημερινών ενεργειών πέδησης, ο ηλεκτροκινητήρας είναι αυτός που εκτελεί το φρενάρισμα, ενώ το ηλεκτρικό σερβόφρενο ενεργοποιεί τα μηχανικά φρένα των τροχών μόνο σε καταστάσεις που απαιτούν μεγαλύτερη επιβράδυνση. Η μετάβαση από την πέδηση με τον κινητήρα στο υδραυλικό φρενάρισμα γίνεται σχεδόν απαρατήρητα, χάρη στον εξαιρετικά ακριβή και γρήγορο έλεγχο των συστημάτων κίνησης και πέδησης. Αυτά τα συστήματα διασφαλίζουν επίσης ότι οι πίσω τροχοί, όπου λαμβάνει χώρα ανάκτηση ενέργειας φρένων, έχουν πάντα επαρκή πρόσφυση.

 

 

Κάθε μοντέλο της οικογένειας ID. διαθέτει την προγνωστική υποστήριξη Eco Assistance στο βασικό εξοπλισμό. Αυτή αναλύει δεδομένα από το σύστημα πλοήγησης και τους αισθητήρες του αυτοκινήτου και παρέχει στον οδηγό αποτελεσματική υποστήριξη για αποδοτική και χαλαρή οδήγηση. Μόλις το ID.3 ή το ID.4 πλησιάσει μια ζώνη που απαιτεί αργές ταχύτητες – όπως κατοικημένες περιοχές, διασταυρώσεις ή στροφές – τo Eco Assistance ειδοποιεί τον οδηγό να σηκώσει το πόδι του από το πεντάλ γκαζιού. Από αυτή τη στιγμή και μετά, το σύστημα διαχειρίζεται το βέλτιστο ρολάρισμα και ανάκτηση ενέργειας χωρίς να χρειάζεται να παρέμβει ο οδηγός. Το αυτοκίνητο αποκρίνεται παρόμοια όταν πλησιάζει ένα προπορευόμενο όχημα που κινείται με χαμηλότερη ταχύτητα.

Ο οδηγός μπορεί να χρησιμοποιήσει τον διακόπτη επιλογέα τρόπου οδήγησης στα δεξιά του πίνακα οργάνων για να αλλάξει από τη θέση D (Drive) σε θέση B (Brake) και αντίστροφα, ανά πάσα στιγμή. Στη λειτουργία B, τα ID.3 και ID.4 ανακτούν σχεδόν πάντα ενέργεια κατά τη διάρκεια της κίνησης, αλλά όχι μέχρι το όχημα να σταματήσει εντελώς. Το όριο έχει οριστεί στα 0,13 g – αρκετά για σαφώς αισθητή επιβράδυνση, αλλά όχι τόσο ώστε να δώσει τη διακριτική αίσθηση της χρήσης μόνο του πεντάλ γκαζιού για επιτάχυνση και πέδηση του οχήματος, μία λειτουργία γνωστή και ως one-pedal driving ενός ηλεκτρικού αυτοκινήτου. Αυτή ήταν μία σκόπιμη επιλογή της Volkswagen, καθώς θέλει να προσφέρει στους πελάτες της τη δυνατότητα της πιο χαλαρής και απολαυστικής οδήγησης.

 

 

Σε ορισμένα μοντέλα ID., ο οδηγός μπορεί να βασίζεται σε ένα δεύτερο εργαλείο εκτός από τον επιλογέα τρόπου οδήγησης για να επηρεάσει τη λειτουργία μεταξύ ρολαρίσματος και ανάκτησης ενέργειας, μέσω της επιλογής προφίλ οδήγησης (μέρος του σπορ πακέτου Plus). Το προφίλ Sport υποστηρίζει ανάκτηση ενέργειας φρένων – επίσης στη θέση D, αλλά όχι στον ίδιο βαθμό όπως στο B. Σε ορισμένες περιπτώσεις, το επίπεδο φόρτισης της μπαταρίας παίζει επίσης ρόλο: εξυπακούεται πως αν είναι πλήρως φορτισμένη, δεν μπορεί να αποθηκεύσει πια ανακτημένη ενέργεια.

Τα ID.3 και ID.4, με το πρώτο να είναι ήδη διαθέσιμο στην Ελλάδα και το δεύτερο να αναμένεται το πρώτο τρίμηνο του έτους, είναι τα δύο πρώτα μοντέλα της οικογένειας ηλεκτρικών μοντέλων ID. της Volkswagen. Έξυπνος σχεδιασμός, έντονη προσωπικότητα και καινοτόμες τεχνολογίες, αποτελούν το DNA των ID. μοντέλων. Η Volkswagen θα επενδύσει ένδεκα δισεκατομμύρια ευρώ στην ηλεκτροκίνηση έως το 2024, ως μέρος της στρατηγικής Transform 2025+.

 

16 May, 2025 Ώρα 10:39

Bugatti: Πως το τολμηρό όραμα Ferdinand Piëch έφερε την επανάσταση στα super car με τον W16 κινητήρα στη Veyron

Thumbnail

Στην ιστορία της αυτοκινητοβιομηχανίας, λίγα ονόματα προκαλούν τον ίδιο σεβασμό για τις επιδόσεις, την πολυτέλεια και την πρωτοποριακή μηχανική όπως η Bugatti. Το Veyron 16.4, του 2005, ήταν ένα υπερ-σπορ αυτοκίνητο που γεννήθηκε από ένα τολμηρό όραμα και επαναπροσδιόρισε τα όρια των δυνατοτήτων.

Close

Ωστόσο, η άφιξη της Veyron δεν ήταν μια ξαφνική αποκάλυψη, αλλά το αποκορύφωμα μιας επίπονης  έρευνας. Μεταξύ του 1998 και του 1999, μια σειρά ξεχωριστών μελετών σχεδιασμού διερεύνησε διαφορετικές πτυχές της φιλοδοξίας του Ferdinand Piëch, καθεμία ανοίγοντας το δρόμο για το τελικό σχέδιο.

 

Close

 

Η γένεση της σύγχρονης Bugatti βασίζεται στη φιλοδοξία του Ferdinand Karl Piëch, τότε Προέδρου του Ομίλου Volkswagen. Το 1997, εμπνευσμένος από την επιθυμία να δημιουργήσει ένα υπερ αυτοκίνητο με ξεχωριστή φινέτσα και με δύναμη στον κινητήρα που να ξεπερνάει κάθε όριο, ο Piëch έβαλε μπροστά το σχέδιό του. Να υλοποιήσει αυτό που οραματίσθηκε κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού με τρένο Shinkansen στην Ιαπωνία. Και η αρχή έγινε με τον επαναστατικό κινητήρα 18 κυλίνδρων.

Close

Σχεδιασμένη σε ένα φάκελο, η κατασκευή W18 έγινε η βασική σύλληψη της ανακατασκευής της Bugatti, αφού η Volkswagen AG απέκτησε τα δικαιώματα της μάρκας τον Μάϊο του 1998. Ο Piëch δεν αναζήτησε μόνο ταχύτητα, αλλά ένα αυτοκίνητο ικανό να ξεπεράσει τα 400 km/h, προσφέροντας την άνεση, την κομψότητα και τη χρηστικότητα, μια εντελώς νέας πρόκλησης που απαιτούσε εντελώς νέες μηχανικές λύσεις.

 

 

Για να υλοποιήσει αυτό το όραμα, ο Ferdinand Piëch ανέθεσε στον Giorgetto Giugiaro της Italdesign να προσφέρει μια νέα φιλοσοφία οχήματος. Το πρώτο αποτέλεσμα της συνεργασίας τους, το EB 118, έκανε το ντεμπούτο του στο Σαλόνι Αυτοκινήτου του Παρισιού τον Σεπτέμβριο του 1998. Έκανε την εμφάνισή του ως ένα κομψό, επιβλητικό δίθυρο κουπέ αιχμαλωτίζοντας την πεμπτουσία ενός grand tourer. Ο σχεδιασμός του χαρακτηριζόταν από ένα μακρύ, φαρδύ καπό – που ήταν απαραίτητο εξαιτίας του μεγέθους του ατμοσφαιρικού κινητήρα W18 6,3 λίτρων που ήταν τοποθετημένος μπροστά και απέδιδε 555 ίππους.

Στο εσωτερικό, η καμπίνα αγκάλιασε επιρροές της Art Deco, δίνοντας έμφαση στην πολυτέλεια, την άνεση και τη χειροποίητη κατασκευή. Σε συνδυασμό με την προηγμένη μηχανική του αυτοκινήτου, συμπεριλαμβανομένου του μοναδικού συστήματος μετάδοσης κίνησης W18 και της μόνιμης τετρακίνησης, το EB 118 ήταν μια τολμηρή δήλωση προθέσεων: ένας απρόσκοπτος συνδυασμός της κληρονομιάς της Bugatti και της πρωτοποριακής καινοτομίας.

 

 

Αμέσως μετά, το πολυτελές σαλόνι EB 218 έκανε το ντεμπούτο του στο Σαλόνι Αυτοκινήτου της Γενεύης τον Μάρτιο του 1999. Επίσης σχεδιασμένο από τον Giugiaro, το EB 218 παρουσιάστηκε ως εξέλιξη του προηγούμενου πρωτότυπου Bugatti EB 112 (από την εποχή Artioli) αλλά τώρα τροφοδοτούμενο από τον ίδιο τρομερό κινητήρα με τον EB 118.

Αυτό το τετράθυρο σεντάν αποτελούσε μια διαφορετική διάσταση της ταυτότητας της Bugatti, εστιάζοντας στην απόλυτη πολυτέλεια.

Με μήκος μεγαλύτερο από το EB 118, στα 5,3 μέτρα διέθετε διακριτικά αναθεωρημένες καμπυλότητες για τους προφυλακτήρες, τα φώτα και το καπό, προσαρμόζοντας τις απαιτήσεις χωροταξίας του W18 σε ένα σεντάν διατηρώντας παράλληλα τη μόνιμη τετρακίνηση.

Το EB 218 απέδειξε την ευελιξία του κινητήρα W18 και την ικανότητα της μάρκας να παράγει όχι μόνο κουπέ αλλά και μεγάλα, υπερπολυτελή οχήματα, που θυμίζουν μοντέλα όπως το Type 41 Royale.

Μια σημαντική αλλαγή κατεύθυνσης σημειώθηκε αργότερα εκείνο το έτος. Στο IAA στη Φρανκφούρτη τον Σεπτέμβριο του 1999, η Bugatti παρουσίασε το EB 18/3 Chiron. Σχεδιασμένο από τον Fabrizio Giugiaro υπό την καθοδήγηση του πατέρα του, αυτό το concept απομακρύνθηκε από τη διάταξη του μπροστινού κινητήρα των προκατόχων του.

Το EB 18/3 Chiron ήταν μια καθαρή, διθέσια μελέτη σούπερ σπορ αυτοκινήτου με το W18 σε διάταξη κινητήρα τοποθετημένο στη μέση. Έτσι έγινε μια εντυπωσιακή αλλαγή στις αναλογίες του αυτοκινήτου με μια πιο επιθετική σχεδιαστικά προς τα εμπρός καμπίνα, χαρακτηριστική των σπορ αυτοκινήτων υψηλών επιδόσεων. Ενώ εξακολουθούσε να διαθέτει τον 555 PS W18 και τετρακίνηση, το στυλ επικεντρώθηκε περισσότερο στην αεροδυναμική απόδοση και τη δυναμική ικανότητα.

 

 

Αυτή η πρωτότυπη έκδοση, που πήρε το όνομά της από το θρυλικό οδηγό αγώνων Bugatti, Louis Chiron, σηματοδότησε τη νέα τάση των υπερ-σπορ αυτοκινήτων που θα κατακτούσε τελικά η Veyron με τον εκπληκτικό W18 κινητήρα.

Ένα μήνα αργότερα, τον Οκτώβριο του 1999, έγινε το τελευταίο εξελικτικό βήμα για τη  Bugatti EB 18/4 Veyron, πριν κάνει το ντεμπούτο της  στην Έκθεση Αυτοκινήτου του Τόκιο.

Κατασκευασμένο εσωτερικά από τον Όμιλο Volkswagen υπό τις οδηγίες του Hartmut Warkuß, με το εξωτερικό να σχεδιάζεται από το νεαρό Jozef Kabaň, το EB 18/4 παρουσίαζε μια πολύ πιο συμπαγή και εστιασμένη σιλουέτα σπορ αυτοκινήτου με κινητήρα στο κέντρο. Το στυλ του προμήνυε έντονα το εμβληματικό σχήμα, τις αναλογίες και τα βασικά σχεδιαστικά στοιχεία του αυτοκινήτου παραγωγής.

 

 

Αν και αρχικά εμφανίστηκε με τον κινητήρα W18, η τεράστια πρόκληση της αξιόπιστης εξαγωγής άνω των 1.000 PS και η διαχείριση της θερμότητας και της πολυπλοκότητας του ατμοσφαιρικού W18 οδήγησε σε μια καθοριστική μηχανική αλλαγή. Μέχρι το 2000, πάρθηκε η απόφαση για την ανάπτυξη ενός νέου κινητήρα: του 8,0 λίτρων, τετραπλού υπερσυμπιεστή W16. Αυτός ο κινητήρας θα μπορούσε να επιτύχει πιο αποτελεσματικά τους στόχους ακραίων επιδόσεων της Piëch των 1.001 PS και τελικής ταχύτητας άνω των 400 km/h, αν και απαιτούσε ένα πρωτοφανώς εξελιγμένο σύστημα ψύξης.

Η επιλογή του ονόματος «Veyron» για το τελικό πρωτότυπο και το αυτοκίνητο παραγωγής που ακολούθησε ήταν μία επιλεκτική αναφορά από την πλούσια κληρονομιά της Bugatti. Ο Pierre Veyron (1903-1970) ήταν κάτι περισσότερο από απλώς ένας οδηγός αγώνων. Ήταν μηχανικός ανάπτυξης και επίσημος οδηγός δοκιμών για τη μάρκα κατά τη δεκαετία του 1930. Το κορυφαίο του επίτευγμα ήρθε το 1939 όταν, μαζί με τον Jean-Pierre Wimille, εξασφάλισε μια νίκη για την Bugatti στο διάσημο 24 Hours of Le Mans, πιλοτάροντας ένα Tank Type 57C.

 

 

Το ταξίδι από το αρχικό σκίτσο W18 του Ferdinand Piëch μέχρι το κορυφαίο παγκοσμίως Veyron 16.4 ήταν απόδειξη αδιάκοπης καινοτομίας, επαναληπτικής σχεδίασης και βαθύ σεβασμού για την κληρονομιά της Bugatti. Τα πρωτότυπα αυτοκίνητα – EB 118, EB 218, EB 18/3 Chiron και EB 18/4 Veyron – δεν ήταν απλές σχεδιαστικές ασκήσεις αλλά κρίσιμα βήματα μηχανικής. Καθένα από αυτά εξερεύνησε διαφορετικά στυλ (grand tourer, πολυτελές σεντάν, σπορ αυτοκίνητο με κινητήρα στο κέντρο) και δοκίμασε τα όρια του φιλόδοξου κινητήρα W18, πριν η τελική σύγκλιση του σχεδιασμού και η μηχανική στροφή προς τον κινητήρα W16 καθορίσουν τη Veyron. Έδειξαν τη φιλοδοξία, τις μηχανικές προκλήσεις και την εξελισσόμενη σχεδιαστική γλώσσα που κορυφώθηκε σε ένα όχημα που τιμούσε το παρελθόν, ενώ ταυτόχρονα σφυρηλατούσε ένα εντελώς νέο μέλλον για τον κόσμο της αυτοκινητοβιομηχανίας.  

 

 

Πηγή: Zougla.gr