Για ακόμη μία φορά η Toyota καταφέρνει να τραβήξει πάνω της τα παγκόσμια φλας. Αυτή τη φορά ο επικεφαλής Akio Toyoda, στα πλαίσια προγραμματισμένης παρουσίασης, παρουσίασε 15 νέα μοντέλα ηλεκτρικών πρωτοτύπων τα οποία στα επόμενα χρόνια θα κυκλοφορήσουν τόσο με τα σήματα της Toyota, όσο και της Lexus.

Αρχικά ο Toyoda παρουσίασε τα ηλεκτρικά οχήματα που θα λάβουν το λογότυπο bZ με το bZ4X που έχει ήδη παρουσιαστεί να δείχνει τον δρόμο. Η γκάμα περιλαμβάνει SUV, μικρό crossover, σεντάν αλλά και μοντέλα με τρεις σειρές καθισμάτων, όλα όμως είχαν εξαιρετικά μαύρα φιμέ τζάμια, ώστε να μην υπάρξει η παραμικρή διαρροή από το εσωτερικό τους.

Στη συνέχεια της παρουσίασης είδαμε και το Lexus RZ ενώ τα φλας έκλεψε ένα σπορ διθέσιο αυτοκίνητο το οποίο (αμιγώς ηλεκτρικό), θα καταφέρνει το 0-100 σε κάτω από 2 δευτ. την ώρα που η αυτονομία του θα ξεπερνά τα 700χλμ. Μπορεί να μην δόθηκαν συγκεκριμένες πληροφορίες για κάθε ένα από τα μοντέλα που παρουσιάστηκαν, όμως μερικά από αυτά θα βασίζονται σε ήδη υπάρχουσες πλατφόρμες ενώ άλλα στη νέα e-TNGA που δημιουργήθηκε σε συνεργασία με την Subaru.

Όλα αυτά τα οχήματα αποτελούν μέρος του στόχου της Toyota και της Lexus να εισάγουν συνολικά 30 ηλεκτρικά οχήματα στην αγορά έως το 2030, με στόχο 3,5 εκατομμύρια παγκόσμιες πωλήσεις. Μέχρι το 2035, η Lexus θα γίνει μια αποκλειστικά ηλεκτρική μάρκα στην Ευρώπη, τις ΗΠΑ και την Κίνα, στοχεύοντας σε ετήσιες πωλήσεις 1 εκατομμυρίου EV. Για να επιτύχει τους στόχους η ιαπωνική εταιρεία, δεσμεύτηκε να επενδύσει 17,6 δισεκατομμύρια δολάρια για την παραγωγή μπαταριών έως το 2030.
Πηγή: Zougla.gr

Mercedes CLA: Η αποτίμηση της περιβαλλοντικής απόδοσης
Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Ambition 2039, η Mercedes επιδιώκει να προσφέρει έναν στόλο οχημάτων με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα μέχρι το 2039, συνδράμοντας στην προστασία του περιβάλλοντος. Παράλληλα, μέσα στην επόμενη δεκαετία, η εταιρεία στοχεύει στη μείωση των εκπομπών CO2 ανά όχημα στο νέο στόλο έως και κατά 50%, καλύπτοντας όλα τα στάδια της αλυσίδας αξίας και ολόκληρο τον κύκλο ζωής του προϊόντος.
Η Mercedes, βέβαια, δεν αρκείται μόνο σε γενικές δεσμεύσεις περί βιωσιμότητας, καθώς για τη νέα CLA όρισε για πρώτη φορά ποσοτικούς στόχους για τη μείωση των εκπομπών CO₂ στην εφοδιαστική αλυσίδα για υλικά παραγωγής. Όπως αναφέρει η γερμανική μάρκα, η έμφαση δίνεται σε υλικά και εξαρτήματα που παρουσιάζουν υψηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, όπως ο χάλυβας, το αλουμίνιο, ορισμένα πλαστικά και οι κυψέλες μπαταριών. Για τη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος των υλικών της, η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία σύναψε ειδικές συμφωνίες με τους προμηθευτές, με αποτέλεσμα οι εκπομπές CO2 για την παραγωγή της CLA 250+ να μπορούν να μειωθούν κατά περίπου 17% σε σύγκριση με τις συμβατικές μεθόδους παραγωγής.

Ειδικότερα, στη νέα CLA, επιστρατεύονται διάφορες τεχνικές που μειώνουν το αποτύπωμα άνθρακα κατά περίπου 30% ανά κυψέλη μπαταρίας, σε σύγκριση με τη συμβατική παραγωγή. Εκτός από τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές κατά την παραγωγή των κυψελών, ανανεώσιμη ενέργεια χρησιμοποιείται επίσης για την παραγωγή των υλικών καθόδου, ανόδου και περιβλήματος της κυψέλης. Επίσης, περίπου το 40% του αλουμινίου που χρησιμοποιείται στη CLA παράγεται σε εργοστάσια ηλεκτρόλυσης τα οποία χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Επιπλέον, κατά την ανάπτυξη του μοντέλου δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στη χρήση όσο το δυνατόν περισσότερων δευτερογενών υλικών. Στην CLA 250+, το βάρος των δευτερογενών υλικών που χρησιμοποιούνται στα θερμοπλαστικά αυξήθηκε στα 42 κιλά, ενώ περίπου το 50% αυτών προέρχεται από καταναλωτικά απόβλητα (post-consumer sources).
Στον κύκλο ζωής ενός ηλεκτρικού οχήματος, καθοριστικό ρόλο στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα διαδραματίζει και η φόρτιση με ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Επομένως, μέσω της πλατφόρμας MB.Charge Public, η Mercedes προσφέρει στους πελάτες της τη δυνατότητα να φορτίζουν τα οχήματά τους με «πράσινη» ενέργεια. Αν στο σημείο φόρτισης δεν υπάρχουν αποθέματα «πράσινης» ενέργειας, τότε ενεργοποιείται το σύστημα “Green Charging”, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούνται πιστοποιητικά ανανεώσιμης ενέργειας, που εξασφαλίζουν ότι μια ισοδύναμη ποσότητα πράσινης ενέργειας (από πιστοποιημένες πηγές) διοχετεύεται στο δίκτυο ηλεκτροδότησης.
