Η Toyota αποκάλυψε το ολοκαίνουργιο Land Cruiser, ένα μοντέλο που βασίζεται άμεσα στα παραδοσιακά του χαρακτηριστικά που έχουν κάνει το όνομα Land Cruiser συνώνυμο της δύναμης και της αξιοπιστίας για περισσότερα από 70 χρόνια. Το DNA του θρυλικού Land Cruiser έχει συνδυαστεί με νέες τεχνολογίες για να προσφέρει υψηλότερα επίπεδα απόδοσης τόσο εκτός δρόμου όσο και για καθημερινή χρήση. Το αποτέλεσμα ενισχύει την παγκόσμια φήμη της Land Cruiser ως μέσο μεταφοράς που μπορείτε να εμπιστευτείτε για να σας μεταφέρει με ασφάλεια στον προορισμό σας κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες.
Η Toyota θα δέχεται παραγγελίες για το νέο Land Cruiser από το φθινόπωρο ενώ οι πρώτες παραδόσεις θα γίνουν κατά τους μήνες Μάϊο και Ιούνιο της ερχόμενης χρονιάς.

Το νέο Land Cruiser διατηρεί την κλασική, στιβαρή κατασκευή του και είναι κτισμένο στην πλατφόρμα GA-F της Toyota. Κάτι που διαδραματίζει βασικό ρόλο στη σημαντική βελτίωση των επιδόσεων εκτός δρόμου για το μοντέλο. Παράλληλα, η νέα γενιά αποκτά περαιτέρω ικανότητες εκτός δρόμου με μια νέα αποσυνδεόμενη μπροστινή αντιστρεπτική μπάρα. Η τεχνολογία – SDM (Stabiliser with Disconnection Mechanism) – είναι μια πρωτιά για την Toyota που δίδει τη δυνατότητα στον οδηγό να αλλάξει την κατάσταση της ράβδου αντιστροφής (stabiliser) χρησιμοποιώντας έναν διακόπτη στο ταμπλό. Αυτή η ευελιξία επιτρέπει καλύτερη οδήγηση σε ανώμαλους δρόμους, μεγαλύτερη άνεση και ευκολότερο χειρισμό στο δρόμο. Οι αναβαθμίσεις στα συστήματα Multi-Terrain Monitor και Multi-Terrain Select παρέχουν περαιτέρω υποστήριξη κατά την οδήγηση εκτός δρόμου. Χρησιμοποιώντας κάμερα και οθόνη υψηλής ανάλυσης, το Multi-Terrain Monitor δίνει στον οδηγό μια καθαρή εικόνα της περιοχής ακριβώς γύρω και κάτω από το όχημα. Επίσης, το σύστημα Multi-Terrain Select προσαρμόζει αυτόματα την απόδοση του οχήματος ώστε να ταιριάζει στις απαιτήσεις διαφορετικών συνθηκών οδήγησης εκτός δρόμου.

Το σύστημα μετάδοσης κίνησης αντανακλά την εστίαση της Toyota να διασφαλίσει ότι το μοντέλο έχει σχεδιαστεί και κατασκευαστεί για να υποστηρίζει τον σύγχρονο τρόπο ζωής των ανθρώπων κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Κάτι που προωθεί τη μακροχρόνια φήμη του μοντέλου για αξιοπιστία και ανθεκτικότητα εντός και εκτός δρόμου.
Στην Ευρώπη, το νέο Land Cruiser θα παρουσιαστεί με κινητήρα turbodiesel 2,8 λίτρων που έχει σχεδιαστεί για να προσφέρει μια ισχυρή ισορροπία απόδοσης καυσίμου και επιδόσεων. Παράγει 204 ίππους και συνδυάζεται με ένα νέο αυτόματο κιβώτιο Direct Shift οκτώ σχέσεων, δίνοντάς του τη δύναμη να ρυμουλκεί φορτία έως και 3.500 κιλά. Στις αρχές του 2025, θα είναι διαθέσιμο ένα ηλεκτρικό σύστημα μετάδοσης κίνησης που θα συνδυάζει τον ισχυρό και αποδοτικό κινητήρα ντίζελ με την ήπια υβριδική τεχνολογία 48 Volt.
Το Land Cruiser γεννήθηκε πριν από 72 χρόνια, και συγκεκριμένα την 1η Αυγούστου του 1981 ως «Toyota BJ». Πολύ σύντομα απέδειξε τις εντυπωσιακές του ικανότητες αφού έγινε το πρώτο όχημα που ανέβηκε με επιτυχία στον έκτο σταθμό στις πλαγιές του όρους Fuji.
Από τότε, η αποστολή της Toyota για το Land Cruiser ήταν να παρέχει στο κοινό ένα αυτοκίνητο που θα τους μεταφέρει στον προορισμό τους με ασφάλεια, ακόμη και στις πιο δύσκολες οδηγικές συνθήκες. Οι διαφορετικές εμπειρίες των πελατών σε όλο τον κόσμο έχουν αποδειχθεί ανεκτίμητες για την Toyota ως προς την εξέλιξη των βασικών πλεονεκτημάτων του Land Cruiser για την αξιοπιστία, την ανθεκτικότητα και την ικανότητα τους σε εντός και εκτός δρόμου διαδρομές. Και δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι έχει καταστεί σαν ένα από τα μοντέλα με τις μεγαλύτερες πωλήσεις της Toyota. Περισσότερα από 11,3 εκατομμύρια Land Cruiser έχουν πωληθεί μέχρι σήμερα σε περισσότερες από 170 χώρες.

Mercedes CLA: Η αποτίμηση της περιβαλλοντικής απόδοσης
Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Ambition 2039, η Mercedes επιδιώκει να προσφέρει έναν στόλο οχημάτων με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα μέχρι το 2039, συνδράμοντας στην προστασία του περιβάλλοντος. Παράλληλα, μέσα στην επόμενη δεκαετία, η εταιρεία στοχεύει στη μείωση των εκπομπών CO2 ανά όχημα στο νέο στόλο έως και κατά 50%, καλύπτοντας όλα τα στάδια της αλυσίδας αξίας και ολόκληρο τον κύκλο ζωής του προϊόντος.
Η Mercedes, βέβαια, δεν αρκείται μόνο σε γενικές δεσμεύσεις περί βιωσιμότητας, καθώς για τη νέα CLA όρισε για πρώτη φορά ποσοτικούς στόχους για τη μείωση των εκπομπών CO₂ στην εφοδιαστική αλυσίδα για υλικά παραγωγής. Όπως αναφέρει η γερμανική μάρκα, η έμφαση δίνεται σε υλικά και εξαρτήματα που παρουσιάζουν υψηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, όπως ο χάλυβας, το αλουμίνιο, ορισμένα πλαστικά και οι κυψέλες μπαταριών. Για τη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος των υλικών της, η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία σύναψε ειδικές συμφωνίες με τους προμηθευτές, με αποτέλεσμα οι εκπομπές CO2 για την παραγωγή της CLA 250+ να μπορούν να μειωθούν κατά περίπου 17% σε σύγκριση με τις συμβατικές μεθόδους παραγωγής.

Ειδικότερα, στη νέα CLA, επιστρατεύονται διάφορες τεχνικές που μειώνουν το αποτύπωμα άνθρακα κατά περίπου 30% ανά κυψέλη μπαταρίας, σε σύγκριση με τη συμβατική παραγωγή. Εκτός από τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές κατά την παραγωγή των κυψελών, ανανεώσιμη ενέργεια χρησιμοποιείται επίσης για την παραγωγή των υλικών καθόδου, ανόδου και περιβλήματος της κυψέλης. Επίσης, περίπου το 40% του αλουμινίου που χρησιμοποιείται στη CLA παράγεται σε εργοστάσια ηλεκτρόλυσης τα οποία χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Επιπλέον, κατά την ανάπτυξη του μοντέλου δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στη χρήση όσο το δυνατόν περισσότερων δευτερογενών υλικών. Στην CLA 250+, το βάρος των δευτερογενών υλικών που χρησιμοποιούνται στα θερμοπλαστικά αυξήθηκε στα 42 κιλά, ενώ περίπου το 50% αυτών προέρχεται από καταναλωτικά απόβλητα (post-consumer sources).
Στον κύκλο ζωής ενός ηλεκτρικού οχήματος, καθοριστικό ρόλο στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα διαδραματίζει και η φόρτιση με ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Επομένως, μέσω της πλατφόρμας MB.Charge Public, η Mercedes προσφέρει στους πελάτες της τη δυνατότητα να φορτίζουν τα οχήματά τους με «πράσινη» ενέργεια. Αν στο σημείο φόρτισης δεν υπάρχουν αποθέματα «πράσινης» ενέργειας, τότε ενεργοποιείται το σύστημα “Green Charging”, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούνται πιστοποιητικά ανανεώσιμης ενέργειας, που εξασφαλίζουν ότι μια ισοδύναμη ποσότητα πράσινης ενέργειας (από πιστοποιημένες πηγές) διοχετεύεται στο δίκτυο ηλεκτροδότησης.
