Από τις 6 Ιουλίου, τα καινούργια αυτοκίνητα που πωλούνται στην Ευρωπαϊκή Ένωση εξοπλίζονται με περιοριστή ταχύτητας (Intelligent Speed Assistance, ISA) και με μαύρα κουτιά – καταγραφείς δεδομένων. Οι περιοριστές ταχύτητας χρησιμοποιούν δεδομένα από το GPS ή/και κάμερες αναγνώρισης των σημάτων κυκλοφορίας, για να καθορίζουν την ταχύτητα που κινείται το αυτοκίνητο, ώστε αυτή να είναι εντός του νόμιμου ορίου.
Το σύστημα ISA είναι ένα σύστημα που γνωρίζει το πότε ο οδηγός ξεπερνά τα όρια ταχύτητας και ειδοποιεί αρχικά τον οδηγό, ενώ στη πορεία επιβραδύνει αυτόματα το αυτοκίνητο. Το σύστημα συνεργάζεται με τον οδηγό και δεν περιορίζει τις δυνατότητές του να οδηγεί ο ίδιος το αυτοκίνητο, κάτι που σημαίνει πως ο οδηγός μπορεί εύκολα να το παρακάμψει.
Το σύστημα έχει 4 επιλογές λειτουργίας, την διαδοχική ακουστική προειδοποίηση, την διαδοχική προειδοποίηση μέσω δόνησης, την απτική ανάδραση μέσω του πεντάλ του γκαζιού και τη λειτουργία ελέγχου της ταχύτητας.
Οι πρώτες δύο δεν παρεμβαίνουν άμεσα, αλλά ειδοποιούν τον οδηγό, με τις προειδοποιήσεις να είναι όσο το δυνατόν μικρές σε διάρκεια ώστε να αποφευχθεί η πιθανή ενόχληση του οδηγού. Η τρίτη επιλογή εφαρμόζει μια δύναμη αντίθετης φοράς στο πεντάλ του γκαζιού, με το πεντάλ να σπρώχνει απαλά το πόδι του οδηγού προς τα πίσω, έτσι ώστε να τον ενημερώσει για να μειώσει ταχύτητα. Ο οδηγός όμως μπορεί να παρακάμψει την προειδοποίηση, πιέζοντας λίγο πιο δυνατά το πεντάλ του γκαζιού. Η τέταρτη επιλογή μειώνει αυτόματα και ομαλά την ταχύτητα του αυτοκινήτου, με το σύστημα όμως να μπορεί να παρακαμφθεί από τον οδηγό, πατώντας λίγο πιο δυνατά το πεντάλ του γκαζιού, όπως και στη τρίτη επιλογή.
Το σύστημα ISA θα είναι υποχρεωτικό από σήμερα στα μηχανοκίνητα οχήματα των κατηγοριών Μ και Ν και σε όλα τα νέα οχήματα.

Το σύστημα Electronic Data Recorder (EDR) είναι μια συσκευή καταγραφής δεδομένων συμβάντων (EDR), παρόμοια με το “μαύρο κουτί” των αεροπλάνων η οποία θα καταγράφει πληροφορίες που σχετίζονται μόνο με τα ατυχήματα. Στην περίπτωση του EDR, υπάρχει μεγάλη συζήτηση για το απόρρητο των προσωπικών δεδομένων. Όμως το EDR θα καταγράφει μόνο την δυναμική κατάσταση του οχήματος πριν από τη σύγκρουση και σε καμία περίπτωση δεν θα καταγράφει ήχο ή βίντεο. Η καταγραφή θα έχει να κάνει για κάποια ελάχιστα δευτερόλεπτα, ενώ μετά τη σύγκρουση θα ενεργοποιείται ένα αυτόματο σύστημα ειδοποίησης σύγκρουσης (ACN).
Το σύστημα EDR θα καταγράφει την ταχύτητα του οχήματος, την ενεργοποίηση του συστήματος πέδησης, τη γωνία του τιμονιού, την κλίση του οχήματος στον δρόμο, εάν λειτουργούσαν διάφορα συστήματα ασφαλείας, ξεκινώντας από τις ζώνες ασφαλείας και την θέση του αυτοκινήτου στον δρόμο.
Επίσης τα νέα αυτοκίνητα εφοδιάζονται πλέον και με άλλα υποχρεωτικά συστήματα ασφαλείας, τα οποία θα συμβάλλουν στη μείωση του αριθμού των ατυχημάτων με τη συμμετοχή πεζών και ποδηλατών. Ο νέος κανονισμός περιλαμβάνει έναν εκτενή κατάλογο των υποχρεωτικών συστημάτων και λειτουργιών ασφαλείας, με τα οποία πρόκειται να εξοπλιστούν τα νέα αυτοκίνητα.

Έτσι τα νέα επιβατικά αυτοκίνητα πρέπει υποχρεωτικά να είναι εξοπλισμένα με σύστημα ένδειξης ορίου ταχύτητας, διατήρηση λωρίδας και σύστημα ελέγχου πίεσης τροχών.
Για αυτοκίνητα, μικρά φορτηγά, φορτηγά και λεωφορεία: υποχρεωτικοί περιοριστές ταχύτητας και καταγραφείς δεδομένων (Intelligent Speed Assistance, ISA), προειδοποίηση σε περίπτωση υπνηλίας και διάσπασης προσοχής του οδηγού (π.χ. χρήση έξυπνου τηλεφώνου κατά την οδήγηση), ευφυής έλεγχος ταχύτητας, ασφάλεια οπισθοπορείας με τη χρήση κάμερας ή αισθητήρων και καταγραφέας δεδομένων ατυχήματος (μαύρο κουτί).

Για αυτοκίνητα και μικρά φορτηγά: υποβοήθηση παραμονής στη λωρίδα κυκλοφορίας, προηγμένη πέδηση έκτακτης ανάγκης και βελτιωμένες ζώνες ασφαλείας που έχουν υποβληθεί σε δοκιμές σύγκρουσης.
Για φορτηγά και λεωφορεία: ειδικές απαιτήσεις για τη βελτίωση της άμεσης όρασης οδηγών φορτηγών και λεωφορείων και την εξάλειψη των τυφλών σημείων, καθώς και συστήματα στο εμπρόσθιο τμήμα και τα πλευρικά τμήματα του οχήματος για τον εντοπισμό ευάλωτων χρηστών του οδικού δικτύου και την ειδοποίηση του οδηγού για την παρουσία αυτών, ιδίως κατά τη στροφή. Επίσης την τοποθέτηση συστημάτων ελέγχου πίεσης ελαστικών.
Η Κομισιόν εκτιμά ότι τα παραπάνω θα βοηθήσουν να σωθούν πάνω από 25.000 ζωές και να αποφευχθούν τουλάχιστον 140.000 σοβαροί τραυματισμοί έως το 2038. Θα συνεισφέρουν επίσης στον μακροπρόθεσμο στόχο της ΕΕ να προσεγγίσει τους μηδέν θανάτους και σοβαρούς τραυματισμούς έως το 2050 (“Όραμα για μηδενικές απώλειες”).
Πηγή: Autoblog.gr

Bugatti: Πως το τολμηρό όραμα Ferdinand Piëch έφερε την επανάσταση στα super car με τον W16 κινητήρα στη Veyron
Στην ιστορία της αυτοκινητοβιομηχανίας, λίγα ονόματα προκαλούν τον ίδιο σεβασμό για τις επιδόσεις, την πολυτέλεια και την πρωτοποριακή μηχανική όπως η Bugatti. Το Veyron 16.4, του 2005, ήταν ένα υπερ-σπορ αυτοκίνητο που γεννήθηκε από ένα τολμηρό όραμα και επαναπροσδιόρισε τα όρια των δυνατοτήτων.
Ωστόσο, η άφιξη της Veyron δεν ήταν μια ξαφνική αποκάλυψη, αλλά το αποκορύφωμα μιας επίπονης έρευνας. Μεταξύ του 1998 και του 1999, μια σειρά ξεχωριστών μελετών σχεδιασμού διερεύνησε διαφορετικές πτυχές της φιλοδοξίας του Ferdinand Piëch, καθεμία ανοίγοντας το δρόμο για το τελικό σχέδιο.

Η γένεση της σύγχρονης Bugatti βασίζεται στη φιλοδοξία του Ferdinand Karl Piëch, τότε Προέδρου του Ομίλου Volkswagen. Το 1997, εμπνευσμένος από την επιθυμία να δημιουργήσει ένα υπερ αυτοκίνητο με ξεχωριστή φινέτσα και με δύναμη στον κινητήρα που να ξεπερνάει κάθε όριο, ο Piëch έβαλε μπροστά το σχέδιό του. Να υλοποιήσει αυτό που οραματίσθηκε κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού με τρένο Shinkansen στην Ιαπωνία. Και η αρχή έγινε με τον επαναστατικό κινητήρα 18 κυλίνδρων.
Σχεδιασμένη σε ένα φάκελο, η κατασκευή W18 έγινε η βασική σύλληψη της ανακατασκευής της Bugatti, αφού η Volkswagen AG απέκτησε τα δικαιώματα της μάρκας τον Μάϊο του 1998. Ο Piëch δεν αναζήτησε μόνο ταχύτητα, αλλά ένα αυτοκίνητο ικανό να ξεπεράσει τα 400 km/h, προσφέροντας την άνεση, την κομψότητα και τη χρηστικότητα, μια εντελώς νέας πρόκλησης που απαιτούσε εντελώς νέες μηχανικές λύσεις.

Για να υλοποιήσει αυτό το όραμα, ο Ferdinand Piëch ανέθεσε στον Giorgetto Giugiaro της Italdesign να προσφέρει μια νέα φιλοσοφία οχήματος. Το πρώτο αποτέλεσμα της συνεργασίας τους, το EB 118, έκανε το ντεμπούτο του στο Σαλόνι Αυτοκινήτου του Παρισιού τον Σεπτέμβριο του 1998. Έκανε την εμφάνισή του ως ένα κομψό, επιβλητικό δίθυρο κουπέ αιχμαλωτίζοντας την πεμπτουσία ενός grand tourer. Ο σχεδιασμός του χαρακτηριζόταν από ένα μακρύ, φαρδύ καπό – που ήταν απαραίτητο εξαιτίας του μεγέθους του ατμοσφαιρικού κινητήρα W18 6,3 λίτρων που ήταν τοποθετημένος μπροστά και απέδιδε 555 ίππους.
Στο εσωτερικό, η καμπίνα αγκάλιασε επιρροές της Art Deco, δίνοντας έμφαση στην πολυτέλεια, την άνεση και τη χειροποίητη κατασκευή. Σε συνδυασμό με την προηγμένη μηχανική του αυτοκινήτου, συμπεριλαμβανομένου του μοναδικού συστήματος μετάδοσης κίνησης W18 και της μόνιμης τετρακίνησης, το EB 118 ήταν μια τολμηρή δήλωση προθέσεων: ένας απρόσκοπτος συνδυασμός της κληρονομιάς της Bugatti και της πρωτοποριακής καινοτομίας.

Αμέσως μετά, το πολυτελές σαλόνι EB 218 έκανε το ντεμπούτο του στο Σαλόνι Αυτοκινήτου της Γενεύης τον Μάρτιο του 1999. Επίσης σχεδιασμένο από τον Giugiaro, το EB 218 παρουσιάστηκε ως εξέλιξη του προηγούμενου πρωτότυπου Bugatti EB 112 (από την εποχή Artioli) αλλά τώρα τροφοδοτούμενο από τον ίδιο τρομερό κινητήρα με τον EB 118.
Αυτό το τετράθυρο σεντάν αποτελούσε μια διαφορετική διάσταση της ταυτότητας της Bugatti, εστιάζοντας στην απόλυτη πολυτέλεια.
Με μήκος μεγαλύτερο από το EB 118, στα 5,3 μέτρα διέθετε διακριτικά αναθεωρημένες καμπυλότητες για τους προφυλακτήρες, τα φώτα και το καπό, προσαρμόζοντας τις απαιτήσεις χωροταξίας του W18 σε ένα σεντάν διατηρώντας παράλληλα τη μόνιμη τετρακίνηση.
Το EB 218 απέδειξε την ευελιξία του κινητήρα W18 και την ικανότητα της μάρκας να παράγει όχι μόνο κουπέ αλλά και μεγάλα, υπερπολυτελή οχήματα, που θυμίζουν μοντέλα όπως το Type 41 Royale.
Μια σημαντική αλλαγή κατεύθυνσης σημειώθηκε αργότερα εκείνο το έτος. Στο IAA στη Φρανκφούρτη τον Σεπτέμβριο του 1999, η Bugatti παρουσίασε το EB 18/3 Chiron. Σχεδιασμένο από τον Fabrizio Giugiaro υπό την καθοδήγηση του πατέρα του, αυτό το concept απομακρύνθηκε από τη διάταξη του μπροστινού κινητήρα των προκατόχων του.
Το EB 18/3 Chiron ήταν μια καθαρή, διθέσια μελέτη σούπερ σπορ αυτοκινήτου με το W18 σε διάταξη κινητήρα τοποθετημένο στη μέση. Έτσι έγινε μια εντυπωσιακή αλλαγή στις αναλογίες του αυτοκινήτου με μια πιο επιθετική σχεδιαστικά προς τα εμπρός καμπίνα, χαρακτηριστική των σπορ αυτοκινήτων υψηλών επιδόσεων. Ενώ εξακολουθούσε να διαθέτει τον 555 PS W18 και τετρακίνηση, το στυλ επικεντρώθηκε περισσότερο στην αεροδυναμική απόδοση και τη δυναμική ικανότητα.

Αυτή η πρωτότυπη έκδοση, που πήρε το όνομά της από το θρυλικό οδηγό αγώνων Bugatti, Louis Chiron, σηματοδότησε τη νέα τάση των υπερ-σπορ αυτοκινήτων που θα κατακτούσε τελικά η Veyron με τον εκπληκτικό W18 κινητήρα.
Ένα μήνα αργότερα, τον Οκτώβριο του 1999, έγινε το τελευταίο εξελικτικό βήμα για τη Bugatti EB 18/4 Veyron, πριν κάνει το ντεμπούτο της στην Έκθεση Αυτοκινήτου του Τόκιο.
Κατασκευασμένο εσωτερικά από τον Όμιλο Volkswagen υπό τις οδηγίες του Hartmut Warkuß, με το εξωτερικό να σχεδιάζεται από το νεαρό Jozef Kabaň, το EB 18/4 παρουσίαζε μια πολύ πιο συμπαγή και εστιασμένη σιλουέτα σπορ αυτοκινήτου με κινητήρα στο κέντρο. Το στυλ του προμήνυε έντονα το εμβληματικό σχήμα, τις αναλογίες και τα βασικά σχεδιαστικά στοιχεία του αυτοκινήτου παραγωγής.

Αν και αρχικά εμφανίστηκε με τον κινητήρα W18, η τεράστια πρόκληση της αξιόπιστης εξαγωγής άνω των 1.000 PS και η διαχείριση της θερμότητας και της πολυπλοκότητας του ατμοσφαιρικού W18 οδήγησε σε μια καθοριστική μηχανική αλλαγή. Μέχρι το 2000, πάρθηκε η απόφαση για την ανάπτυξη ενός νέου κινητήρα: του 8,0 λίτρων, τετραπλού υπερσυμπιεστή W16. Αυτός ο κινητήρας θα μπορούσε να επιτύχει πιο αποτελεσματικά τους στόχους ακραίων επιδόσεων της Piëch των 1.001 PS και τελικής ταχύτητας άνω των 400 km/h, αν και απαιτούσε ένα πρωτοφανώς εξελιγμένο σύστημα ψύξης.
Η επιλογή του ονόματος «Veyron» για το τελικό πρωτότυπο και το αυτοκίνητο παραγωγής που ακολούθησε ήταν μία επιλεκτική αναφορά από την πλούσια κληρονομιά της Bugatti. Ο Pierre Veyron (1903-1970) ήταν κάτι περισσότερο από απλώς ένας οδηγός αγώνων. Ήταν μηχανικός ανάπτυξης και επίσημος οδηγός δοκιμών για τη μάρκα κατά τη δεκαετία του 1930. Το κορυφαίο του επίτευγμα ήρθε το 1939 όταν, μαζί με τον Jean-Pierre Wimille, εξασφάλισε μια νίκη για την Bugatti στο διάσημο 24 Hours of Le Mans, πιλοτάροντας ένα Tank Type 57C.

Το ταξίδι από το αρχικό σκίτσο W18 του Ferdinand Piëch μέχρι το κορυφαίο παγκοσμίως Veyron 16.4 ήταν απόδειξη αδιάκοπης καινοτομίας, επαναληπτικής σχεδίασης και βαθύ σεβασμού για την κληρονομιά της Bugatti. Τα πρωτότυπα αυτοκίνητα – EB 118, EB 218, EB 18/3 Chiron και EB 18/4 Veyron – δεν ήταν απλές σχεδιαστικές ασκήσεις αλλά κρίσιμα βήματα μηχανικής. Καθένα από αυτά εξερεύνησε διαφορετικά στυλ (grand tourer, πολυτελές σεντάν, σπορ αυτοκίνητο με κινητήρα στο κέντρο) και δοκίμασε τα όρια του φιλόδοξου κινητήρα W18, πριν η τελική σύγκλιση του σχεδιασμού και η μηχανική στροφή προς τον κινητήρα W16 καθορίσουν τη Veyron. Έδειξαν τη φιλοδοξία, τις μηχανικές προκλήσεις και την εξελισσόμενη σχεδιαστική γλώσσα που κορυφώθηκε σε ένα όχημα που τιμούσε το παρελθόν, ενώ ταυτόχρονα σφυρηλατούσε ένα εντελώς νέο μέλλον για τον κόσμο της αυτοκινητοβιομηχανίας.
Πηγή: Zougla.gr
