Σύμφωνα με τον ανεξάρτητο οργανισμό Euro NCAP, στο… βάθρο των μοντέλων που προσφέρουν τη μέγιστη ασφάλεια σε παιδιά- επιβάτες κατά τη διάρκεια σύγκρουσης βρέθηκαν δύο ηλεκτρικά και ένα με θερμικό κινητήρα.
Κάθε χρόνο ο ανεξάρτητος οργανισμός Euro NCAP, πραγματοποιεί εκατοντάδες ή ακόμα και χιλιάδες δοκιμές πρόσκρουσης καινούργιων αυτοκινήτων προκειμένου να βγάλει συμπεράσματα για την ασφάλεια που προσφέρουν.
Τα αποτελέσματα μεταφράζονται σε αστέρια ασφάλειας και είναι κάτι που οι περισσότεροι αγοραστές γνωρίζουν.
Μία από τις δοκιμασίες που αφορά αυτές τις δοκιμές πρόσκρουσης έχει να κάνει και με την ασφάλεια των παιδιών. Ποια ήταν όμως τα μοντέλα τα οποία ξεχώρισαν στις δοκιμές αυτής της κατηγορίας το 2024;

Το κορυφαίο στην ασφάλεια των παιδιών
Σύμφωνα με τα στοιχεία τα οποία έχει δώσει στη δημοσιότητα ο οργανισμός EuroNCAP για τις δοκιμές που πραγματοποιήθηκαν την περασμένη χρονιά, το Audi Q6 e-tron αναδείχθηκε το μοντέλο με την κορυφαία ασφάλεια που προσφέρει σε επιβάτες – παιδιά μετά από σύγκρουση.
Η συνολική βαθμολογία που απέσπασε το γερμανικό αμιγώς ηλεκτρικό SUV άγγιξε το 92%.

Το άγνωστο κινέζικο Zeekr X
Στη δεύτερη θέση ακολούθησε ένα μοντέλο από την Κίνα το οποίο δεν είναι διαθέσιμο στην ελληνική αγορά.
Ο λόγος για το Zeekr X, το οποίο απέσπασε βαθμολογία που άγγιξε το 90% αναφορικά με την ασφάλεια των παιδιών. Να σημειώσουμε όπως και το συγκεκριμένο μοντέλο είναι αμιγώς ηλεκτρικό.

Το κορυφαίο όλων σε όλες τις κατηγορίες
Στην τρίτη θέση της κατηγορίας των αυτοκινήτων που προσφέρουν τη μέγιστη δυνατή ασφάλεια σε παιδιά σε περίπτωση σύγκρουσης, βρέθηκε η Mercedes E-Class. Το γερμανικό μοντέλο άγγιξε το 90% ενώ όπως είναι γνωστό το συγκεκριμένο εφοδιάζεται με κινητήρες εσωτερικής καύσης. Αξίζει να σημειώσουμε πώς η τελευταία γενιά E-Class αναδείχθηκε και το μοντέλο με την κορυφαία ασφάλεια για το 2024 σε όλους τους τομείς.
Και τα τρία μοντέλα, Audi Q6 e-tron, Zeexr X και Mercedes E-Class, F απέσπασαν στο σύνολο των δοκιμών του οργανισμού Euro NCAP, πέντε αστέρια ασφαλείας.

Ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό; Οι δασμοί Τραμπ και το μέλλον της αυτοκινητοβιομηχανίας
Η επιβολή δασμών 25% στα εισαγόμενα αυτοκίνητα από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, συνεχίζει να προκαλεί ανησυχία στην παγκόσμια αυτοκινητοβιομηχανία.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις κορυφαίων αναλυτών της Wall Street και της αυτοκινητοβιομηχανίας, οι πολιτικές αυτές αναμένεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις, οδηγώντας σε πτώση των πωλήσεων κατά εκατομμύρια αυτοκίνητα ετησίως, αύξηση των τιμών τόσο στα καινούργια όσο και στα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα, και ένα συνολικό αυξημένο κόστος που ξεπερνά τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια για τον κλάδο.
Το 2025 η σημαντικότερη χρονιά στην ιστορία του κλάδου
Ο Felix Stellmaszek, παγκόσμιος επικεφαλής της Boston Consulting Group για την αυτοκινητοβιομηχανία και την κινητικότητα, χαρακτηρίζει το 2025 ως την πιθανώς σημαντικότερη χρονιά στην ιστορία του κλάδου. Επισημαίνει ότι οι δασμοί δεν δημιουργούν απλώς άμεσες πιέσεις κόστους, αλλά επιβάλλουν θεμελιώδεις αλλαγές στον τρόπο και τον τόπο κατασκευής των αυτοκινήτων.
Η Boston Consulting Group, μια συμβουλευτική εταιρία διαχείρισης, εκτιμά ότι οι δασμοί θα επιβαρύνουν την αυτοκινητοβιομηχανία με ένα επιπλέον κόστος της τάξεως των 110 έως 160 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως. Αυτό το αυξημένο κόστος αναμένεται να επηρεάσει σημαντικά το 20% των εσόδων της αμερικανικής αγοράς νέων αυτοκινήτων, αυξάνοντας το κόστος παραγωγής τόσο για τους Αμερικανούς όσο και για τους ξένους κατασκευαστές.
Το κόστος για αυτοκινητοβιομηχανίες μόνο στις ΗΠΑ θα αυξηθεί κατά 107,7 δισ. δολάρια
Ακόμη πιο συγκεκριμένη είναι η ανάλυση του Center for Automotive Research, ενός μη κερδοσκοπικού think tank με έδρα το Μίσιγκαν, το οποίο προβλέπει ότι το κόστος για τις αυτοκινητοβιομηχανίες μόνο στις ΗΠΑ θα αυξηθεί κατά 107,7 δισεκατομμύρια δολάρια.
Στο ποσό αυτό περιλαμβάνονται 41,9 δισεκατομμύρια δολάρια που θα επιβαρύνουν τους τρεις μεγάλους κατασκευαστές του Ντιτρόιτ, General Motors, Ford και Stellantis.
Οι αναλύσεις λαμβάνουν υπόψη τόσο τους ήδη επιβληθέντες δασμούς 25% στα εισαγόμενα αυτοκίνητα, όσο και τους επικείμενους δασμούς του ίδιου ποσοστού στα ανταλλακτικά αυτοκινήτων που αναμένεται να τεθούν σε ισχύ από τις 3 Μαΐου.
Επιπτώσεις στους καταναλωτές και μείωση των πωλήσεων
Ενώ οι αυτοκινητοβιομηχανίες και οι προμηθευτές ενδέχεται να απορροφήσουν ένα μέρος αυτών των αυξήσεων του κόστους, οι αναλυτές εκτιμούν ότι ένα σημαντικό μέρος θα μετακυλιστεί στους καταναλωτές, οδηγώντας αναπόφευκτα σε μείωση των πωλήσεων.
Ο αναλυτής της Goldman Sachs, Μάρκ Ντιλάνεϊ, σε σημείωμά του προς τους επενδυτές, εκτιμά ότι οι προτεινόμενοι δασμοί θα αυξήσουν το κόστος τόσο των εισαγόμενων όσο και των εγχώριας κατασκευής αυτοκινήτων στις ΗΠΑ κατά ένα χαμηλό έως μεσαίο μονοψήφιο ποσοστό χιλιάδων δολαρίων κατά μέσο όρο.
Θεωρεί δε δύσκολο για την αυτοκινητοβιομηχανία να μετακυλίσει πλήρως αυτή την αύξηση στους καταναλωτές, ιδίως σε ένα περιβάλλον όπου η καταναλωτική ζήτηση παρουσιάζει σημάδια εξασθένησης.
Η Goldman Sachs προβλέπει ότι οι τιμές των νέων αυτοκινήτων στις ΗΠΑ θα αυξηθούν κατά περίπου 2.000 έως 4.000 δολάρια τους επόμενους 6 έως 12 μήνες, προκειμένου να αντικατοπτρίζουν το αυξημένο κόστος των δασμών.
Οι επιπτώσεις στην αγορά και στην οικονομία
Την ίδια στιγμή, το καταναλωτικό κλίμα στις ΗΠΑ επιδεινώθηκε περισσότερο από το αναμενόμενο τον Απρίλιο, με το αναμενόμενο επίπεδο πληθωρισμού να φτάνει στο υψηλότερο σημείο από το 1981, σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν.
Η Telemetry, μια εταιρεία συμβούλων αυτοκινήτων, προβλέπει ότι το υψηλότερο κόστος παραγωγής και ανταλλακτικών θα οδηγήσει σε μείωση των πωλήσεων στις ΗΠΑ και τον Καναδά κατά περισσότερα από 2 εκατομμύρια αυτοκίνητα ετησίως, γεγονός που αναμένεται να έχει ευρύτερες αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία.
Αβέβαιο μέλλον
Συνολικά, το μέλλον της αυτοκινητοβιομηχανίας υπό το βάρος των δασμών του Τραμπ παραμένει αβέβαιο. Οι αναλυτές συμφωνούν ότι οι αυξήσεις των τιμών και η μείωση των πωλήσεων είναι αναπόφευκτες, θέτοντας σε κίνδυνο την κερδοφορία των κατασκευαστών και επιβαρύνοντας τους καταναλωτές.
Η διαρθρωτική αλλαγή που επισημαίνει η Boston Consulting Group φαίνεται να είναι σε εξέλιξη, αναγκάζοντας τις εταιρείες να αναθεωρήσουν τις στρατηγικές τους και να προσαρμοστούν σε ένα νέο, πιο ακριβό περιβάλλον.
