Προχωρούν με έλεγχο για τα κυρτώματα και όσα είναι εκτός προτύπου θα επανακατασκευαστούν
Αχρείαστες φθορές σε οχήματα, ταλαιπωρία αλλά και ενδεχόμενους κινδύνους κρύβουν όσα από κυρτώματα είτε δεν έχουν κατασκευαστεί με βάση τα απαραίτητα πρότυπα, είτε απλά έχουν χαλάσει.
Πονοκέφαλο στους οδηγούς, αλλά και στις αρμόδιες αρχές φαίνεται να προκαλούν τα κυρτώματα οδοστρώματος, τα οποία τα τελευταία χρόνια έχουν «φυτρώσει» σε όλη τη Κύπρο – από τη μεγαλύτερη πόλη μέχρι και τη μικρότερη κοινότητα – προκαλώντας προβλήματα στους διερχόμενους οδηγούς, καθώς κάποια από αυτά είτε δεν ακολουθούν τα πρότυπα τα οποία το Τμήμα Δημοσίων Έργων έχει θέσει, είτε χρειάζονται συντήρηση.
Όπως αναφέρεται σε απαντητική επιστολή του Υπουργού Μεταφορών, Γιάννη Καρούσου, σε κοινοβουλευτική ερώτηση του βουλευτή, Κυριάκου Χατζηγιάννη, το Τμήμα Δημοσίων Έργων ενημέρωσε στις 4/2/2020 εκ νέου τους τοπικούς αρμόδιους φορείς για τις Τεχνικές Προδιαγραφές σχετικά με την κατασκευή κυρτωμάτων. Μάλιστα, όπως σημειώνεται έγινε παρουσίαση των νέων αναθεωρημένων τυπικών σχεδίων, ενώ παράλληλα σημειώνεται πως στη σύσκεψη που έγινε προς ενημέρωση των αρμόδιων αρχών, έχει ζητηθεί όπως κάθε υπηρεσία/τμήμα/δήμος προχωρήσει σε έλεγχο των γεωμετρικών χαρακτηριστικών όλων των υφιστάμενων κυρτωμάτων και υπερυψωμένων πλατό που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα τους με σκοπό τον εντοπισμό τυχόν κατασκευών εκτός προτύπων.
Όπως αναφέρεται σε περίπτωση εντοπιστούν τέτοια, θα προχωρήσουν με ενέργειες για συντήρηση ή/και επανακατασκευή τους.
Με βάση ποια πρότυπα κατασκευάζονται
Σύμφωνα λοιπόν με απαντητική επιστολή του Υπουργού Μεταφορών, σε ερώτηση του βουλευτή της περιφέρειας Αμμοχώστου, Κυριάκου Χατζηγιάννη, ο οποίος σε κοινοβουλευτική του ερώτηση ζητούσε όπως πληροφορηθεί για τις προδιαγραφές στην κατασκευή οδικών κυρτωμάτων, αναφέρεται πως «η κατασκευή κυρτωμάτων οδοστρώματος, υπερυψωμένων πλατό, υπερυψωμένων διαβάσεων πεζών και η σήμανση/σηματοδότηση τους γίνεται σύμφωνα με τα πρότυπα και τα τυπικά σχέδια που ετοίμασε το Τμήμα Δημοσίων Έργων παλαιότερα (2002-2004) τα οποία κοινοποιούνται στα Τμήματα/Υπηρεσίες/Δήμους στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο δρόμος που θα κατασκευαστούν τα προαναφερόμενα μέτρα κυκλοφορικής ύφεσης».
Πώς πρέπει να είναι τα κυρτώματα σύμφωνα με τα αναθεωρημένα πρότυπα:



Και όμως, τα ηλεκτρικά γίνονται φθηνότερα
Το κόστος των ηλεκτρικών οχημάτων έχει μειωθεί σημαντικά, με τις προσαρμοσμένες στον πληθωρισμό τιμές να έχουν μειωθεί κατά 25% παγκοσμίως από το 2018.
Αυτή η μείωση των τιμών έχει κλείσει ουσιαστικά το χάσμα μεταξύ των ηλεκτρικών και των αυτοκινήτων με κινητήρα εσωτερικής καύσης, καθιστώντας τα ηλεκτρικά πιο προσιτά από ποτέ.
Στις ΗΠΑ, η διαφορά τιμής μεταξύ των ηλεκτρικών και των οχημάτων εσωτερικής καύσης συρρικνώθηκε από 50% το 2021 σε μόλις 15% μέχρι το τέλος του 2024.
Η μετατόπιση αυτή οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις επιθετικές μειώσεις τιμών της Tesla και στην εισαγωγή πιο προσιτών μοντέλων EV.
Ωστόσο, η κατάσταση διαφέρει σε παγκόσμιο επίπεδο. Στην Ευρώπη, το χάσμα παραμένει ευρύτερο, πέφτοντας από 27% το 2021 σε 22% το 2024.
Εν τω μεταξύ, στην Κίνα, τη μεγαλύτερη αγορά EV στον κόσμο, η προσιτή τιμή των EV ξεπερνά τις άλλες περιοχές, με τις τιμές να μειώνονται κατά 15% από το 2018 και τις τιμές των οχημάτων εσωτερικής καύσης να μειώνονται κατά 28%.
Για λόγους σύγκρισης, ένα Polestar 4 Dual Motor κοστίζει 62.900 δολάρια στις ΗΠΑ, 69.300 ευρώ στην Ευρωζώνη και 79.424 ευρώ στο Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά μόλις 52.190 ευρώ στην Κίνα.
Οι διαφορές αναδεικνύουν περιφερειακούς παράγοντες, όπως το κόστος κατασκευής, οι δασμοί και τα κυβερνητικά κίνητρα.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι, ενώ τα EV γίνονται φθηνότερα, τα οχήματα εσωτερικής καύσης έχουν ανεβάσει την τιμή τους σε ορισμένες περιοχές.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι τιμές των αυτοκινήτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης αυξήθηκαν κατά 14% μεταξύ του 2018 και του 2024, σε αντίθεση με την απότομη πτώση της Κίνας κατά 28%.
Σύμφωνα με την έκθεση, τα ηλεκτρικά θα μπορούσαν να επιτύχουν ισοτιμία τιμών με τα αυτοκίνητα εσωτερικής καύσης μέχρι το 2026, φέρνοντας την ηλεκτροκίνηση ακόμη πιο κοντά στο να επικρατήσουν, αν και οι κυβερνητικές πολιτικές και η δυναμική της παγκόσμιας αγοράς θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο σε αυτή την πορεία.
