Από το 2002 έως τώρα οι τιμές των αυτοκινήτων έχουν πάρει την ανηφόρα. Ποιοι είναι οι βασικοί λόγοι που έχουν οδηγήσει σε τόσο σημαντικές ανατιμήσεις τα ευρείας κυκλοφορίας μοντέλα;
Όλοι πλέον παραπονιούνται ότι τα αυτοκίνητα έχουν ακριβύνει πάρα πολύ (και θα ακριβύνουν ακόμα περισσότερο μέσα στο επόμενο διάστημα). Όμως ελάχιστοι γνωρίζουν με κάποια περισσότερη ακρίβεια πόσο μεγάλη είναι αυτή η αύξηση σε όλη την Ευρώπη για το χρονικό διάστημα των δύο πρώτων δεκαετιών του νέου αιώνα.
Με βάση τα στοιχεία της JATO Dynamics, οι μέσες τιμές των αυτοκινήτων στην Ευρώπη από το 2002 έως το 2020 έχουν αυξηθεί έως και 63%. Το ποσοστό αυτό αφορά την κατηγορία C, δηλαδή αυτοκίνητα όπως τα VW Golf, Opel Astra, Ford Focus ή Toyota Corolla.
Σύμφωνα με την έρευνα, ένα μέσο μοντέλο της κατηγορίας αυτής από τις 18.400 ευρώ που κόστιζε το 2002 έχει αγγίξει πλέον τις 30.000 ευρώ το 2020. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι ότι τα σύγχρονα αυτοκίνητα έχουν πολλή περισσότερη τεχνολογία και εξοπλισμό ασφαλείας. Παράλληλα και οι καταναλωτές αγοράζουν πλέον τις εκδόσεις με τον πιο πλούσιο εξοπλισμό, κάτι που ανεβάζει τον μέσο όρο της τιμής ενός τέτοιου αυτοκινήτου.

Η μέση άνοδος αυτής της κατηγορίας πέφτει στο 53% αν δεν υπολογιστούν και τα ηλεκτρικά και υβριδικά αυτοκίνητα που έχουν αυξηθεί κατά πολύ τα τελευταία χρόνια, και ανεβάζουν τον μέσο όρο αρκετά πιο ψηλά.
Aν πάρουμε ως παράδειγμα το VW Golf, η τιμή του ανέβηκε κατά 22% μεταξύ του 2002 και του 2010, και επιπλέον 37% από το 2010 έως το 2020. Στην συγκεκριμένη περίπτωση έχει σημασία να επισημάνουμε ότι οι υβριδικές εκδόσεις του Golf πηγαίνουν αρκετά καλά σε πωλήσεις, ενώ σημαντικό ποσοστό στις συνολικές πωλήσεις του μοντέλου έχουν και οι σπορ εκδόσεις του, κάτι που ανεβάζει σημαντικά τον μέσο όρο της τιμής του.
Αντίστοιχα στην κατηγορία B, πρόκειται για αυτοκίνητα όπως το VW Polo, Toyota Yaris ή Ford Fiesta και τα παρόμοια, η μέση άνοδος φθάνει στο 59%. Ένα μέσο αυτοκίνητο της κατηγορίας από τις 13.000 ευρώ του 2002 έφθασε πλέον στις 21.000 ευρώ το 2020. Για παράδειγμα το VW Polo ανέβηκε στην Γερμανία κατά 18% μεταξύ του 2002 και του 2010 και άλλο ένα 35% μεταξύ 2010 και 2020.
Για να υπάρχει όμως μια πιο σωστή εκτίμηση της κατάστασης θα πρέπει να πάρουμε υπόψη και τον πληθωρισμό. Έτσι οι 18.400 ευρώ του 2002 θα πρέπει να αναχθούν σε περίπου 24.750 ευρώ για το 2020. Και πάλι όμως, η μέση αύξηση για την κατηγορία C είναι της τάξης του 21%.

Στην σημαντική αυτή αύξηση συμβάλλουν αρκετοί παράγοντες. Για παράδειγμα το κόστος εξέλιξης νέων μοντέλων είναι πολύ μεγαλύτερο από ότι ήταν πριν δύο δεκαετίες. Οι αυστηροί κανονισμοί για τους ρύπους έχουν οδηγήσει τους μεγάλους κατασκευαστές σε σημαντικές επενδύσεις για την τεχνολογία των κινητήρων και τους τρόπους για να τους κάνουν πιο καθαρούς. Σε αυτό έρχεται να προστεθεί και κάθε μορφής ηλεκτροκίνησης που προστίθεται στους ήδη ακριβούς συμβατικούς κινητήρες, κάτι που εκτοξεύει το κόστος σε ακόμα υψηλότερα επίπεδα.
Ένας ακόμα παράγοντας που ανεβάζει το κόστος είναι τα πολλά και ιδιαίτερα εξελιγμένα ηλεκτρονικά που υπάρχουν στα σύγχρονα αυτοκίνητα. Τα συστήματα infotainment αλλά και όλα τα συστήματα για την υποβοήθηση και την ασφάλεια κοστίζουν πολλά χρήματα. Ιδίως όταν όλα αυτά προέρχονται από τρίτους προμηθευτές, οι οποίοι διαρκώς προσαρμόζουν προς τα πάνω τις τιμές τους (πολύ δε περισσότερο τώρα, με την τεράστια έλλειψη σε microchips).
Ένας ακόμα σημαντικός παράγοντας για την μεγάλη αύξηση των τιμών στις περασμένες δύο δεκαετίες είναι ότι οι πελάτες αγοράζουν πλέον τις πιο ακριβές εκδόσεις σε σύγκριση με το ότι έκαναν στο παρελθόν. Η Jato Dynamics υποστηρίζει ότι αυτό συμβαίνει χάρη στην εξάπλωση της αγοράς αυτοκινήτων μέσω leasing, κάτι που οδηγεί τους πελάτες να επιλέγουν τις πιο πλούσιες εκδόσεις, καθώς ο έξτρα εξοπλισμός δεν επιβαρύνει παρά ελάχιστα το μηνιαίο μίσθωμα.
Σε ό,τι αφορά το μέλλον, παράγοντες όπως η έλλειψη των ημιαγωγών αλλά και η επικράτηση των πιο ακριβών ηλεκτρικών μοντέλων θα οδηγήσουν σε περεταίρω αύξηση του μέσου όρου της τιμής των νέων αυτοκινήτων.
Πηγή: NewsAuto

Καινοτομία στην παραγωγή και τη βιωσιμότητα από το νέο Volvo ES90
Με το ολοκαίνουργιο και αμιγώς ηλεκτρικό ES90, η Volvo εντάσσει στο χαρτοφυλάκιό της ένα αυτοκίνητο σχεδιασμένο με γνώμονα τη βιωσιμότητα. Αυτό αποδεικνύεται στη νέα έκθεση Αξιολόγησης Κύκλου Ζωής (LCA) η οποία περιγράφει ποια υλικά και διαδικασίες συμβάλλουν στο ανθρακικό αποτύπωμα του αυτοκινήτου καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Όταν το ES90 φορτίζεται με τη χρήση του ευρωπαϊκού ενεργειακού μείγματος, το συνολικό ανθρακικό αποτύπωμα ανέρχεται σε 31 τόνους, ενώ μειώνεται στους 26 τόνους αν η φόρτιση γίνεται αποκλειστικά με αιολική ενέργεια. Με το ευρωπαϊκό ενεργειακό μείγμα, το αποτύπωμα του ES90 είναι περίπου 50% χαμηλότερο από εκείνο της ήπιας υβριδικής έκδοσης του Volvo S90, και 30% χαμηλότερο από την plug-in υβριδική έκδοση του ίδιου μοντέλου.

Είναι επίσης χαμηλότερο από εκείνο των EX40 και EC40, με αποτέλεσμα το ES90 να αποτελεί ένα από τα πιο «πράσινα» Volvo που έχουν κατασκευαστεί μέχρι σήμερα, αποδεικνύοντας παράλληλα ότι τα αμιγώς ηλεκτρικά μοντέλα ωφελούν τόσο τους οδηγούς όσο και το κλίμα.
Όταν λάνσαρε το πρώτο 100% ηλεκτρικό μοντέλο της, το 2019, η Volvo έγινε ο πρώτος κατασκευαστής που δεσμεύθηκε να δημοσιεύει εκθέσεις LCA για όλα τα αμιγώς ηλεκτρικά μοντέλα του παγκοσμίως. Έκτοτε έχει δημοσιεύσει σχετικές εκθέσεις για 5 μοντέλα (EX40, EC40, EX30, EX90 και πλέον για το ES90), επιτρέποντας στους πελάτες της να λαμβάνουν πιο τεκμηριωμένες αποφάσεις κατά την επιλογή του επόμενου ηλεκτρικού αυτοκινήτου τους.

Εκτός από την 100% ηλεκτρική του υπόσταση, που συνεπάγεται μηδενικές εκπομπές ρύπων κατά την κίνηση, το ES90 σχεδιάστηκε με μια ολιστική προσέγγιση προς τη βιωσιμότητα. Για παράδειγμα είναι το πρώτο Volvo με το νέο ηλεκτρικό σύστημα 800 Volt της εταιρείας, το οποίο προσφέρει πλεονεκτήματα στη φόρτιση και την ενεργειακή απόδοση, χάρη σε ελαφρύτερα εξαρτήματα που μειώνουν το συνολικό βάρος του αυτοκινήτου. Στην ενίσχυση της αποδοτικότητας συμβάλλει και ο σχεδιασμός του οχήματος, το οποίο επιτυγχάνει συντελεστή οπισθέλκουσας 0,25, ο οποίος είναι κορυφαίος στην ιστορία της μάρκας.
Το ES90 κατασκευάζεται με περίπου 29% ανακυκλωμένο αλουμίνιο, 18% ανακυκλωμένο χάλυβα, καθώς και 16% ανακυκλωμένα πολυμερή και βιολογικής προέλευσης υλικά, όπως αυθεντικό ξύλο με πιστοποίηση FSC στο εσωτερικό. Στην καμπίνα, οι πελάτες μπορούν να επιλέξουν την επένδυση Nordico, κατασκευασμένη από ανακυκλωμένα υλικά όπως πλαστικά μπουκάλια (PET) και υλικά βιολογικής προέλευσης.
Το ES90 συνοδεύεται επίσης από το πρώτο στον κόσμο «διαβατήριο μπαταρίας» της Volvo, βασισμένο σε τεχνολογία blockchain, που επιτρέπει στην εταιρεία να παρακολουθεί την προέλευση των πρώτων υλών και τη συνολική υγεία της μπαταρίας.
