Στις 15 Απριλίου είχαμε γράψει ότι η αγαπημένη Ferrari του M. Schumacher είναι έτοιμη προς πώληση. Ένα μήνα μετά, το μονοθέσιο με τον V10 κινητήρα, με βάρος 600 κιλά και 825 ίππους, πουλήθηκε το Σάββατο, 24/5, μετά από δημοπρασία, σύμφωνα με τον οίκο RM Sotheby’s, αντί 15.929 εκατομμυρίων ευρώ.
Με αυτό το μονοθέσιο, την F2001, ο Michael Schumacher κατέκτησε τον παγκόσμιο τίτλο εκείνης της χρονιάς. Θεωρείται ως ένα από τα ομορφότερα μονοθέσια της F1 που κατασκευάστηκαν ποτέ.

Στις 29 Δεκεμβρίου του 2013 ο παγκόσμιος Πρωταθλητής είχε έναν πολύ σοβαρό τραυματισμό, κάνοντας σκι στις Γαλλικές Άλπεις, και έκτοτε ακριβείς πληροφορίες για την κατάσταση της υγείας του δεν είναι επαρκώς γνωστές. Κανένας δεν ξέρει ποια είναι η πραγματική του κατάσταση.
Η τιμή των 15,929 εκατομμυρίων ευρώ ξεπέρασε τα 11,572 εκατομμύρια ευρώ, που πλήρωσε ένας πλειοδότης για την Ferrari F2003 του Schumacher το 2022.
Είναι το τέταρτο πιο ακριβό αυτοκίνητο της F1 που πουλήθηκε ποτέ. Το παγκόσμιο ρεκόρ ανέρχεται στα 46,04 εκατομμύρια ευρώ, το οποίο σημειώθηκε φέτος για μια Mercedes W196 streamliner που οδηγούσαν οι θρύλοι της Φόρμουλα 1, Χουάν Μανουέλ Φάντζιο και Στέρλινγκ Μος, τη δεκαετία του 1950. Το ασημένιο W196 R Stromlinienwagen ο Χουάν Μανουέλ Φάντζιο, πέντε φορές πρωταθλητή της F1 της Αργεντινής το οδήγησε και κέρδισε το Grand Prix του Μπουένος Άιρες το 1955.

Ο Βρετανός Στέρλινγκ Μος οδήγησε το αυτοκίνητο στο Ιταλικό Grand Prix στη Μόντσα την ίδια χρονιά, σημειώνοντας τον ταχύτερο γύρο με μέση ταχύτητα 217 χλμ./ώρα πριν αποσυρθεί. Το Ασημένιο Βέλος πουλήθηκε από τον οίκο RM Sotheby’s στο μουσείο της Mercedes στη Στουτγάρδη της Γερμανίας, για λογαριασμό της Indianapolis Motor Speedway (IMS) και είναι το πιο ακριβό αυτοκίνητο grand prix που πουλήθηκε ποτέ. Το προηγούμενο ρεκόρ κατείχε μια άλλη Mercedes W196 του 1954, η οποία πουλήθηκε για 23,34 εκατομμύρια ευρώ στο Goodwood το 2013.
Ο Schumacher που σήμερα είναι 56 ετών, οδήγησε την Ferrari F2001 στην πέμπτη και τελευταία νίκη του στο Γκραν Πρι του Μονακό. Ακολούθησε μια νίκη στο Γκραν Πρι της Ουγγαρίας. Ήταν η τελευταία νίκη εξασφάλισε στον Schumacher Σουμάχερ τον τέταρτο παγκόσμιο τίτλο της F1, αναφέρει το Reuters.
Ο Schumacher έχει κερδίσει 7 φορές τον παγκόσμιο τίτλο στην F1. Το 2006 αποχώρησε από την ενεργό δράση, ωστόσο επέστρεψε το 2010 για άλλες τρεις χρονιές (2010-2012). Τον Οκτώβριο του 2012 αποχώρησε οριστικά από τον μηχανοκίνητο αθλητισμό, ενώ οι επιτυχημένες επιδόσεις του στο άθλημα, είχαν σαν αποτέλεσμα τα υψηλά οικονομικά συμβόλαια, γεγονός που τον συμπεριέλαβε στους πιο ακριβοπληρωμένους αθλητές όλων των εποχών.
Είναι ο κορυφαίος πιλότος στην ιστορία της F1. Το 2020, με αφορμή την συμπλήρωση 70 χρόνων από τον πρώτο αγώνα της Φόρμουλα 1 (1950) και μετά από ψηφοφορία με τη συμμετοχή του κόσμου στην επίσημη ιστοσελίδα της F1, αναδείχθηκε ως η προσωπικότητα με τη μεγαλύτερη επιρροή στο άθλημα σε ολόκληρη την ιστορία του σπορ.

Mercedes C-Class: 25 χρόνια από την εμβληματική σειρά 203
Ξεχωριστή θέση στην ιστορία της Mercedes κατέχει η C-Class 203, αποτελώντας ένα από τα δημοφιλέστερα μοντέλα που έχουν κυκλοφορήσιε με το σήμα της. Η δεύτερη γενιά της C-Class παρουσιάστηκε πριν από 25 χρόνια στο Sindelfingen, ενσωματώνοντας προηγμένα συστήματα και μια πληθώρα τεχνολογιών που ήταν προνόμιο της υπερπολυτελούς S-Class. Μετά την 190 (W 201) και την πρώτη C-Class (σειρά 202), η 203 αναθεωρήθηκε πλήρως σε στιλιστικό και τεχνολογικό επίπεδο, ενώ μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2006 είχαν ήδη πωληθεί περίπου 2 εκατ. οχήματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ποτέ ξανά η μάρκα δεν είχε φτάσει τόσο γρήγορα σε αυτό το ορόσημο με μια μόνο σειρά ενός μοντέλου.

Σχεδιαστικά, η C-Class 203 κληρονόμησε στοιχεία από την S-Class 220 του 1998, κάτι που είναι εμφανές τόσο στο μπροστινό μέρος όσο και στη σμιλεμένη «ουρά» με τα χαρακτηριστικά τριγωνικά πίσω φώτα, ενώ διαφοροποιούνταν από τις προκατόχους της χάρη στο μακρύτερο μεταξόνιο, τους εμφανώς πιο κοντούς προβόλους και το πιο κεκλιμένο παρμπρίζ. Έμφαση δόθηκε και στην αεροδυναμική, με τον συντελεστή οπισθέλκουσας (cw) να περιορίζεται σε 0,26, εξασφαλίζοντας πολύ χαμηλά επίπεδα θορύβου στο εσωτερικό.
Από την S-Class προήλθαν, επίσης, και πολλές λειτουργίες, όπως το σύστημα ελέγχου και προβολής COMAND, ένα «ψηφιακό κέντρο ελέγχου» που αναπτύχθηκε πολύ καιρό πριν την εδραίωση των οθονών αφής, αλλά και το σύστημα LINGUATRONIC που εκτελούσε φωνητικές εντολές.

Πέρα από την έκδοση σεντάν, η σειρά διατέθηκε και σε δύο ακόμη παραλλαγές: τη σπορ κουπέ (CL 203) που παρουσιάστηκε στο τέλος του 2000 και τη estate (S 203) το 2001. Τα επίπεδα εξοπλισμού ήταν τα Classic, Elegance και Αvantgarde, ενώ οι κινητήρες ήταν τετρακύλινδροι και πεντακύλινδροι σε σειρά, καθώς και V6, με την κορυφαία έκδοση C 32 AMG να αποδίδει έως και 354 PS (με V6 μοτέρ και supercharger). Μετά την ανανέωση του μοντέλου το 2004, κορυφαία έκδοση ήταν η C 55 AMG με κινητήρα V8 και 367 ίππους, ενώ το σύστημα τετρακίνησης 4Matic ήταν προαιρετικά διαθέσιμο από το φθινόπωρο του 2002.

Οι μηχανικοί προίκισαν τη 203 με υψηλή ευελιξία, ενσωματώνοντας ανάρτηση με τριπλούς συνδέσμους εμπρός και πολλαπλούς συνδέσμους στον πίσω άξονα, θέτοντας νέα πρότυπα στον τομέα της δυναμικής οδήγησης. Παρ’ όλα αυτά, ο σπορ προσανατολισμός δεν υποβάθμιζε την υψηλή ποιότητα κύλισης που χαρακτηρίζει όλα τα μοντέλα της μάρκας.
Η Mercedes C-Class 203 θα πρωταγωνιστήσει στη συνάντηση κλασικών αυτοκινήτων “Classics & Coffee” που θα διεξαχθεί στο μουσείο της γερμανικής μάρκας στη Στουτγάρδη την Κυριακή 18 Μαΐου 2025.
