Το SEAT Leon φέτος συμπληρώνει 26 χρόνια ζωής. Αποτελώντας, από την πρώτη στιγμή που λανσαρίστηκε, έναν από τους ηγέτες στην κατηγορία των μικρομεσαίων αυτοκινήτων. Και στις τέσσερις γενιές του, το μοντέλο ξεχώριζε σε επίπεδο σχεδίασης, τεχνολογίας, σπορτίφ χαρακτήρα και εξοπλισμού, με στόχο να βρίσκεται πάντα μπροστά από την εποχή του.
Η SEAT δηλώνει υπερήφανη που ένα από τα πιο επιτυχημένα της μοντέλα σχεδιάζεται, αναπτύσσεται και παράγεται εξ ολοκλήρου στη Βαρκελώνη. Μέχρι σήμερα, στην πρωτεύουσα και μεγαλύτερη πόλη της Καταλονίας έχουν κατασκευαστεί περισσότερα από 2,5 εκατομμύρια αντίτυπα του SEAT Leon. Σχεδιασμένο από τον Giorgetto Giugiaro, το πρώτο SEAT Leon λανσαρίστηκε 1999, σηματοδοτώντας την επιστροφή της SEAT στην κατηγορία των compact αυτοκινήτων. Αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα μοντέλα της μάρκας, καθώς ήταν το πρώτο αυτοκίνητο της SEAT με τετρακίνηση, με κιβώτιο ταχυτήτων έξι σχέσεων και με ισχύ που έφτανε έως και τους 180 ίππους.

Η δεύτερη γενιά του SEAT Leon έκανε την εμφάνισή της το 2005, με πιο τολμηρή και αεροδυναμική σχεδίαση, προϊόν της δημιουργικής έμπνευσης του Walter de Silva. Επαναπροσδιόρισε τα δεδομένα σε μια παραδοσιακά συντηρητική κατηγορία μοντέλων, ενσωματώνοντας στοιχεία όπως οι κρυφές χειρολαβές στις πίσω πόρτες, που έκαναν το SEAT Leon να παραπέμπει σε δίθυρο μοντέλο. Επιπλέον, διαπνεόταν από σπορτίφ χαρακτήρα τόσο σε επίπεδο σχεδίασης όσο και σε επίπεδο επιδόσεων, και ήταν εξοπλισμένο με πιο αποδοτικούς κινητήρες.
Η τρίτη γενιά SEAT Leon αποτέλεσε κομβικό σημείο στην ιστορία της μάρκας, σηματοδοτώντας μια νέα εποχή. Ορισμένοι από τους βασικούς πυλώνες της επιτυχίας του μοντέλου ήταν η ενσωμάτωση προηγμένης τεχνολογίας στα συστήματα ενημέρωσης και ψυχαγωγίας, όπως και στα συστήματα ασφαλείας και υποβοήθησης του οδηγού, αλλά και το γεγονός ότι ήταν το πρώτο compact μοντέλο με πλήρη LED φωτισμό. Η τρίτη γενιά ήταν η πλέον επιτυχημένη εμπορικά, με πάνω από ένα εκατομμύριο πωλήσεις, ενώ ο συνδυασμός των προηγμένων συστημάτων κίνησης και της κομψής σχεδίασης καθιέρωσε το Leon ως ένα από τα κορυφαία μοντέλα της κατηγορίας του.

Το τέταρτης γενιάς SEAT Leon είναι το κορυφαίο σε επίπεδο τεχνολογιών στην ιστορία της μάρκας, καθώς είναι το πρώτο 100% διασυνδεδεμένο όχημα. Διατίθεται σε μια μεγάλη γκάμα κινητήρων, συμπεριλαμβανομένου του συστήματος κίνησης e-HYBRID που κατέστησε το Leon στο πρώτο plug-in hybrid μοντέλο της SEAT.
Με αφορμή τη συμπλήρωση 26 ετών ζωής, το Leon αναβαθμίστηκε ενσωματώνοντας έναν νέο e-HYBRID κινητήρα 1.500 κ.εκ. με 133 χλμ. ηλεκτρικής αυτονομίας και δυνατότητα ταχυφόρτισης της μπαταρίας σε μόλις 26 λεπτά. Επιπλέον, έχει βελτιωθεί η ασφάλεια, όπως και τα συστήματα φωτισμού με προβολείς Matrix LED, οι οποίοι επιτρέπουν την οδήγηση με ενεργοποιημένη τη μεγάλη σκάλα χωρίς να τυφλώνονται οι υπόλοιποι οδηγοί.
Από το λανσάρισμά του το Leon έχει λάβει σημαντικές διακρίσεις, από τα βραβεία «Αυτοκίνητο της Χρονιάς» στην Ισπανία το 2014 και το 2021, μέχρι τις διακρίσεις «Αυτοκίνητο της Χρονιάς» και «Οικογενειακό Αυτοκίνητο της Χρονιάς» στην Πορτογαλία το 2021, καθώς και το βραβείο «Αυτοκίνητο Εισαγωγής της Χρονιάς» στην Αργεντινή την ίδια χρονιά.
Ο σπορ χαρακτήρας του Leon έχει συνδράμει και σε αγωνιστικές επιτυχίες: Η δεύτερη γενιά του SEAT Leon κέρδισε διαδοχικούς τίτλους στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Τουρισμού (WTCC) το 2008 και το 2009, αναδεικνύοντας τη SEAT στην πρώτη μάρκα στην ιστορία που κέρδισε παγκόσμιο τίτλο της FIA με κινητήρα diesel.
Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφθείτε τους εκθεσιακούς χώρους της Unicars στην Κύπρο.

Mercedes CLA: Η αποτίμηση της περιβαλλοντικής απόδοσης
Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Ambition 2039, η Mercedes επιδιώκει να προσφέρει έναν στόλο οχημάτων με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα μέχρι το 2039, συνδράμοντας στην προστασία του περιβάλλοντος. Παράλληλα, μέσα στην επόμενη δεκαετία, η εταιρεία στοχεύει στη μείωση των εκπομπών CO2 ανά όχημα στο νέο στόλο έως και κατά 50%, καλύπτοντας όλα τα στάδια της αλυσίδας αξίας και ολόκληρο τον κύκλο ζωής του προϊόντος.
Η Mercedes, βέβαια, δεν αρκείται μόνο σε γενικές δεσμεύσεις περί βιωσιμότητας, καθώς για τη νέα CLA όρισε για πρώτη φορά ποσοτικούς στόχους για τη μείωση των εκπομπών CO₂ στην εφοδιαστική αλυσίδα για υλικά παραγωγής. Όπως αναφέρει η γερμανική μάρκα, η έμφαση δίνεται σε υλικά και εξαρτήματα που παρουσιάζουν υψηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, όπως ο χάλυβας, το αλουμίνιο, ορισμένα πλαστικά και οι κυψέλες μπαταριών. Για τη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος των υλικών της, η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία σύναψε ειδικές συμφωνίες με τους προμηθευτές, με αποτέλεσμα οι εκπομπές CO2 για την παραγωγή της CLA 250+ να μπορούν να μειωθούν κατά περίπου 17% σε σύγκριση με τις συμβατικές μεθόδους παραγωγής.

Ειδικότερα, στη νέα CLA, επιστρατεύονται διάφορες τεχνικές που μειώνουν το αποτύπωμα άνθρακα κατά περίπου 30% ανά κυψέλη μπαταρίας, σε σύγκριση με τη συμβατική παραγωγή. Εκτός από τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές κατά την παραγωγή των κυψελών, ανανεώσιμη ενέργεια χρησιμοποιείται επίσης για την παραγωγή των υλικών καθόδου, ανόδου και περιβλήματος της κυψέλης. Επίσης, περίπου το 40% του αλουμινίου που χρησιμοποιείται στη CLA παράγεται σε εργοστάσια ηλεκτρόλυσης τα οποία χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Επιπλέον, κατά την ανάπτυξη του μοντέλου δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στη χρήση όσο το δυνατόν περισσότερων δευτερογενών υλικών. Στην CLA 250+, το βάρος των δευτερογενών υλικών που χρησιμοποιούνται στα θερμοπλαστικά αυξήθηκε στα 42 κιλά, ενώ περίπου το 50% αυτών προέρχεται από καταναλωτικά απόβλητα (post-consumer sources).
Στον κύκλο ζωής ενός ηλεκτρικού οχήματος, καθοριστικό ρόλο στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα διαδραματίζει και η φόρτιση με ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Επομένως, μέσω της πλατφόρμας MB.Charge Public, η Mercedes προσφέρει στους πελάτες της τη δυνατότητα να φορτίζουν τα οχήματά τους με «πράσινη» ενέργεια. Αν στο σημείο φόρτισης δεν υπάρχουν αποθέματα «πράσινης» ενέργειας, τότε ενεργοποιείται το σύστημα “Green Charging”, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούνται πιστοποιητικά ανανεώσιμης ενέργειας, που εξασφαλίζουν ότι μια ισοδύναμη ποσότητα πράσινης ενέργειας (από πιστοποιημένες πηγές) διοχετεύεται στο δίκτυο ηλεκτροδότησης.
