To Yaris Cross, από την πρώτη στιγμή που παρουσιάστηκε στην αγορά το 2021, πήρε αμέσως τον τίτλο του πρωταγωνιστή στην ταχύτατα αναπτυσσόμενη ευρωπαϊκή κατηγορία των B-SUV. Αποτέλεσμα, ήταν η πρώτη θέση τις πωλήσεις της κατηγορία του και, επιπλέον, να καταστεί σαν το μοντέλο της Toyota με τις περισσότερες πωλήσεις στην Ευρώπη. Όμως η Toyota δεν επαναπαύεται! Προχώρησε σε ουσιαστικές βελτιώσεις στο μοντέλο αξιοποιώντας στο έπακρο τα δυναμικά του χαρακτηριστικά που το οδήγησαν στην κορυφή των ευρωπαϊκών πωλήσεων, κάνοντας το έτσι πιο ελκυστικό για τον υποψήφιο αγοραστή.

To ανανεωμένο μοντέλο παρουσιάζεται στην αγορά ως αποκλειστικά υβριδικό έχοντας στη διάθεση του τον κινητήρα των 1.5 λίτρων. Όμως, ξεχωρίζει η έκδοση Hybrid 130 που κάνει για πρώτη φορά την εμφάνιση της. Tο νέο hybrid 130 χρησιμοποιεί στοιχεία της τελευταίας, πέμπτης γενιάς υβριδικής τεχνολογίας της Toyota, αυξάνοντας την απόδοση, την ισχύ και την απόκριση. Αυτό, σε συνδυασμό με τις προσαρμογές στη μονάδα ελέγχου ισχύος (PCU), προσφέρει αύξηση 12% στη συνολική απόδοση, με τους ίππους να φθάνουν τους 130, από τους 116. Ταυτόχρονα, η ροπή έχει αυξηθεί σε όλο το φάσμα στροφών, με τη μέγιστη να αυξάνεται κατά 30%, από 141 σε 185 Nm. Μια προσθήκη που διευρύνει τις επιλογές του υποψήφιου αγοραστή και αναφέρεται σε όσους θέλουν ένα πιο συμπαγές όχημα, χωρίς να στερούνται των επιδόσεων. Το νέο υβριδικό σύστημα κίνησης 130 διατίθεται τόσο στην έκδοση Elegand όσο και στις νέες εκδόσεις Premiere και GR SPORT.

Παράλληλα, το Yaris Cross προσφέρεται και με το υβριδικό σύστημα απόδοσης 116 ίππων. Ένας υβριδικός κινητήρας που ουσιαστικά έχει δημιουργήσει τη φήμη του Yaris Cross για την εξαιρετική απόδοση και οικονομία καυσίμου που προσφέρει. Έκδοση που ανέβασε το μοντέλο στην κορυφή των Ευρωπαϊκών πωλήσεων της κατηγορίας του ενώ, πρόσφατα, σημείωσε νέο ρεκόρ στις δοκιμές οικονομίας καυσίμου του περιοδικού "What Car?" στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Το εσωτερικό του νέου Yaris Cross διατηρεί τα υψηλά επίπεδα ποιότητας, τόσο στην επιλογή υλικών όσο και στο φινίρισμα που προσφέρει το Ιαπωνικό εργοστάσιο στα μοντέλα του. Η άνεση, η εργονομία αλλά και η κορυφαία τεχνολογία γίνεται άμεσα αντιληπτή με την είσοδο στο χώρο.

Η πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συνδεσιμότητα και την ψυχαγωγία προσφέρει μια εντελώς νέα ψηφιακή εμπειρία στο χρήστη. Περιλαμβάνει μια οθόνη οργάνων του οδηγού που μπορεί να διαμορφωθεί και μπορεί να προσαρμοστεί ανάλογα με τις προτιμήσεις του οδηγού, αλλά και ένα σύστημα πολυμέσων που ανταποκρίνεται ταχύτερα και προσφέρει μια ευρύτερη γκάμα λειτουργιών. Οι οθόνες είναι κορυφαίες στην κατηγορία τους σε μέγεθος με διαγώνιο 7’ ή 12,3 ιντσών και 9 μέχρι 10,5 ιντσών για την οθόνη αφής πολυμέσων, ανάλογα με το επίπεδο εξοπλισμού. Παράλληλα, διαθέτει και το σύστημα αναγνώρισης φωνής "Hey Toyota" που μπορεί να αναγνωρίζει τη φωνή του χρήστη και να εκτελεί τις εντολές του.
Όσο αφορά την ασφάλεια, η Toyota έθεσε σαν στόχο να κάνει το Yaris Cross το ασφαλέστερο αυτοκίνητο στην κατηγορία του εξοπλίζοντάς το με πληθώρα τεχνολογιών ενεργητικής και παθητικής ασφάλειας. Επωφελείται από το πακέτο Toyota T-Mate με προηγμένες λειτουργίες που κάνουν ένα αυτοκίνητο πιο ασφαλές και πιο εύκολο στην οδήγηση και το παρκάρισμα. Επίσης, έχουν τοποθετηθεί τα συστήματα Toyota Safety Sense τελευταίας γενιάς που συναντούμε σε μεγαλύτερα μοντέλα της γκάμας ενώ επωφελείται και από μια σειρά πρόσθετων μέτρων για τη μείωση του θορύβου και των κραδασμών.
To Yaris Cross είναι κτισμένο στην πλατφόρμα GA-B της Toyota για μικρά αυτοκίνητα που προσφέρει ευελιξία, εξαιρετική οδική συμπεριφορά με χαμηλό κέντρο βάρους και ψηλά επίπεδα ακαμψίας ενώ κατασκευάζεται στο εργοστάσιο της Toyota στη Γαλλία.

Mercedes CLA: Η αποτίμηση της περιβαλλοντικής απόδοσης
Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Ambition 2039, η Mercedes επιδιώκει να προσφέρει έναν στόλο οχημάτων με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα μέχρι το 2039, συνδράμοντας στην προστασία του περιβάλλοντος. Παράλληλα, μέσα στην επόμενη δεκαετία, η εταιρεία στοχεύει στη μείωση των εκπομπών CO2 ανά όχημα στο νέο στόλο έως και κατά 50%, καλύπτοντας όλα τα στάδια της αλυσίδας αξίας και ολόκληρο τον κύκλο ζωής του προϊόντος.
Η Mercedes, βέβαια, δεν αρκείται μόνο σε γενικές δεσμεύσεις περί βιωσιμότητας, καθώς για τη νέα CLA όρισε για πρώτη φορά ποσοτικούς στόχους για τη μείωση των εκπομπών CO₂ στην εφοδιαστική αλυσίδα για υλικά παραγωγής. Όπως αναφέρει η γερμανική μάρκα, η έμφαση δίνεται σε υλικά και εξαρτήματα που παρουσιάζουν υψηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, όπως ο χάλυβας, το αλουμίνιο, ορισμένα πλαστικά και οι κυψέλες μπαταριών. Για τη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος των υλικών της, η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία σύναψε ειδικές συμφωνίες με τους προμηθευτές, με αποτέλεσμα οι εκπομπές CO2 για την παραγωγή της CLA 250+ να μπορούν να μειωθούν κατά περίπου 17% σε σύγκριση με τις συμβατικές μεθόδους παραγωγής.

Ειδικότερα, στη νέα CLA, επιστρατεύονται διάφορες τεχνικές που μειώνουν το αποτύπωμα άνθρακα κατά περίπου 30% ανά κυψέλη μπαταρίας, σε σύγκριση με τη συμβατική παραγωγή. Εκτός από τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές κατά την παραγωγή των κυψελών, ανανεώσιμη ενέργεια χρησιμοποιείται επίσης για την παραγωγή των υλικών καθόδου, ανόδου και περιβλήματος της κυψέλης. Επίσης, περίπου το 40% του αλουμινίου που χρησιμοποιείται στη CLA παράγεται σε εργοστάσια ηλεκτρόλυσης τα οποία χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Επιπλέον, κατά την ανάπτυξη του μοντέλου δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στη χρήση όσο το δυνατόν περισσότερων δευτερογενών υλικών. Στην CLA 250+, το βάρος των δευτερογενών υλικών που χρησιμοποιούνται στα θερμοπλαστικά αυξήθηκε στα 42 κιλά, ενώ περίπου το 50% αυτών προέρχεται από καταναλωτικά απόβλητα (post-consumer sources).
Στον κύκλο ζωής ενός ηλεκτρικού οχήματος, καθοριστικό ρόλο στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα διαδραματίζει και η φόρτιση με ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Επομένως, μέσω της πλατφόρμας MB.Charge Public, η Mercedes προσφέρει στους πελάτες της τη δυνατότητα να φορτίζουν τα οχήματά τους με «πράσινη» ενέργεια. Αν στο σημείο φόρτισης δεν υπάρχουν αποθέματα «πράσινης» ενέργειας, τότε ενεργοποιείται το σύστημα “Green Charging”, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούνται πιστοποιητικά ανανεώσιμης ενέργειας, που εξασφαλίζουν ότι μια ισοδύναμη ποσότητα πράσινης ενέργειας (από πιστοποιημένες πηγές) διοχετεύεται στο δίκτυο ηλεκτροδότησης.
