Το Skoda Kamiq δεν πρόλαβε καλά καλά να κυκλοφορήσει στην αγορά και είναι ήδη υποψήφιο για τον τίτλο του «Best Buy Car of Europe 2020» από τον ανεξάρτητο οργανισμό δημοσιογράφων AUTOBEST. Το compact SUV της Skoda διεκδικεί τον τίτλο ανάμεσα σε άλλους τέσσερις φιναλίστ με τη ψηφοφορία, από τους 31 εκπροσώπους του AUTOBEST, να διεξάγεται στις αρχές Δεκεμβρίου.

Το Kamiq είναι το μοντέλο που ολοκληρώνει τη γκάμα των SUV της μάρκας δίπλα στα μεγαλύτερα Kodiaq και Karoq και αναμένεται να δώσει άλλη δυναμική στην εμπορική πορεία του εργοστασίου. Πρόκειται για ένα μοντέρνο και δυναμικό μικρό SUV που ταιριάζει απόλυτα στο αστικό lifestyle, διαθέτοντας παράλληλα έντονα περιπετειώδη χαρακτήρα. Ακολουθεί τόσο τη σχεδιαστική ταυτότητα της μάρκας ενώ βασίζεται στη φημισμένη πλατφόρμα MQB-A0 του Ομίλου Volkswagen, που διαθέτει υπερσύγχρονα συστήματα ασφαλείας και βοηθήματα. Το εξαιρετικά άκαμπτο πλαίσιο αυτού του SUV πόλης, με τις μεγάλες ζώνες παραμόρφωσης και την εξαιρετικά στιβαρή καμπίνα του, εξασφαλίζει ανώτερη παθητική ασφάλεια. Απόδειξη και τα πέντε αστέρια στην ασφάλεια που κέρδισε από τον ανεξάρτητο οργανισμό EuroNCAP.

Με μήκος 4.241 χλστ., πλάτος 1.793 και ύψος 1.531 χλστ. το Kamiq διαθέτει κίνηση αποκλειστικά στους μπροστινούς τροχούς. Το μεταξόνιο φθάνει τα 2.651 χλστ. και προδιαθέτει για τους πλούσιους εσωτερικούς χώρους, παρά τις compact εξωτερικές διαστάσεις. Σύγχρονο, άνετο και ποιοτικό είναι και το εσωτερικό. Εκεί όπου ξεχωρίζει η κεντρική οθόνη αφής που ξεκινά από τις 6,5 και φθάνει μέχρι τις 9,2 ίντσες ενώ η οθόνη πληροφοριών έχει διαγώνιο τις 10,25 ίντσες. Όσο για το χώρο αποσκευών, αυτός ανέρχεται στα 400 λίτρα ενώ με την αναδίπλωση των καθισμάτων ο χώρος μπορεί να αυξηθεί μέχρι και τα 1.395 λίτρα.

Με το λανσάρισμα του στην αγορά το Kamiq θα έχει στη διάθεση του δύο κινητήρες, τους βενζινοκίνητους 1.0TSI και 1.5TSI. Όλοι οι κινητήρες είναι άμεσου ψεκασμού turbo, διαθέτουν ανάκτηση ενέργειας πέδησης, τεχνολογία Start/Stop, ενώ πληρούν τις τρέχουσες προδιαγραφές εκπομπής ρύπων Euro 6d-TEMP. To ολοκαίνουριο μοντέλο της Skoda αναμένεται στους εκθεσιακούς χώρους της Unicars περί τα τέλη αυτού του χρόνου.

Made in Japan: Πως η Ιαπωνία έχτισε το μύθο της αξιοπιστίας;
Πολλές ιστορίες έχουν να αφηγηθούν πολλοί Κύπριοι και εκατομμύρια αγοραστές σε όλο τον κόσμο. Ιστορίες που δημιούργησαν μέσα στις δεκαετίες που πέρασαν τη φήμη ότι τα ιαπωνικά αυτοκίνητα «δεν σπάνε, δεν χαλάνε» όσο σκληρά και αν τους φερθείς και όσα χρόνια και αν περάσουν.
Αυτή η φήμη όμως δεν χτίστηκε με διαφημιστικά σλόγκαν. Είναι το απόσταγμα μιας ιδιαίτερης πολιτισμικής θεώρησης της παραγωγής, μιας ηθικής που ριζώνει βαθιά στην ιαπωνική κοινωνία, και μιας μεταπολεμικής βιομηχανικής ιστορίας που αν μη τι άλλο είχε επίγνωση των αδυναμιών της και τις μετέτρεψε σε πλεονεκτήματα.
Η αναδρομή στο παρελθόν, σε πρόσωπα και καταστάσεις, είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητη για να κατανοήσουμε την τεράστια επιτυχία των Ιαπώνων στα θέματα της αξιοπιστίας.

Το 1945, η Ιαπωνία είναι μια χώρα κατεστραμμένη, τόσο φυσικά όσο και ψυχολογικά. Οι υποδομές της κατεστραμμένες, οι άνθρωποι της απογοητευμένοι, η βιομηχανία της σχεδόν ανύπαρκτη. Και όμως, από αυτά τα ερείπια γεννήθηκε το μεταπολεμικό «ιαπωνικό θαύμα», στο οποίο η αυτοκινητοβιομηχανία έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο.
Οι πρώτοι Ιάπωνες μηχανικοί, γνωρίζοντας ότι δεν μπορούσαν να συναγωνιστούν τους Αμερικανούς και Ευρωπαίους σε ισχύ, κύρος ή design, επικεντρώθηκαν στο να κατασκευάζουν αυτοκίνητα που απλώς λειτουργούσαν. Ήταν ελαφριά, οικονομικά, και -κυρίως- φτιαγμένα με εμμονή στη λεπτομέρεια. Ο στόχος δεν ήταν η καινοτομία για την καινοτομία, αλλά η συνεχής βελτίωση: η περίφημη φιλοσοφία kaizen.
Το kaizen, ή αλλιώς “συνεχής βελτίωση”, δεν ήταν απλώς μια μέθοδος παραγωγής. Ήταν μια πολιτισμική στάση: κάθε εργαζόμενος, από το εργοστάσιο μέχρι τη διοίκηση, είχε ευθύνη να εντοπίζει και να διορθώνει προβλήματα.
Η ποιότητα δεν ήταν αρμοδιότητα ενός τμήματος. Ήταν κάτι πολύ περισσότερο: ένα συλλογικό καθήκον. Έτσι δημιουργήθηκαν διαδικασίες όπως το Just-In-Time της Toyota, και το Total Quality Management που υιοθέτησαν σταδιακά όλες οι γιαπωνέζικες εταιρείες.
Πίσω από τα μεγάλα ονόματα των σημερινών βιομηχανικών γιγάντων βρίσκονταν προσωπικότητες που επηρέασαν καθοριστικά όχι μόνο την πορεία των εταιρειών τους, αλλά και την ίδια την κουλτούρα της ιαπωνικής βιομηχανίας.

Ο Kiichiro Toyoda, ιδρυτής της Toyota, δεν έβλεπε την αυτοκινητοβιομηχανία σαν απλή επιχείρηση. Επηρεασμένος από τις αρχές του πατέρα του, Sakichi Toyoda, οραματιζόταν μια εταιρεία που θα υπηρετεί την κοινωνία μέσω της παραγωγής αξιόπιστων προϊόντων.
Η Toyota ενσωμάτωσε στο DNA της την “monozukuri”, την τέχνη της κατασκευής με τεχνική αρτιότητα αλλά και ψυχική αφοσίωση. Δεν είναι τυχαίο ότι το εργοστάσιο της Toyota θεωρείται σήμερα από τα πιο -ας μας επιτραπεί ο νεολογισμός- “πνευματικά” εργοστάσια στον κόσμο.
Ο Soichiro Honda, από την άλλη, ήταν ένας χαρισματικός τεχνίτης και πεισματάρης εφευρέτης, που έβλεπε τα μηχανήματα ως προέκταση της ανθρώπινης εφευρετικότητας.
Η εταιρεία του, Honda Motor Co., καθιερώθηκε ως ένας κατασκευαστής κινητήρων με πρωτοφανή αντοχή και αποδοτικότητα. Ο ίδιος έλεγε: «Δεν με νοιάζει να κάνω τα καλύτερα αυτοκίνητα στον κόσμο. Με νοιάζει να κάνω τα καλύτερα μηχανικά συστήματα που δεν χαλάνε ποτέ».
Πάνω στις ιδέες και τις πρακτικές τέτοιων ανθρώπων, άρχισε να φτιάχνεται ο μύθος της γιαπωνέζικης αξιοπιστίας. Και σιγά-σιγά ήρθαν τα πρώτα μοντέλα, που έμελλε να γράψουν ιστορία και να κατακτήσουν τον κόσμο.

Η Toyota Corolla, με παραγωγή που ξεπερνά τα 50 εκατομμύρια μονάδες, είναι ο ορισμός του αξιόπιστου οικογενειακού αυτοκινήτου. Εμφανίστηκε το 1966 και γρήγορα έγινε συνώνυμο της ποιότητας χωρίς φανφάρες. Χιλιάδες Corolla των δεκαετιών ’80 και ’90 εξακολουθούν να κυκλοφορούν ακόμα και σήμερα, με ελάχιστα προβλήματα.
Το Honda Civic, από το 1972, απέδειξε πως ένα μικρό hatchback μπορεί να είναι πιο ανθεκτικό από μοντέλα διπλάσια σε τιμή. Με τον επαναστατικό CVCC κινητήρα και ελαφρύ αμάξωμα, έγινε το αγαπημένο αυτοκίνητο όχι μόνο των καθημερινών οδηγών αλλά και των μηχανικών που έψαχναν μια πλατφόρμα χωρίς “παιδικές ασθένειες”.
Το Mazda MX-5, αν και roadster, είναι ίσως το πιο αξιόπιστο σπορ αυτοκίνητο στην ιστορία. Με απλό σχεδιασμό, λογικές ιπποδυνάμεις, και έναν κινητήρα που λειτουργεί σαν ελβετικό ρολόι, το Miata αποδεικνύει ότι η αξιοπιστία δεν είναι προνόμιο μόνο των οικογενειακών sedan ή των μεγάλων 4×4 που κατακτούν κάθε γωνιά του πλανήτη.
Ακόμα και η μικρή σε μέγεθος Subaru, με την κορυφαία «συμμετρική» τετρακίνησή της και τους boxer κινητήρες, έχει χτίσει φήμη για αυτοκίνητα που λειτουργούν κάτω από οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες. Και παραμένουν σαν να έχουν μόλις βγει από την έκθεση, ακόμα και αν το οδόμετρο έχει καταγράψει εξαψήφια νούμερα χιλιομέτρων.

Τα δεδομένα επιβεβαιώνουν αυτό που η εμπειρία έχει ήδη καταδείξει. Στην πιο πρόσφατη έκθεση του Consumer Reports για το 2024, στην κορυφή της λίστας αξιοπιστίας βρέθηκαν οι Lexus, Toyota, Honda, Subaru και Mazda, όλες ιαπωνικές.
Η Lexus, θυγατρική της Toyota, κρατά τα σκήπτρα της αξιοπιστίας εδώ και πάνω από δύο δεκαετίες. Η εξήγηση είναι απλή: παίρνει το ήδη δοκιμασμένο μηχανικό υπόβαθρο της Toyota και προσθέτει πολυτέλεια, χωρίς να θυσιάζει την απλότητα.
Η Toyota, ως μητρική εταιρεία, συνεχίζει να επενδύει στην αξιοπιστία αντί να κυνηγάει συνεχώς τεχνολογικές μόδες. Οι υβριδικές της προτάσεις έχουν αποδειχθεί πιο αξιόπιστες ακόμα και από συμβατικά συστήματα.
Η Honda, παρότι έχει πειραματιστεί περισσότερο με τολμηρά σχέδια και μηχανικές λύσεις, εξακολουθεί να διατηρεί σταθερά υψηλή βαθμολογία στην αξιοπιστία, κυρίως χάρη στην απλότητα και ποιότητα κατασκευής των κινητήρων της.

Το Consumer Reports, όπως και άλλα ανεξάρτητα όργανα (π.χ. J.D. Power, TÜV Report στη Γερμανία), επιβεβαιώνουν κάθε χρόνο αυτό που οι Ιάπωνες κατασκευαστές χτίζουν δεκαετίες τώρα: τη φήμη του αυτοκινήτου που απλώς δεν χαλάει.
Αυτό που διακρίνει τις ιαπωνικές αυτοκινητοβιομηχανίες δεν είναι απλώς η τεχνική αρτιότητα. Είναι η ηθική της ευθύνης.
Σε αντίθεση με πολλά δυτικά μοντέλα διαχείρισης που βασίζονται στην εκμετάλλευση πόρων και την αύξηση του μεριδίου αγοράς με κάθε κόστος, οι Ιάπωνες δίνουν προτεραιότητα στη φήμη, στη μακροχρόνια εμπιστοσύνη και στη συνέχεια.
Αυτό δεν είναι ρομαντισμός. Είναι μια πολύ ιαπωνική εκδοχή του καπιταλισμού, βασισμένη στην ιδέα ότι η εταιρεία δεν είναι απλώς εργοδότης αλλά κοινωνικός οργανισμός.
Όταν μια ιαπωνική εταιρεία παραδέχεται ότι έκανε λάθος (όπως η Toyota στην ανάκληση των Prius το 2010), το κάνει με αναστοχασμό, αυτοκριτική, και προσπάθεια για διόρθωση. Η ζημιά μπορεί να είναι βραχυπρόθεσμη, αλλά η εμπιστοσύνη μακροχρόνια.
Καθώς η αυτοκινητοβιομηχανία περνά στη φάση της ηλεκτροκίνησης και της ψηφιοποίησης, αυτό που ονομάζουμε «αξιοπιστία» αλλάζει πρόσωπο. Δεν αφορά πλέον μόνο τους κινητήρες και τα φρένα, αλλά και το λογισμικό, τους αισθητήρες, την τεχνητή νοημοσύνη. Η Ιαπωνία εδώ δείχνει μεγαλύτερη επιφυλακτικότητα. Και προχωρά αργά, αλλά με σταθερότητα.
Η Toyota δεν ήταν η πρώτη που έτρεξε στο παιχνίδι των ηλεκτρικών, αλλά προσφέρει ήδη ηλεκτρικά μοντέλα με επίκεντρο την αξιοπιστία.

Η Mazda υιοθετεί ήπιες μεταβάσεις και κάνει μετρημένες κινήσεις, και η Subaru και η Suzuki συνεργάζονται συνεργάζεται με την Toyota για τις ηλεκτρικές τους προτάσεις, προκειμένου να διατηρήσουν τον πυρήνα της αξιοπιστίας.
Η Honda από την άλλη επιμένει να κάνει τα πράγματα με τον δικό της τρόπο, επιμένοντας και αυτή πρώτα στην σωστή λειτουργία με αντοχή στον χρόνο και μετά στους ψεύτικους εντυπωσιασμούς.
Το ζητούμενο πλέον δεν είναι απλώς να λειτουργεί το αυτοκίνητο, αλλά να μην σε «προδώσει» ποτέ, είτε στην ερημιά είτε στον κυβερνοχώρο. Και οι Ιάπωνες δείχνουν να κατανοούν την ηθική διάσταση αυτής της πρόκλησης καλύτερα από πολλούς.
Γι’ αυτό ήταν -και όπως φαίνεται θα παραμείνουν- η πρώτη επιλογή για μεγάλο μέρος των αγοραστών του πλανήτη που βλέπουν το αυτοκίνητο όχι σαν μία ακόμα αναλώσιμη οικιακή συσκευή, αλλά ένα προϊόν με έντονο συναισθηματικό υπόβαθρο που συνδέεται με τη ζωή και τις ανάγκες των ανθρώπων για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Πηγή: Newsauto.gr
