Η TOYOTA GAZOO Racing (TGR) και η MoneyGram Haas F1 Team ανακοίνωσαν τη συμφωνία για τη σύναψη τεχνικής συνεργασίας στη Formula 1. Μέσω αυτής της συνεργασίας, οι δύο πλευρές στοχεύουν να συμβάλουν στην ανάπτυξη της αυτοκινητοβιομηχανίας δημιουργώντας ένα περιβάλλον στο οποίο νέοι Ιάπωνες οδηγοί, engineers και μηχανικοί θα μπορούν να αποκτήσουν εμπειρία και να εξελιχθούν στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της F1, το κορυφαίο πρωτάθλημα του μηχανοκίνητου αθλητισμού.
Η συμφωνία ανακοινώθηκε στην πίστα Fuji International Speedway που ανήκει στην Toyota, ενώ το λογότυπο της Toyota Gazoo Racing θα εμφανιστεί στα μονοθέσια της Haas που θα οδηγήσουν οι Nico Hulkenberg και Kevin Magnussen, στο Γκραν Πρι Ηνωμένων Πολιτειών το επόμενο Σαββατοκύριακο στο Όστιν.
Πιο συγκεκριμένα, η Toyota αναλαμβάνει ρόλο τεχνικού συνεργάτη για την ομάδα της Haas. Θα παρέχει σχεδιαστικές, τεχνικές και κατασκευαστικές υπηρεσίες στη Haas και αυτή με τη σειρά της θα προσφέρει τεχνική τεχνογνωσία και εμπορικά οφέλη. Επιπλέον η συμφωνία προβλέπει τη συμμετοχή τεχνικών και μηχανικών της Toyota Gazoo Racing στην εξέλιξη της αεροδυναμικής για τα μονοθέσια της Haas με την κατασκευή εξαρτημάτων από ανθρακονήματα. Παράλληλα οδηγοί, μηχανικοί και τεχνικοί της Toyota Gazoo Racing θα συμμετέχουν και σε δοκιμαστικά της Haas, ώστε να αποκτήσουν οδηγική εμπειρία στην Formula 1 και να εξασκηθούν στην ανάλυση τεράστιων ποσοτήτων δεδομένων.
Η εταιρεία θα συνεχίσει παράλληλα και την ενασχόληση τους στα δύο βασικά αγωνιστικά της προγράμματα, αυτό του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Ράλι (WRC) αλλά και εκείνο του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Αντοχής (WEC).
Η Toyota είναι μια εταιρεία με παρελθόν στη Formula 1. Μπήκε στο χώρο με δική της ομάδα στη σεζόν του 2002 και έδωσε το παρών της σε οκτώ αγωνιστικές σεζόν ως ομάδα και προμηθεύτρια κινητήρων. Αποχώρησε το 2009 για να ασχοληθεί με άλλες μορφές μηχανοκίνητου αθλητισμού. Σε αυτό το χρονικό διάστημα κατάφερε να πετύχει 13 βάθρα, μια τέταρτη θέση στο Πρωτάθλημα Κατασκευαστών του 2005 ενώ οι οδηγοί της μάζεψαν 278.5 βαθμούς με τρεις pole positions και τρία fastest laps.
44% μειωμένες οι πωλήσεις EV τον Αύγουστο – Σε άνοδο τα ήπια υβριδικά
Σύμφωνα με τα στοιχεία πωλήσεων που έδωσε στη δημοσιότητα η Ευρωπαϊκή Ένωση Κατασκευαστών Αυτοκινήτων (ACEA), οι πωλήσεις αμιγώς ηλεκτρικών οχημάτων ανήλθαν σε μόλις 92.627 μονάδες τον Αύγουστο του 2024, σημειώνοντας πτώση σε σχέση με τις 165.204 μονάδες τον ίδιο μήνα πέρυσι. Αυτή η πτώση προκάλεσε τη συρρίκνωση του μεριδίου αγοράς των EV στο 14,4%, από 21% που ήταν.
Αυτό σηματοδοτεί τον τέταρτο συνεχόμενο μήνα πτώσης των πωλήσεων. Πιο συγκεκριμένα η Γερμανία σημείωσε πτώση 68,8%, ενώ η Γαλλία 33,1%.
Τον Αύγουστο του 2024, οι ταξινομήσεις νέων αυτοκινήτων ανήλθαν σε 643.637, σημειώνοντας πτώση 18,3% σε σύγκριση με τον Αύγουστο του 2023. Αυτή η απότομη μείωση αντιπροσωπεύει τα χαμηλότερα στοιχεία πωλήσεων των τελευταίων τριών ετών.
Οι πωλήσεις βενζινοκίνητων οχημάτων υποχώρησαν κατά 17,1%, αντιπροσωπεύοντας 213.057 μονάδες. Οι πωλήσεις ντίζελ μειώθηκαν κατά 26,4%, ή 72.177 μονάδες, ενώ τα plug-in υβριδικά υπέστησαν μείωση 22,3%, με 45.590 πωληθείσες μονάδες. Είναι ενδιαφέρον ότι μόνο τα απλά υβριδικά παρουσίασαν αύξηση 6,6% με 201.552 μονάδες.
Γιατί δεν πουλάνε τα ηλεκτρικά;
Σε νέα δήλωσή του, το διοικητικό συμβούλιο του ACEA επεσήμανε διάφορους κρίσιμους παράγοντες που συμβάλλουν σε αυτή τη «συνεχή καθοδική πορεία» της αγοράς ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Τόνισαν ως βασικές προκλήσεις την ανεπαρκή υποδομή φόρτισης, τον έντονο ανταγωνισμό στην κατασκευή, τα ανεπαρκή αγοραστικά και φορολογικά κίνητρα και την επισφαλή προμήθεια βασικών υλικών. Επιπλέον, η συνολική έλλειψη οικονομικής ανάπτυξης και αποδοχής από τους καταναλωτές επιδεινώνει περαιτέρω αυτά τα ζητήματα, αφήνοντας τις αυτοκινητοβιομηχανίες να παλεύουν με την αβεβαιότητα κατά τη μετάβασή τους σε ένα ηλεκτρικό μέλλον.
Υπό το πρίσμα αυτής της κατάστασης, το διοικητικό συμβούλιο του ACEA τάσσεται υπέρ της «βραχυπρόθεσμης ανακούφισης» από τους αυστηρότερους στόχους CO2 για το 2025 για τα αυτοκίνητα και τα φορτηγά. Πιστεύουν ότι τα μέτρα αυτά θα διευκόλυναν την ομαλότερη μετάβαση στην κινητικότητα μηδενικών εκπομπών, διασφαλίζοντας παράλληλα το βιομηχανικό μέλλον της Ευρώπης.