Η TOYOTA GAZOO Racing (TGR) και η MoneyGram Haas F1 Team ανακοίνωσαν τη συμφωνία για τη σύναψη τεχνικής συνεργασίας στη Formula 1. Μέσω αυτής της συνεργασίας, οι δύο πλευρές στοχεύουν να συμβάλουν στην ανάπτυξη της αυτοκινητοβιομηχανίας δημιουργώντας ένα περιβάλλον στο οποίο νέοι Ιάπωνες οδηγοί, engineers και μηχανικοί θα μπορούν να αποκτήσουν εμπειρία και να εξελιχθούν στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της F1, το κορυφαίο πρωτάθλημα του μηχανοκίνητου αθλητισμού.

Η συμφωνία ανακοινώθηκε στην πίστα Fuji International Speedway που ανήκει στην Toyota, ενώ το λογότυπο της Toyota Gazoo Racing θα εμφανιστεί στα μονοθέσια της Haas που θα οδηγήσουν οι Nico Hulkenberg και Kevin Magnussen, στο Γκραν Πρι Ηνωμένων Πολιτειών το επόμενο Σαββατοκύριακο στο Όστιν.
Πιο συγκεκριμένα, η Toyota αναλαμβάνει ρόλο τεχνικού συνεργάτη για την ομάδα της Haas. Θα παρέχει σχεδιαστικές, τεχνικές και κατασκευαστικές υπηρεσίες στη Haas και αυτή με τη σειρά της θα προσφέρει τεχνική τεχνογνωσία και εμπορικά οφέλη. Επιπλέον η συμφωνία προβλέπει τη συμμετοχή τεχνικών και μηχανικών της Toyota Gazoo Racing στην εξέλιξη της αεροδυναμικής για τα μονοθέσια της Haas με την κατασκευή εξαρτημάτων από ανθρακονήματα. Παράλληλα οδηγοί, μηχανικοί και τεχνικοί της Toyota Gazoo Racing θα συμμετέχουν και σε δοκιμαστικά της Haas, ώστε να αποκτήσουν οδηγική εμπειρία στην Formula 1 και να εξασκηθούν στην ανάλυση τεράστιων ποσοτήτων δεδομένων.

Η εταιρεία θα συνεχίσει παράλληλα και την ενασχόληση τους στα δύο βασικά αγωνιστικά της προγράμματα, αυτό του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Ράλι (WRC) αλλά και εκείνο του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Αντοχής (WEC).
Η Toyota είναι μια εταιρεία με παρελθόν στη Formula 1. Μπήκε στο χώρο με δική της ομάδα στη σεζόν του 2002 και έδωσε το παρών της σε οκτώ αγωνιστικές σεζόν ως ομάδα και προμηθεύτρια κινητήρων. Αποχώρησε το 2009 για να ασχοληθεί με άλλες μορφές μηχανοκίνητου αθλητισμού. Σε αυτό το χρονικό διάστημα κατάφερε να πετύχει 13 βάθρα, μια τέταρτη θέση στο Πρωτάθλημα Κατασκευαστών του 2005 ενώ οι οδηγοί της μάζεψαν 278.5 βαθμούς με τρεις pole positions και τρία fastest laps.

Ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό; Οι δασμοί Τραμπ και το μέλλον της αυτοκινητοβιομηχανίας
Η επιβολή δασμών 25% στα εισαγόμενα αυτοκίνητα από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, συνεχίζει να προκαλεί ανησυχία στην παγκόσμια αυτοκινητοβιομηχανία.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις κορυφαίων αναλυτών της Wall Street και της αυτοκινητοβιομηχανίας, οι πολιτικές αυτές αναμένεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις, οδηγώντας σε πτώση των πωλήσεων κατά εκατομμύρια αυτοκίνητα ετησίως, αύξηση των τιμών τόσο στα καινούργια όσο και στα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα, και ένα συνολικό αυξημένο κόστος που ξεπερνά τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια για τον κλάδο.
Το 2025 η σημαντικότερη χρονιά στην ιστορία του κλάδου
Ο Felix Stellmaszek, παγκόσμιος επικεφαλής της Boston Consulting Group για την αυτοκινητοβιομηχανία και την κινητικότητα, χαρακτηρίζει το 2025 ως την πιθανώς σημαντικότερη χρονιά στην ιστορία του κλάδου. Επισημαίνει ότι οι δασμοί δεν δημιουργούν απλώς άμεσες πιέσεις κόστους, αλλά επιβάλλουν θεμελιώδεις αλλαγές στον τρόπο και τον τόπο κατασκευής των αυτοκινήτων.
Η Boston Consulting Group, μια συμβουλευτική εταιρία διαχείρισης, εκτιμά ότι οι δασμοί θα επιβαρύνουν την αυτοκινητοβιομηχανία με ένα επιπλέον κόστος της τάξεως των 110 έως 160 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως. Αυτό το αυξημένο κόστος αναμένεται να επηρεάσει σημαντικά το 20% των εσόδων της αμερικανικής αγοράς νέων αυτοκινήτων, αυξάνοντας το κόστος παραγωγής τόσο για τους Αμερικανούς όσο και για τους ξένους κατασκευαστές.
Το κόστος για αυτοκινητοβιομηχανίες μόνο στις ΗΠΑ θα αυξηθεί κατά 107,7 δισ. δολάρια
Ακόμη πιο συγκεκριμένη είναι η ανάλυση του Center for Automotive Research, ενός μη κερδοσκοπικού think tank με έδρα το Μίσιγκαν, το οποίο προβλέπει ότι το κόστος για τις αυτοκινητοβιομηχανίες μόνο στις ΗΠΑ θα αυξηθεί κατά 107,7 δισεκατομμύρια δολάρια.
Στο ποσό αυτό περιλαμβάνονται 41,9 δισεκατομμύρια δολάρια που θα επιβαρύνουν τους τρεις μεγάλους κατασκευαστές του Ντιτρόιτ, General Motors, Ford και Stellantis.
Οι αναλύσεις λαμβάνουν υπόψη τόσο τους ήδη επιβληθέντες δασμούς 25% στα εισαγόμενα αυτοκίνητα, όσο και τους επικείμενους δασμούς του ίδιου ποσοστού στα ανταλλακτικά αυτοκινήτων που αναμένεται να τεθούν σε ισχύ από τις 3 Μαΐου.
Επιπτώσεις στους καταναλωτές και μείωση των πωλήσεων
Ενώ οι αυτοκινητοβιομηχανίες και οι προμηθευτές ενδέχεται να απορροφήσουν ένα μέρος αυτών των αυξήσεων του κόστους, οι αναλυτές εκτιμούν ότι ένα σημαντικό μέρος θα μετακυλιστεί στους καταναλωτές, οδηγώντας αναπόφευκτα σε μείωση των πωλήσεων.
Ο αναλυτής της Goldman Sachs, Μάρκ Ντιλάνεϊ, σε σημείωμά του προς τους επενδυτές, εκτιμά ότι οι προτεινόμενοι δασμοί θα αυξήσουν το κόστος τόσο των εισαγόμενων όσο και των εγχώριας κατασκευής αυτοκινήτων στις ΗΠΑ κατά ένα χαμηλό έως μεσαίο μονοψήφιο ποσοστό χιλιάδων δολαρίων κατά μέσο όρο.
Θεωρεί δε δύσκολο για την αυτοκινητοβιομηχανία να μετακυλίσει πλήρως αυτή την αύξηση στους καταναλωτές, ιδίως σε ένα περιβάλλον όπου η καταναλωτική ζήτηση παρουσιάζει σημάδια εξασθένησης.
Η Goldman Sachs προβλέπει ότι οι τιμές των νέων αυτοκινήτων στις ΗΠΑ θα αυξηθούν κατά περίπου 2.000 έως 4.000 δολάρια τους επόμενους 6 έως 12 μήνες, προκειμένου να αντικατοπτρίζουν το αυξημένο κόστος των δασμών.
Οι επιπτώσεις στην αγορά και στην οικονομία
Την ίδια στιγμή, το καταναλωτικό κλίμα στις ΗΠΑ επιδεινώθηκε περισσότερο από το αναμενόμενο τον Απρίλιο, με το αναμενόμενο επίπεδο πληθωρισμού να φτάνει στο υψηλότερο σημείο από το 1981, σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν.
Η Telemetry, μια εταιρεία συμβούλων αυτοκινήτων, προβλέπει ότι το υψηλότερο κόστος παραγωγής και ανταλλακτικών θα οδηγήσει σε μείωση των πωλήσεων στις ΗΠΑ και τον Καναδά κατά περισσότερα από 2 εκατομμύρια αυτοκίνητα ετησίως, γεγονός που αναμένεται να έχει ευρύτερες αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία.
Αβέβαιο μέλλον
Συνολικά, το μέλλον της αυτοκινητοβιομηχανίας υπό το βάρος των δασμών του Τραμπ παραμένει αβέβαιο. Οι αναλυτές συμφωνούν ότι οι αυξήσεις των τιμών και η μείωση των πωλήσεων είναι αναπόφευκτες, θέτοντας σε κίνδυνο την κερδοφορία των κατασκευαστών και επιβαρύνοντας τους καταναλωτές.
Η διαρθρωτική αλλαγή που επισημαίνει η Boston Consulting Group φαίνεται να είναι σε εξέλιξη, αναγκάζοντας τις εταιρείες να αναθεωρήσουν τις στρατηγικές τους και να προσαρμοστούν σε ένα νέο, πιο ακριβό περιβάλλον.
