Η πρώτη γενιά του NSX πάντα προοριζόταν να είναι ένα σπορ αυτοκίνητο παγκόσμιας κλάσης και οι μηχανικοί της ιαπωνικής εταιρίας είχαν κάνει κάποιους συμβιβασμούς προκειμένου να επιτύχουν την κατάλληλη ισορροπία μεταξύ της αγνής απόδοσης και της καθημερινής οδηγικής χρήσης.
Ωστόσο, για εκείνους τους πελάτες του NSX που αναζητούσαν μια αγωνιστική εμπειρία χωρίς συμβιβασμούς, η Honda αποφάσισε το 1992 να παράγει μια έκδοση του μοντέλου ειδικά τροποποιημένη για ανώτερη στις πίστες, σε βάρος των συνηθισμένων ανέσεων.
Έτσι, γεννήθηκε το NSX Type R (ή NSX-R), με την Honda να επιλέγει να χρησιμοποιήσει το λογότυπο Type R για να προσδιορίσει τις ικανότητες του NSX-R.

Η παραγωγή του Honda NSX-R ξεκίνησε στα τέλη Νοεμβρίου του 1992 και ολοκληρώθηκε τον Σεπτέμβριο του 1995, στο εργοστάσιο της Honda στην πόλη Takanezawa της Ιαπωνίας. Kυκλοφόρησε αποκλειστικά στην αγορά της Ιαπωνίας και βγήκε σε περιορισμένη παραγωγή μόλις 483 αυτοκινήτων, κάτι που το καθιστά εξαιρετικά σπάνιο.
Ένα εξ αυτών βρίσκεται προς πώληση με μόλις 18.320 χλμ. στο οδόμετρο από το 1996, με την τιμή του να ορίζεται στα 450.000 δολάρια, όταν καινούριο κόστιζε κάτω από 30.000 δολάρια.

Μηχανικά, ο 3,0-λίτρος V6 ατμοσφαιρικός κινητήρας, με περιεχόμενη γωνία 90 μοίρες, έχει αλλαγές σε σχέση με το “απλό” NSX, με την απόδοση του να ανακοινώνεται στα 280 άλογα στις 7.100 σ.α.λ. με 294 Nm στις 6.500 σ.α.λ.
Όπως ξέρεις, όμως, υπήρχε μια άτυπη συμφωνία κυρίων μεταξύ των ιαπωνικών κατασκευαστών να μην ανακοινώνουν την ιπποδύναμη των αυτοκινήτων όταν αυτή υπερβαίνει τα 280 άλογα. Ωστόσο, αυτό ήταν ένα τέχνασμα για να αποφύγει η Honda να υποβάλει εκ νέου αίτηση για έγκριση τύπου το αυτοκίνητο, και έτσι η πραγματική ισχύς του NSX-R φέρεται να πλησιάζει τα 300 άλογα.

Το NSX-R είχε κοντύτερη τελική σχέση μετάδοσης (4.235:1 αντί για 4.06:1) από το “απλό” NSX, και έτσι για τα 0-100 χλμ/ώρα χρεάζεται 5 δευτ. (από 5,5 δευτ.), με την τελική ταχύτητά του να είναι μικρότερη λόγω των κοντών σχέσεων του πεντατάχυτου κιβωτίου, αγγίζοντας τα 262 χλμ/ώρα, αντί για 270 χλμ/ώρα.
Το αυτοκίνητο ζυγίζει 120 κιλά λιγότερα από το standard NSX, χάρη στην εκτενή χρήση carbon σε αρκετά σημεία του αμαξώματος και του εσωτερικού. Επίσης, για χάρη της μείωσης του βάρους δεν έχει υδραυλικό τιμόνι και κεντρικό κλείδωμα, οι ζάντες είναι σφυρήλατες της Enkei, η μπαταρία είναι μικρότερη, το πίσω γυαλί είναι λεπτότερο, με το βάρος να αγγίζει τα μόλις 1.230 κιλά.

Η Lexus επαναπροσδιορίζει την έννοια της πολυτελούς μετακίνησης με το LM
Με το όραμα να κυριαρχήσει στην αγορά των πολυτελών επιβατικών εξελίχθηκε το μοντέλο LM της Lexus, προτάσσοντας χαρακτηριστικά που δύσκολα απαντώνται στον ανταγωνισμό και αντλούν έμπνευση από τον κόσμο των ιδιωτικών τζετ. Είτε κινείται σε πόλεις, είτε σε απομακρυσμένους δρόμους της εξοχής, στόχος της Lexus ήταν το LM να αποτελεί έναν αθόρυβο μεταφορέα που δεν κάνει συμβιβασμούς στους τομείς της άνεσης και της πολυτέλειας. Για τη μάρκα το μοντέλο αποτελεί την απόλυτη έκφραση του “Omotenashi”, της ιαπωνικής αρχής φιλοξενίας η οποία βρίσκεται στο επίκεντρο της Lexus και βασίζεται στην ικανοποίηση κάθε ανάγκης με απόλυτη φυσικότητα.

Το Omotenashi συμβάλλει στην προσπάθεια της μάρκας να προσφέρει στους πελάτες της μοναδικές εμπειρίες και κατέστησε το LM άξιο συμμετέχοντα σε ένα πρόσφατο πρόγραμμα περιπέτειας στη Νέα Ζηλανδία. Εκεί οι ταξιδιώτες είχαν την ευκαιρία να βιώσουν το πνεύμα της περιπέτειας, έτσι όπως το οραματίζεται η Lexus, βασιζόμενο στο τρίπτυχο «πολυτέλεια, εξαιρετική οδηγική εμπειρία και άνεση».
Οι ταξιδιώτες έκατσαν στα διπλά πίσω καθίσματα της κορυφαίας έκδοσης του μοντέλου, απολαμβάνοντας πανοραμική θέα. Αυτή η τετραθέσια έκδοση του LM ξεχωρίζει για τη σχεδίαση, τις τεχνολογίες και τα χαρακτηριστικά του Omotenashi στο μέγιστο. Τα πίσω καθίσματα είναι επενδυμένα με δέρμα και εξοπλίζονται με εκτεινόμενα μαξιλαράκια για στήριξη των ποδιών, ενσωματώνοντας ταυτόχρονα λειτουργίες θέρμανσης, εξαερισμού και μασάζ. Επιπλέον, εφόσον ο επιβάτης επιθυμεί να κάνει ένα διάλειμμα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, τα καθίσματα μπορούν να οριζοντιωθούν, σε στιλ «αεροπορικό». Την άνεση ενισχύει η λειτουργία Lexus Climate Concierge που παρακολουθεί τη θερμοκρασία του σώματος κάθε επιβάτη, προσαρμόζοντας ανάλογα τον κλιματισμό.

Επιπροσθέτως, ο εσωτερικός χώρος είναι θωρακισμένος από ανεπιθύμητους εξωτερικούς θορύβους, προσφέροντας μια «φυσική ησυχία» που παραπέμπει σε ένα ήσυχο δάσος της Νέας Ζηλανδίας. Παράλληλα, μια μεγάλη οθόνη 48 ιντσών υψηλής ευκρίνειας μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την προβολή ταινιών ή για διαδικτυακά ραντεβού, με τον εξοπλισμό να περιλαμβάνει ακόμη ηχοσύστημα Mark Levinson Surround Sound με 23 ηχεία, πτυσσόμενα τραπεζάκια, ηλεκτρικές πόρτες, σκιάδια, όπως και ένα ψυγείο 14 λίτρων.

Κατά την εξέλιξη του LM δόθηκε μεγάλη έμφαση και στο μηχανολογικό σκέλος, με ένα προηγμένο αυτοφορτιζόμενο υβριδικό σύστημα και μια ανάρτηση που διατηρεί την άνεση και τη σταθερότητα κάτω από οποιαδήποτε συνθήκη. Εκτός από την τετραθέσια έκδοση, η γκάμα LM περιλαμβάνει ένα επταθέσιο μοντέλο που ενδείκνυται για τις μεταφορές στελεχών με σοφέρ. Η πίσω καμπίνα διαθέτει δύο VIP καθίσματα και μια διάταξη καθισμάτων δεύτερης σειράς “2+1” που όταν δεν χρησιμοποιούνται μπορούν να αναδιπλωθούν, παρέχοντας επιπλέον χώρο φόρτωσης. Ο εξοπλισμός περιλαμβάνει δερμάτινα καθίσματα, την τεχνολογία Lexus Climate Concierge, μια πτυσσόμενη πίσω οθόνη 14 ιντσών, ένα πτυσσόμενο τραπέζι και ένα ηχοσύστημα Mark Levinson 3D Surround Sound με 21 ηχεία.
Για τη Lexus, το LM δεν είναι απλώς ένα πολυτελές όχημα, αλλά ένας συνδυασμός επαγγελματικού, ψυχαγωγικού και χαλαρωτικού χώρου, που επιτρέπει στους επιβάτες να εργάζονται, να ξεκουράζονται ή να διασκεδάζουν κατά τη διάρκεια της διαδρομής, δίχως να παραβιάζεται η ιδιωτικότητά τους.
