Το Volkswagen Polo είναι ένα από τα πιο εμβληματικά μικρά αυτοκίνητα που έχουν παραχθεί, έχοντας μια επιτυχημένη πορεία που εκτείνεται σε περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες.
Από το 1975, το Polo έχει κατακτήσει περισσότερους από 20 εκατομμύρια οδηγούς παγκοσμίως, συνδυάζοντας προσιτή κινητικότητα, τεχνολογικές καινοτομίες και τη διαχρονική ποιότητα της Volkswagen.

Η ιστορία του Polo ξεκίνησε όταν η Volkswagen δημιούργησε μια νέα σειρά μοντέλων με κίνηση στους εμπρός τροχούς, μετά το Beetle. Το Polo παρουσιάστηκε το 1975 ως η μικρότερη επιλογή της οικογένειας, τοποθετημένο κάτω από το Golf.
Με βάση το Audi 50, ήταν ένα ελαφρύ, οικονομικό και λειτουργικό αυτοκίνητο που γρήγορα ξεχώρισε για την πρακτικότητα και την αξιόπιστη μηχανολογία του.
Στις έξι γενιές του, το Polo έχει προσαρμοστεί στις απαιτήσεις κάθε εποχής, προσφέροντας οικονομικούς κινητήρες, προηγμένα τεχνολογικά χαρακτηριστικά και μια ισορροπία μεταξύ ποιότητας και τιμής.

Από τα πρώτα μαθήματα οδήγησης έως τις σπορ εκδόσεις GTI, το Polo έχει αφήσει το αποτύπωμά του ως ένα πολυδιάστατο αυτοκίνητο που καλύπτει διαφορετικές ανάγκες και προτιμήσεις.
Η Volkswagen γιορτάζει την επέτειο του Polo παρουσιάζοντας πρώιμα μοντέλα στην Έκθεση Classic Motorshow της Βρέμης, από 31 Ιανουαρίου έως 2 Φεβρουαρίου 2025. Εκεί, το κοινό θα έχει την ευκαιρία να δει πώς το μικρό αυτό μοντέλο έγινε ένα από τα πιο εμβληματικά της κατηγορίας του.
Από την πρώτη του γενιά έως τη σύγχρονη έκδοση, το Polo έχει εξελιχθεί σημαντικά, τόσο σε σχεδίαση όσο και σε τεχνολογία, παραμένοντας ένα από τα δημοφιλέστερα compact αυτοκίνητα παγκοσμίως. Ακολουθεί μια σύντομη ανασκόπηση των γενεών του:

1η Γενιά (1975 – 1981)
Η πρώτη γενιά του Polo έκανε το ντεμπούτο της το 1975, βασισμένη στο Audi 50. Ήταν ένα μικρό, ελαφρύ και προσιτό αυτοκίνητο, ιδανικό για αστική χρήση, με βασική και απλή σχεδίαση που στόχευε στη λειτουργικότητα.
Διατίθετο με μικρούς κινητήρες βενζίνης, προσφέροντας οικονομία καυσίμου και χαμηλό κόστος χρήσης, ενώ γρήγορα καθιερώθηκε ως ένα από τα πιο δημοφιλή μοντέλα της Volkswagen.

2η Γενιά (1981 – 1994)
Η δεύτερη γενιά παρουσιάστηκε το 1981, με σημαντικές βελτιώσεις σε σχέση με την πρώτη. Το αμάξωμα έγινε πιο ευρύχωρο, ενώ οι σχεδιαστικές γραμμές ήταν πιο μοντέρνες.
Οι κινητήρες αναβαθμίστηκαν, ενώ η αξιοπιστία και η οικονομία καυσίμου παρέμειναν βασικά χαρακτηριστικά.
Ξεχώρισε επίσης για την ποικιλία εκδόσεων, καθώς εκτός από το hatchback, προσφέρθηκε και σε τρίθυρο αλλά και σε sedan μορφή, γνωστή ως Derby.

3η Γενιά (1994 – 2001)
Η τρίτη γενιά έφερε πιο αμβλυμένο και σύγχρονο σχεδιασμό, ενώ για πρώτη φορά το Polo απέκτησε πεντάθυρη έκδοση.
Οι χώροι βελτιώθηκαν σημαντικά, ενώ η γκάμα κινητήρων διευρύνθηκε, περιλαμβάνοντας και πετρελαιοκινητήρες. Αυτή η γενιά έθεσε τα θεμέλια για την εδραίωση του Polo ως ένα από τα κορυφαία supermini της αγοράς.

4η Γενιά (2001 – 2009)
Η τέταρτη γενιά του Polo ξεχώρισε για την ακόμα πιο εκλεπτυσμένη σχεδίαση και την αυξημένη ποιότητα κατασκευής. Ήταν η πρώτη που πρόσφερε πολυτελή χαρακτηριστικά, όπως κλιματισμό, ηλεκτρικά παράθυρα και προηγμένα συστήματα ασφαλείας.
Παράλληλα, οι κινητήρες έγιναν πιο αποδοτικοί και περιλάμβαναν turbo εκδόσεις, ενώ το GTI έκανε την εμφάνισή του, προσφέροντας σπορ επιδόσεις.

5η Γενιά (2009 – 2017)
Με την πέμπτη γενιά, το Polo ανέβηκε επίπεδο, τόσο σε ποιότητα όσο και σε τεχνολογία. Η σχεδίαση έγινε πιο ώριμη, ενώ το αυτοκίνητο ήταν πιο ευρύχωρο και εξοπλισμένο με καινοτόμες τεχνολογίες, όπως σύστημα infotainment και προηγμένα συστήματα υποβοήθησης οδήγησης.
Η γκάμα κινητήρων περιλάμβανε εκδόσεις BlueMotion για μεγαλύτερη οικονομία καυσίμου, ενώ το GTI απέκτησε έναν επαναστατικό κινητήρα που συνδύαζε τούρμπο καυσαερίων και μηχανικό υπερσυμπιεστή.

6η Γενιά (2017 – Σήμερα)
Η τρέχουσα έκτη γενιά παρουσιάστηκε το 2017 και είναι η πιο τεχνολογικά προηγμένη μέχρι σήμερα. Βασίζεται στην πλατφόρμα MQB της Volkswagen, που την καθιστά μεγαλύτερη, πιο άνετη και πιο αποδοτική από ποτέ.
Διαθέτει πλούσιο εξοπλισμό, με οθόνες αφής, συστήματα υποβοήθησης οδήγησης και συνδεσιμότητα. Η γκάμα κινητήρων περιλαμβάνει αποδοτικές επιλογές βενζίνης, υβριδικές εκδόσεις, ενώ το GTI συνεχίζει να προσφέρει σπορ επιδόσεις.

Sayonara GT-R: Το τελευταίο GT-R μόλις πέρασε τη γραμμή παραγωγής
Το αναπόφευκτο συνέβη. Η Nissan λέει οριστικό αντίο στο αμάξι θρύλος, GT-R 35. Μετά από 18 χρόνια, η Nissan ανακοίνωσε πως σήμερα πέρασε τη γραμμή παραγωγής το τελευταίο R35 GT-R, καθώς ολοκληρώνεται η συναρμολόγηση για την εγχώρια αγορά της Ιαπωνίας (ήταν η τελευταία περιοχή πωλήσεων του μοντέλου).
Από την κυκλοφορία του το 2007, το R35 GT-R έχει γίνει σύμβολο απόδοσης και καινοτομίας, γοητεύοντας τους λάτρεις της αυτοκίνησης και θέτοντας σημεία αναφοράς στην κατηγορία των σπορ αυτοκινήτων υψηλών επιδόσεων.

Στοχάζοντας μια κληρονομιά
Οι εργαζόμενοι στο εργοστάσιο της Nissan στο Tochigi, που βρίσκεται περίπου 100 χλμ. βόρεια του Τόκιο, συγκεντρώθηκαν για να γιορτάσουν την εκτεταμένη κληρονομιά του R35 καθώς η τελευταία μονάδα βγήκε από τη γραμμή παραγωγής. Συνολικά, περίπου 48.000 μονάδες κατασκευάστηκαν και πουλήθηκαν κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής του μοντέλου. Το τελικό όχημα, μια Premium έκδοση T-Spec, με βαφή Midnight Purple, προορίζεται για έναν πελάτη στην Ιαπωνία.

Αντί για τον τυπικό κύκλο ζωής ενός προϊόντος που περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον facelift στα μέσα του κύκλου ζωής του, το R35 GT-R εξελισσόταν συνεχώς σε κάθε έτος μοντέλου. Ανάλογα με την έκδοση, οι μηχανικοί της Nissan στην Ιαπωνία στόχευαν στην απελευθέρωση είτε περισσότερης ισχύος είτε μεγαλύτερων επιπέδων ελέγχου, αυξημένης άνεσης και πολυτέλειας.
Με τον ισχυρό κινητήρα V6 VR38DETT twin-turbo, το αναγνωρισμένο σύστημα τετρακίνησης ATTESA ET-S και την καινοτόμο αεροδυναμική του, το R35 GT-R προσέφερε σταθερά συναρπαστικές οδηγικές εμπειρίες τόσο στο δρόμο όσο και στην πίστα.

Είναι αξιοσημείωτο ότι, κατά τη διάρκεια της παραγωγής του, μια βασική ομάδα μόλις εννέα αριστοτεχνών – ονόματι Takumi – στο εργοστάσιο της Nissan στη Γιοκοχάμα της Ιαπωνίας συναρμολόγησε με πάθος στο χέρι κάθε έναν από τους κινητήρες που ήταν εγκατεστημένοι στις 48.000 μονάδες που κατασκευάστηκαν. Τα ονόματά τους είναι απαθανατισμένα σε μια πλάκα που είναι προσαρτημένη σε κάθε κινητήρα.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της παραγωγής, η μέγιστη ισχύς αυξήθηκε από 480 άλογα κατά την κυκλοφορία, σε 570 άλογα από το μοντέλο του 2017 και μετά. Παράλληλα, οι μηχανικοί της NISMO μπόρεσαν να εξάγουν ακόμη περισσότερα, υιοθετώντας υπερσυμπιεστές προδιαγραφών αγωνιστικού αυτοκινήτου GT3, καθώς και εξαρτήματα υψηλής ακρίβειας,. Το αποτέλεσμα ήταν υψηλότερες στροφές και ταχύτερο στρίψιμο του turbo, αποδίδοντας έως και 600 άλογα για τα μοντέλα GT-R NISMO.
Με τον Michael Krumm στο τιμόνι, κατάφεραν να καταγράψουν τον εκπληκτικό χρόνο 7 λεπτών και 8,679 δευτερολέπτων στο Nurburgring.
