Την «πόλη του μέλλοντος», ένα πλήρως διασυνδεδεμένο οικοσύστημα και θερμοκοιτίδα καινοτόμων τεχνολογιών, ετοιμάζει η Toyota στους πρόποδες του όρους Fuji, σε μια έκταση 50.000 τετραγωνικών μέτρων στην επαρχία Shizuoka της Ιαπωνίας. Η ιαπωνική αυτοκινητοβιομηχανία ανακοίνωσε την ολοκλήρωση της πρώτης φάσης κατασκευής της “Woven City”, όπως ονομάζεται η πόλη, και από το προσεχές φθινόπωρο, ή λίγο αργότερα, θα φιλοξενήσει τους πρώτους κατοίκους, κυρίως υπαλλήλους της μάρκας.
Η Woven City έχει σχεδιαστεί για να χρησιμεύσει ως βάση δοκιμών προηγμένων τεχνολογιών, και να επιταχύνει τη μεταμόρφωση της Toyota από κατασκευαστή αυτοκινήτων σε εταιρεία κινητικότητας. Ο ιαπωνικός κολοσσός ανακοίνωσε για πρώτη φορά τη μετεξέλιξή του σε πάροχο καινοτόμων λύσεων μετακίνησης στη CES 2018, και δύο χρόνια αργότερα, στην ίδια έκθεση, εγκαινίασε το νέο μεγάλο κεφάλαιό του παρουσιάζοντας το όραμα αυτής της πρότυπης πόλης.

Σημαντικό ορόσημο αποτελεί η έναρξη των εργασιών τον Φεβρουάριο του 2021, στο εργοστάσιο Higashi-Fuji της Toyota Motor East Japan στην πόλη Susono, ενώ τον Οκτώβριο του 2024 η εταιρεία ολοκλήρωσε τα κτήρια της πρώτης φάσης (Phase 1), δηλαδή τον αρχικό χώρο για δραστηριότητες συνδημιουργίας.
Η πρώτη φάση της Woven City έχει ήδη αναγνωριστεί για τον φιλικό προς το περιβάλλον και ανθρωποκεντρικό σχεδιασμό της, έχοντας ως κεντρικό πυλώνα τη βελτίωση της συνολικής ποιότητας ζωής των ανθρώπων. Παράλληλα με τη Phase 1, η Toyota συνεχίζει να εργάζεται πάνω στη μετατροπή μιας εγκατάστασης στο εργοστάσιο Higashi-Fuji σε κόμβο παραγωγής για τη Woven City, ενώ έχουν ξεκινήσει και οι πρόδρομες εργασίες για τη δεύτερη φάση (Phase 2) που μαζί με τις μελλοντικές θα συνδράμουν στη συνεχή ενίσχυση της διαλειτουργικότητας αυτού του καινοτόμου περιβάλλοντος.

Η Woven City είναι μια δοκιμαστική πίστα κινητικότητας όπου «Εφευρέτες» (“Inventors), οι οποίοι μοιράζονται την αλτρουιστική δέσμευση να εργάζονται «για κάποιον άλλο εκτός από τον εαυτό τους», μπορούν να αναπτύσσουν, να δοκιμάζουν και να επικυρώνουν καινοτόμα προϊόντα και υπηρεσίες. Οι εν λόγω εφευρέτες περιλαμβάνουν την Toyota, άλλες εταιρείες του ομίλου, όπως η WbyT, τρίτες εταιρείες και νεοφυείς επιχειρήσεις, καθώς και μεμονωμένους επιχειρηματίες.
Αξιοποιώντας την πολυετή τεχνογνωσία της Toyota στην παραγωγή αυτοκινήτων και την εμπειρία της WbyT στον κλάδο του λογισμικού, η Woven City προσφέρει ένα μοναδικό περιβάλλον συνδημιουργίας, εξοπλισμένο με τα απαραίτητα εργαλεία και τις υπηρεσίες για την αντιμετώπιση κοινωνικών προκλήσεων και τη δημιουργία μακροπρόθεσμης αξίας. Η Woven City βρίσκεται σε συζητήσεις με εταιρείες όπως η ENEOS Corporation, η Nippon Telegraph and Telephone Corporation (NTT) και η Rinnai Corporation, ενώ θα αποστείλει προσκλήσεις μεταξύ άλλων σε start-ups, πανεπιστήμια, επιχειρηματίες και ερευνητικά ιδρύματα μέσω ενός προγράμματος επιτάχυνσης που είναι προγραμματισμένο για το προσεχές καλοκαίρι.

Πέρα από τους εφευρέτες, πρωταγωνιστικό ρόλο στη Woven City θα έχουν τόσο οι κάτοικοι όσο και οι επισκέπτες -γνωστοί ως “Weavers”. Κατά τα επίσημα εγκαίνια της, που προγραμματίζονται για το φθινόπωρο του 2025 ή λίγο αργότερα, η πόλη θα υποδεχθεί τους πρώτους περίπου 100 κάτοικους της που θα είναι εργαζόμενοι της Toyota και της WbyT, μαζί με τις οικογένειές τους. Μέσω της συμμετοχής τους σε δραστηριότητες ζύμωσης ιδεών και συλλογικής δημιουργίας, θα προλειάνουν το έδαφος για τη σταδιακά επέκταση της κοινότητας, με την ένταξη εξωτερικών εφευρετών και των οικογενειών τους.
Η Φάση 1 εκτιμάται ότι θα φιλοξενήσει, συνολικά, περίπου 360 κατοίκους, ενώ ο συνολικός πληθυσμός, συμπεριλαμβανομένης της Φάσης 2 και των μελλοντικών φάσεων, αναμένεται να φτάσει περίπου τα 2.000 άτομα.

Made in Japan: Πως η Ιαπωνία έχτισε το μύθο της αξιοπιστίας;
Πολλές ιστορίες έχουν να αφηγηθούν πολλοί Κύπριοι και εκατομμύρια αγοραστές σε όλο τον κόσμο. Ιστορίες που δημιούργησαν μέσα στις δεκαετίες που πέρασαν τη φήμη ότι τα ιαπωνικά αυτοκίνητα «δεν σπάνε, δεν χαλάνε» όσο σκληρά και αν τους φερθείς και όσα χρόνια και αν περάσουν.
Αυτή η φήμη όμως δεν χτίστηκε με διαφημιστικά σλόγκαν. Είναι το απόσταγμα μιας ιδιαίτερης πολιτισμικής θεώρησης της παραγωγής, μιας ηθικής που ριζώνει βαθιά στην ιαπωνική κοινωνία, και μιας μεταπολεμικής βιομηχανικής ιστορίας που αν μη τι άλλο είχε επίγνωση των αδυναμιών της και τις μετέτρεψε σε πλεονεκτήματα.
Η αναδρομή στο παρελθόν, σε πρόσωπα και καταστάσεις, είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητη για να κατανοήσουμε την τεράστια επιτυχία των Ιαπώνων στα θέματα της αξιοπιστίας.

Το 1945, η Ιαπωνία είναι μια χώρα κατεστραμμένη, τόσο φυσικά όσο και ψυχολογικά. Οι υποδομές της κατεστραμμένες, οι άνθρωποι της απογοητευμένοι, η βιομηχανία της σχεδόν ανύπαρκτη. Και όμως, από αυτά τα ερείπια γεννήθηκε το μεταπολεμικό «ιαπωνικό θαύμα», στο οποίο η αυτοκινητοβιομηχανία έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο.
Οι πρώτοι Ιάπωνες μηχανικοί, γνωρίζοντας ότι δεν μπορούσαν να συναγωνιστούν τους Αμερικανούς και Ευρωπαίους σε ισχύ, κύρος ή design, επικεντρώθηκαν στο να κατασκευάζουν αυτοκίνητα που απλώς λειτουργούσαν. Ήταν ελαφριά, οικονομικά, και -κυρίως- φτιαγμένα με εμμονή στη λεπτομέρεια. Ο στόχος δεν ήταν η καινοτομία για την καινοτομία, αλλά η συνεχής βελτίωση: η περίφημη φιλοσοφία kaizen.
Το kaizen, ή αλλιώς “συνεχής βελτίωση”, δεν ήταν απλώς μια μέθοδος παραγωγής. Ήταν μια πολιτισμική στάση: κάθε εργαζόμενος, από το εργοστάσιο μέχρι τη διοίκηση, είχε ευθύνη να εντοπίζει και να διορθώνει προβλήματα.
Η ποιότητα δεν ήταν αρμοδιότητα ενός τμήματος. Ήταν κάτι πολύ περισσότερο: ένα συλλογικό καθήκον. Έτσι δημιουργήθηκαν διαδικασίες όπως το Just-In-Time της Toyota, και το Total Quality Management που υιοθέτησαν σταδιακά όλες οι γιαπωνέζικες εταιρείες.
Πίσω από τα μεγάλα ονόματα των σημερινών βιομηχανικών γιγάντων βρίσκονταν προσωπικότητες που επηρέασαν καθοριστικά όχι μόνο την πορεία των εταιρειών τους, αλλά και την ίδια την κουλτούρα της ιαπωνικής βιομηχανίας.

Ο Kiichiro Toyoda, ιδρυτής της Toyota, δεν έβλεπε την αυτοκινητοβιομηχανία σαν απλή επιχείρηση. Επηρεασμένος από τις αρχές του πατέρα του, Sakichi Toyoda, οραματιζόταν μια εταιρεία που θα υπηρετεί την κοινωνία μέσω της παραγωγής αξιόπιστων προϊόντων.
Η Toyota ενσωμάτωσε στο DNA της την “monozukuri”, την τέχνη της κατασκευής με τεχνική αρτιότητα αλλά και ψυχική αφοσίωση. Δεν είναι τυχαίο ότι το εργοστάσιο της Toyota θεωρείται σήμερα από τα πιο -ας μας επιτραπεί ο νεολογισμός- “πνευματικά” εργοστάσια στον κόσμο.
Ο Soichiro Honda, από την άλλη, ήταν ένας χαρισματικός τεχνίτης και πεισματάρης εφευρέτης, που έβλεπε τα μηχανήματα ως προέκταση της ανθρώπινης εφευρετικότητας.
Η εταιρεία του, Honda Motor Co., καθιερώθηκε ως ένας κατασκευαστής κινητήρων με πρωτοφανή αντοχή και αποδοτικότητα. Ο ίδιος έλεγε: «Δεν με νοιάζει να κάνω τα καλύτερα αυτοκίνητα στον κόσμο. Με νοιάζει να κάνω τα καλύτερα μηχανικά συστήματα που δεν χαλάνε ποτέ».
Πάνω στις ιδέες και τις πρακτικές τέτοιων ανθρώπων, άρχισε να φτιάχνεται ο μύθος της γιαπωνέζικης αξιοπιστίας. Και σιγά-σιγά ήρθαν τα πρώτα μοντέλα, που έμελλε να γράψουν ιστορία και να κατακτήσουν τον κόσμο.

Η Toyota Corolla, με παραγωγή που ξεπερνά τα 50 εκατομμύρια μονάδες, είναι ο ορισμός του αξιόπιστου οικογενειακού αυτοκινήτου. Εμφανίστηκε το 1966 και γρήγορα έγινε συνώνυμο της ποιότητας χωρίς φανφάρες. Χιλιάδες Corolla των δεκαετιών ’80 και ’90 εξακολουθούν να κυκλοφορούν ακόμα και σήμερα, με ελάχιστα προβλήματα.
Το Honda Civic, από το 1972, απέδειξε πως ένα μικρό hatchback μπορεί να είναι πιο ανθεκτικό από μοντέλα διπλάσια σε τιμή. Με τον επαναστατικό CVCC κινητήρα και ελαφρύ αμάξωμα, έγινε το αγαπημένο αυτοκίνητο όχι μόνο των καθημερινών οδηγών αλλά και των μηχανικών που έψαχναν μια πλατφόρμα χωρίς “παιδικές ασθένειες”.
Το Mazda MX-5, αν και roadster, είναι ίσως το πιο αξιόπιστο σπορ αυτοκίνητο στην ιστορία. Με απλό σχεδιασμό, λογικές ιπποδυνάμεις, και έναν κινητήρα που λειτουργεί σαν ελβετικό ρολόι, το Miata αποδεικνύει ότι η αξιοπιστία δεν είναι προνόμιο μόνο των οικογενειακών sedan ή των μεγάλων 4×4 που κατακτούν κάθε γωνιά του πλανήτη.
Ακόμα και η μικρή σε μέγεθος Subaru, με την κορυφαία «συμμετρική» τετρακίνησή της και τους boxer κινητήρες, έχει χτίσει φήμη για αυτοκίνητα που λειτουργούν κάτω από οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες. Και παραμένουν σαν να έχουν μόλις βγει από την έκθεση, ακόμα και αν το οδόμετρο έχει καταγράψει εξαψήφια νούμερα χιλιομέτρων.

Τα δεδομένα επιβεβαιώνουν αυτό που η εμπειρία έχει ήδη καταδείξει. Στην πιο πρόσφατη έκθεση του Consumer Reports για το 2024, στην κορυφή της λίστας αξιοπιστίας βρέθηκαν οι Lexus, Toyota, Honda, Subaru και Mazda, όλες ιαπωνικές.
Η Lexus, θυγατρική της Toyota, κρατά τα σκήπτρα της αξιοπιστίας εδώ και πάνω από δύο δεκαετίες. Η εξήγηση είναι απλή: παίρνει το ήδη δοκιμασμένο μηχανικό υπόβαθρο της Toyota και προσθέτει πολυτέλεια, χωρίς να θυσιάζει την απλότητα.
Η Toyota, ως μητρική εταιρεία, συνεχίζει να επενδύει στην αξιοπιστία αντί να κυνηγάει συνεχώς τεχνολογικές μόδες. Οι υβριδικές της προτάσεις έχουν αποδειχθεί πιο αξιόπιστες ακόμα και από συμβατικά συστήματα.
Η Honda, παρότι έχει πειραματιστεί περισσότερο με τολμηρά σχέδια και μηχανικές λύσεις, εξακολουθεί να διατηρεί σταθερά υψηλή βαθμολογία στην αξιοπιστία, κυρίως χάρη στην απλότητα και ποιότητα κατασκευής των κινητήρων της.

Το Consumer Reports, όπως και άλλα ανεξάρτητα όργανα (π.χ. J.D. Power, TÜV Report στη Γερμανία), επιβεβαιώνουν κάθε χρόνο αυτό που οι Ιάπωνες κατασκευαστές χτίζουν δεκαετίες τώρα: τη φήμη του αυτοκινήτου που απλώς δεν χαλάει.
Αυτό που διακρίνει τις ιαπωνικές αυτοκινητοβιομηχανίες δεν είναι απλώς η τεχνική αρτιότητα. Είναι η ηθική της ευθύνης.
Σε αντίθεση με πολλά δυτικά μοντέλα διαχείρισης που βασίζονται στην εκμετάλλευση πόρων και την αύξηση του μεριδίου αγοράς με κάθε κόστος, οι Ιάπωνες δίνουν προτεραιότητα στη φήμη, στη μακροχρόνια εμπιστοσύνη και στη συνέχεια.
Αυτό δεν είναι ρομαντισμός. Είναι μια πολύ ιαπωνική εκδοχή του καπιταλισμού, βασισμένη στην ιδέα ότι η εταιρεία δεν είναι απλώς εργοδότης αλλά κοινωνικός οργανισμός.
Όταν μια ιαπωνική εταιρεία παραδέχεται ότι έκανε λάθος (όπως η Toyota στην ανάκληση των Prius το 2010), το κάνει με αναστοχασμό, αυτοκριτική, και προσπάθεια για διόρθωση. Η ζημιά μπορεί να είναι βραχυπρόθεσμη, αλλά η εμπιστοσύνη μακροχρόνια.
Καθώς η αυτοκινητοβιομηχανία περνά στη φάση της ηλεκτροκίνησης και της ψηφιοποίησης, αυτό που ονομάζουμε «αξιοπιστία» αλλάζει πρόσωπο. Δεν αφορά πλέον μόνο τους κινητήρες και τα φρένα, αλλά και το λογισμικό, τους αισθητήρες, την τεχνητή νοημοσύνη. Η Ιαπωνία εδώ δείχνει μεγαλύτερη επιφυλακτικότητα. Και προχωρά αργά, αλλά με σταθερότητα.
Η Toyota δεν ήταν η πρώτη που έτρεξε στο παιχνίδι των ηλεκτρικών, αλλά προσφέρει ήδη ηλεκτρικά μοντέλα με επίκεντρο την αξιοπιστία.

Η Mazda υιοθετεί ήπιες μεταβάσεις και κάνει μετρημένες κινήσεις, και η Subaru και η Suzuki συνεργάζονται συνεργάζεται με την Toyota για τις ηλεκτρικές τους προτάσεις, προκειμένου να διατηρήσουν τον πυρήνα της αξιοπιστίας.
Η Honda από την άλλη επιμένει να κάνει τα πράγματα με τον δικό της τρόπο, επιμένοντας και αυτή πρώτα στην σωστή λειτουργία με αντοχή στον χρόνο και μετά στους ψεύτικους εντυπωσιασμούς.
Το ζητούμενο πλέον δεν είναι απλώς να λειτουργεί το αυτοκίνητο, αλλά να μην σε «προδώσει» ποτέ, είτε στην ερημιά είτε στον κυβερνοχώρο. Και οι Ιάπωνες δείχνουν να κατανοούν την ηθική διάσταση αυτής της πρόκλησης καλύτερα από πολλούς.
Γι’ αυτό ήταν -και όπως φαίνεται θα παραμείνουν- η πρώτη επιλογή για μεγάλο μέρος των αγοραστών του πλανήτη που βλέπουν το αυτοκίνητο όχι σαν μία ακόμα αναλώσιμη οικιακή συσκευή, αλλά ένα προϊόν με έντονο συναισθηματικό υπόβαθρο που συνδέεται με τη ζωή και τις ανάγκες των ανθρώπων για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Πηγή: Newsauto.gr
