Από το 1980 που παρυσιάστηκε η πρώτη και ανεπανάληπτη γενιά του, το Panda συνέδεσε όσο κανένα άλλο αυτοκίνητο με την σύγχρονη εποχή της Fiat αλλά και ολόκληρης της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας.
Είναι ενδεικτικό ότι μέσα σε αυτά τα 44 χρόνια που κυκλοφορεί έχουν πωληθεί πάνω από 8 εκατομμύρια Panda.
Στη νέα του γενιά που παρουσιάστηκε στην Ιταλία, απέκτησε πλέον το όνομα Pandina, ένα υποκοριστικό πολύ συνηθισμένο στην γλώσσα των Ιταλών.
Ουσιαστικά το μοντέλο διατηρεί τις βασικές του γραμμές του γνωστού μας Panda, με αρκετές επεμβάσεις σε διάφορα σημεία του αμαξώματος, και λεπτομέρειες που το κάνουν ακόμα πιο μοντέρνο και νεανικό.
Η διχρωμία με την οροφή προσθέτει ένα έξτρα ακόμα στοιχείο στην αισθητική ανανέωση του μοντέλου μαζί με κάποια σχέδια σε νέες ζάντες.
Υπάρχει ένας νέος πίνακας οργάνων, με ψηφιακές ενδείξεις και πολλές πληροφορίες. Νέο είναι και το σύστημα infotainment με όλες τις σύγχρονες ψηφιακές τεχνολογίες και δυνατότητες διασύνδεσης. Νέας σχεδίασης είναι και το τιμόνι καθώς ενώ παρέχονται και νέες επιλογές σε διάκοσμο και επενδύσεις για τα καθίσματα.

Η εταιρεία έδωσε μεγάλη έμφαση στον εμπλουτισμό του μοντέλου με όλα τα σύγχρονα συστήματα υποβοήθησης του οδηγού αλλά και ευκολίες για να γίνει ακόμα πιο ευχάριστο στην κίνηση στην πόλη.
Δύο εξοπλισμοί, πέντε χρώματα. Το hybrid θα βγει τον Ιούνιο και θα πωλείται σε όλες τις ευρωπαϊκές αγορές, και θα είναι το πιο μικρό πεντάθυρο αυτοκίνητο του γκρουπ Stellantis.

Το αυτοκίνητο θα εξακολουθήσει να παράγεται στο εργοστάσιο της εταιρείας στο Pomigliano d’Arco, στην Ιταλία, τουλάχιστον μέχρι το 1927, όπου έχουν γίνει και μεγάλες επενδύσεις ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στην αυξημένη ζήτηση που παρουσιάζει το Panda στην Ιταλία και όχι μόνο.
Στην ουσία λοιπόν πρόκειται για ένα εκτεταμένο facelift, καθώς η εταιρία δείχνει να εμπιστεύεται το υπάρχον Panda στη μορφή που έχει, όντας ένα αρκετά επικερδές μοντέλο για την Fiat αλλά και το γκρουπ Stellantis, χάρη στο μικρό κόστος παραγωγής που παρουσιάζει.
Όσο για την αναμενόμενη ηλεκτρική έκδοση, αυτή θα παρουσιαστεί κάποια στιγμή μέχρι τα τέλη της χρονιάς και θα υπάρχει στην αγορά μαζί με το υπάρχον Pandina με τους θερμικούς κινητήρες.

Η BMW iX συνεχίζει ανανεωμένη και αναβαθμισμένη
Η iX ανανεώθηκε αισθητικά χάρη στη νέα μάσκα -προαιρετικά μπορεί να είναι και φωτιζόμενη- και τους επανασχεδιασμένους προβολείς της.
Έτσι η συνολική εμφάνισή της είναι πλέον πιο δυναμική, ειδικά με το πακέτο M Sport, που είναι διαθέσιμο για πρώτη φορά και είναι στάνταρ στην κορυφαία έκδοση iX M70 xDrive.

Εδώ το συγκεκριμένο πακέτο συνδυάζεται με ζάντες 22 ιντσών, ενώ στις υπόλοιπες εκδόσεις οι ζάντες είναι 21 ιντσών, ενώ αυτές των 23 είναι εξτρά.
Στο εσωτερικό, οι αλλαγές είναι διακριτικές, ενώ ο βασικός εξοπλισμός έχει εμπλουτιστεί. Έτσι χρησιμοποιείται η τελευταία γενιά του iDrive και το Driving Assistant Plus -διαθέτει ενεργό Cruise Control με λειτουργία Stop & Go έως και τα 180 χλμ./ώρα και ημι-αυτόνομη οδήγηση επιπέδου 2+ έως τα 130 χλμ./ώρα- είναι στάνταρ.

Η γκάμα ξεκινά πλέον από την iX xDrive45, ο ηλεκτροκινητήρας της αποδίδει 408 ίππους, 80 περισσότερους από την προκάτοχό της xDrive40, ενώ η νέα μπαταρία των 94,8 kWh εξασφαλίζει αυτονομία έως 600 χιλιόμετρα σύμφωνα με το πρότυπο WLTP.

Η iX xDrive60, που διαδέχεται την xDrive50, έχει 544 ίππους και μπαταρία 109,1 kWh. Η αυτονομία της φτάνει μέχρι και τα 701 χιλιόμετρα (WLTP), επιταχύνει από στάση έως τα 100 χλμ./ώρα σε 4,6 δευτερόλεπτα και η τελική της, όπως στην xDrive45, φτάνει τα 200 χλμ./ώρα.

H κορυφαία BMW iX είναι η M70 xDrive των 659 ίππων, που αντικαθιστά την M60. Το 0-100 χλμ./ώρα ολοκληρώνεται εδώ και υπό προϋποθέσεις σε μόλις 3,5 δευτερόλεπτα, ενώ η τελική ταχύτητα φτάνει τα 250 χλμ./ώρα.

Η μπαταρία των 108,9 kWh παρέχει αυτονομία έως 600 χιλιόμετρα, ενώ για την περίσταση ο εσωτερικός φορτιστής των 22 kW είναι στάνταρ (εξτρά στις άλλες εκδόσεις).
Σε ταχυφορτιστή συνεχούς ρεύματος (DC), η iX xDrive45 υποστηρίζει φόρτιση έως 175 kW, ενώ οι ισχυρότερες εκδόσεις αγγίζουν τα 195 kW.
Όσον αφορά τις τιμές, αναμένεται αύξηση. Στη Γερμανία, η βασική iX xDrive45 ξεκινά πλέον από 83.500 ευρώ, έναντι 77.000 ευρώ της προηγούμενης έκδοσης.
