H Supersport κατηγορία μοτοσυκλετών αποτελείται από τις μοτοσυκλέτες που κατά κύριο λόγο τα τελευταία 27 χρόνια έχει στραφεί προς τη χρήση κυρίως για πίστα και track days, ερασιτεχνικούς αγώνες ή για καθαρά αγωνιστική χρήση. Η παρουσίαση το 1998 της πρώτης Yamaha R1, έκανε μια στροφή προς αυτήν την κατεύθυνση, σε σχέση με τις FZR 1000 και 600 που στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και όλη τη δεκαετία του ’90 έδιναν τη δυνατότητα και για καθημερινή χρήση και ταξίδια, βάσει των πιο φιλικών χαρακτηριστικών θέσης οδήγησης και της προστασίας από τον αέρα.

Οι πιο σκληροπυρηνικές (Hardcore) supersport του 2000 μπορεί να αγαπήθηκαν από το πιο ειδικό κοινό που αναζητούσε την απόλυτη χαρά της σπορ οδήγησης, όμως οι πωλήσεις τους πήραν την κάτω βόλτα, από το 2000 και μετά, αρχικά λόγω της οικονομικής και οικολογικής κρίσης, αλλά και λόγω των αυστηρότερων ελέγχων των ορίων ταχυτήτων στην Ευρώπη και μαζί λόγω της κυκλοφοριακής συμφόρησης στις πόλεις, όπου οι supersport δεν αισθανόταν καλά και σαν μην έφθαναν όλα αυτά, ήρθαν και οι προδιαγραφές Euro 4/5. Παράλληλα ως προς τη χρήση τους, απαιτούσαν περισσότερη εμπειρία και η τεχνολογία τους ήταν ακριβή, κάτι που απώθησε ένα μέρος της νέας γενιάς μοτοσυκλετιστών.

Το 2010 οι αγοραστές στράφηκαν και σε άλλες κατηγορίες σπορ μοτοσυκλετών, όπως οι γυμνές που ήταν ευκολότερες στην καθημερινή χρήση και κρατούσαν κάποια καλά σπορ χαρακτηριστικά. Από το 2010 έως το 2018 περίπου η πτώση των πωλήσεων της κατηγορίας συνεχίστηκε, σε μικρότερο ρυθμό από ότι από το 2000 – 2010 και ειδικά από το 2020 και μετά έχει σταθεροποιηθεί, με μια ανοδική τάση παγκοσμίως.

Μέσα στην οικογένεια της Yamaha η σειρά “R” από το ελάχιστο του 7% των πωλήσεων της εταιρίας το 2021, έφτασε στο διπλασιασμό του 14% το 2024, χάρις κυρίως στην R7, το μοντέλο που συνεχίζοντας την επιτυχημένη συνταγή της R3, καθιερώνει τη νέα εποχή των Supersport, που έρχεται να ολοκληρωθεί με τη νέα R9.

Ας δούμε πως το βλέπει από την πλευρά της η Ιαπωνική εταιρία:
“Για τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, η σειρά R της Yamaha έχει γίνει συνώνυμο της ταχύτητας, της απόδοσης και του στυλ.
Η κυκλοφορία ενός νέου μοντέλου ‘R’ υπήρξε πάντα μια στιγμή που άλλαζε τα δεδομένα για την Yamaha, από την παρουσίαση του αυθεντικού R1 το 1998, ακολουθούμενο από το R6 έναν χρόνο μετά και το εμβληματικό YZF-R7, μέχρι την αναζωογόνηση της κατηγορίας εισόδου με το R125 το 2008. Το 2015, είδαμε την εισαγωγή ηλεκτρονικών επιπέδου MotoGP στην κατηγορία Supersport με το R1 και R1M, και ακολούθως το R7 με κινητήρα CP2 το 2021, που πρόσθεσε μια εντελώς νέα διάσταση στην αγορά Supersport.
Και τώρα, το 2025, ήρθε η στιγμή να ξανα-ορίσουμε την κατηγορία Supersport με το τελευταίο, πολυαναμενόμενο μοντέλο που εντάσσεται στη θρυλική σειρά R: το R9.
Προσφέροντας συναρπαστική απόδοση και την κορυφαία τεχνολογία για την οποία είναι διάσημη η σειρά R, το R9 αντιπροσωπεύει μια εντελώς νέα γενιά Supersport.

Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι η αγορά Supersport έχει αλλάξει με τα χρόνια, με τις ανάγκες και τις επιθυμίες των αναβατών να εξελίσσονται και τις κανονιστικές διατάξεις εκπομπών να γίνονται πιο αυστηρές. Αυτή η αλλαγή οδήγησε την Yamaha στην απόφαση να μετατρέψει το εμβληματικό R1 σε μοντέλο για πίστα μόνο από το 2025, με την εισαγωγή του R1 RACE και τη συνέχιση του R1 GYTR.
Και ενώ τα R1 GYTR και R1 RACE και η απόλυτη απόδοσή τους στην πίστα παραμένουν τα κορυφαία μοντέλα της σειράς Supersport, η Yamaha παραμένει αφοσιωμένη στο μέλλον της κατηγορίας Supersport για τον δρόμο. Η επιθυμία και η ζήτηση που έχει προκύψει από την κυκλοφορία του R7 δείχνει ξεκάθαρα ότι υπάρχει χώρος για μοντέλα Supersport για το δρόμο.
Η εισαγωγή του R9 ολοκληρώνει την ανωτέρων επιδόσεων κατηγορία Supersport, η οποία προοδεύει από το μοντέλο εισόδου R125 στην κατηγορία Α2 με το R3, το μεσαίου βάρους R7 και τώρα το R9 για το δρόμο, ενώ τα πάντα σημαντικά R1 GYTR, R1 RACE, R6 GYTR και R6 RACE διατηρούν τη θέση τους στην γκάμα με την εξαιρετική τους απόδοση για την πίστα.
Ενώ αυτή η νέα γενιά Supersport σηματοδοτεί την αρχή ενός νέου κεφαλαίου, η ταυτότητα της σειράς Supersport παραμένει η ίδια, γεννημένη από το αγωνιστικό DNA της Yamaha. Από τα σχεδιαστικά στοιχεία μέχρι την τεχνολογία που έχει αναπτυχθεί στις πίστες, κάθε μοντέλο Supersport είναι προϊόν των αγώνων της Yamaha στο υψηλότερο επίπεδο.

Το μοντέλο R9 παίρνει αυτή την αποδεδειγμένη, αγωνιστική τεχνολογία και σχεδίαση και τη συνδυάζει με την παγκοσμίως αναγνωρισμένη πλατφόρμα του τρικύλινδρου κινητήρα CP3, η οποία έχει επαναστατήσει στην Yamaha την τελευταία δεκαετία. Ο συνδυασμός αυτού του περίφημου κινητήρα με υψηλή ροπή και την εξαιρετική, σπορ οδήγηση της Yamaha δημιουργεί ένα τέλεια ισχυροποιημένο μοντέλο Supersport, άξιο της θέσης του ως ναυαρχίδα της σειράς R, προσφέροντας χρήση και αποδοτικότητα στο δρόμο και ικανότητα για την πίστα.”
Μάλιστα, η Yamaha αφουγκραζόμενη τις ανάγκες των καιρών, που θέλουν τον ιδιοκτήτη μιας τέτοιας μοτοσυκλέτας, να μπορεί να κινείται και κάθε μέρα προς τη δουλειά του, να μπορεί να κάνει ένα ταξίδι χωρίς να πιάνονται τα χέρια του και να μπορεί να μπαίνει σε μια πίστα και να χαίρεται τη σπορ οδήγηση, χωρίς να φοβάται από την υπερβολική δύναμη και χωρίς να κουράζεται από τη θέση οδήγησης, μας παρουσιάζει την R9.
Τεχνικά χαρακτηριστικά Yamaha R9
Κινητήρας
Τύπος κινητήρα: 4-χρονος; Υγρόψυκτος; DOHC; 4-βάλβιδες; 3-κύλινδρος
Κυβισμός: 890 cc
Διάμετρος x διαδρομή: 78,0 mm × 62,1 mm
Σχέση συμπίεσης: 11,5 : 1
Σύστημα λίπανσης: Υγρό κάρτερ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός; Πολύδισκος
Σύστημα ανάφλεξης: TCI
Σύστημα εκκίνησης: Ηλεκτρικό
Σύστημα μετάδοσης: 6 ταχύτητες
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα
Σύστημα καυσίμου: Έγχυση καυσίμου
Μέγιστη ισχύς: 87.5 kW (119 PS) @ 10,000 rpm
Μέγιστη ροπή: 93.0 Nm (9.5 kgm) / 7,000 rpm
Εκπομπές CO2: 116 g/km
Πλαίσιο
Σκελετός: Τύπου Διαμαντιού, αλουμινίου
Μπροστινό σύστημα ανάρτησης: Τηλεσκοπικό πιρούνι ΚΑΥΒΑ, Ø 43 mm
Μπροστινή διαδρομή: 120 mm
Οπίσθιο σύστημα ανάρτησης: Ανάρτηση με σύνδεσμο; αμορτισέρ ΚΑΥΒΑ
Οπίσθια διαδρομή: 118 mm
Μπροστινό φρένο: Υδραυλικό διπλό δισκόφρενο BREMBO, Ø 320 mm
Οπίσθιο φρένο: Υδραυλικό μονοδισκόφρενο, Ø 220 mm
Μπροστινό ελαστικό: 120/70ZR17M/C (58W)
Οπίσθιο ελαστικό: 180/55ZR17M/C (73W)
Γωνία Κάστερ: 22°35′
Ίχνος: 94 mm
Διαστάσεις
Συνολικό μήκος: 2,070 mm
Συνολικό πλάτος: 705 mm
Συνολικό ύψος: 1,180 mm
Ύψος σέλας: 830 mm
Μεταξόνιο: 1,420 mm
Ελάχιστη απόσταση από το έδαφος: 140 mm
Βάρος γεμάτη (με λάδια και βενζίνη): 195 kg
Χωρητικότητα δεξαμενής καυσίμου: 14 L
Χωρητικότητα δεξαμενής λαδιού: 3.50 L

Επίσημη παρουσίαση του νέου Lexus ES – Υβριδικό και αμιγώς ηλεκτρικό με αυτονομία 685χλμ.
Παρόλο που το απερχόμενο ES δέχτηκε δύο facelifts, δεν μπορούσε να κρύψει το γεγονός ότι είχε αρχίσει να παλιώνει. Η Lexus παρουσίασε το μοντέλο έβδομης γενιάς το 2018, οπότε ήταν σίγουρα καιρός για έναν πλήρη επανασχεδιασμό. Ευτυχώς, η αναμονή τελείωσε. Κάνοντας το ντεμπούτο του αυτή την εβδομάδα στην έκθεση Auto Shanghai, το ολοκαίνουργιο ES 2026 φέρνει σημαντικές αναβαθμίσεις τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.
Αρχικά το νέο ES είναι σημαντικά μεγαλύτερο από τον προκάτοχό του, με συνολικό μήκος που φτάνει τα 5140 χιλιοστά (+165χλστ.). Περίπου το μισό της επέκτασης εντοπίζεται στο μεταξόνιο, το οποίο τώρα μετράει 2950 χιλιοστά, μια αύξηση κατά 80 χιλιοστά. Το μοντέλο είναι επίσης 55χλστ. φαρδύτερο από πριν, στα 1920χλστ. ενώ το βάρος κυμαίνεται από 1.785 κιλά για το προσθιοκίνητο ES 300h έως 2.285 κιλά για το τετρακίνητο ηλεκτρικό ES 500e.

Αν το αιχμηρό στυλ φαίνεται οικείο, υπάρχει ένας καλός λόγος. Το νέο ES αντλεί έμπνευση από το πρωτότυπο LF-ZL που παρουσιάστηκε πριν από περίπου ενάμιση χρόνο. Ενώ η έκδοση παραγωγής μετριάζει κάπως τα πράγματα, ο σχεδιασμός παραμένει μια τολμηρή απόκλιση από το μοντέλο που αντικαθιστά. Έχει «ξεφορτωθεί» την υπερμεγέθη μάσκα, έχοντας πλέον πιο σμιλευμένο προφίλ που το χαρακτηρίζει το παχύ γυαλιστερό περίγραμμα.

Υπάρχει επίσης μια θύρα φόρτισης στον μπροστινό προφυλακτήρα, που σηματοδοτεί την άφιξη ενός πλήρως ηλεκτρικού ES, το οποίο θα πωλείται παράλληλα με το υβριδικό. Πίσω, τα πίσω φώτα έχουν επανασχεδιαστεί: τα χαμηλότερα τοποθετημένα στοιχεία σε σχήμα «L» φιλοξενούν τώρα τα φλας, ενώ τα φώτα οπισθοπορείας βρίσκονται από κάτω και ένα προβολάκι ομίχλης είναι τοποθετημένο στη μία πλευρά. Το κλασικό σήμα έχει αντικατασταθεί με μεγάλα γράμματα Lexus σε όλη την επάνω μπάρα των φώτων.

Στο εσωτερικό, οι αλλαγές είναι εξίσου έντονες. Η καμπίνα έχει υιοθετήσει μια μινιμαλιστική σχεδίαση, ανταλλάσσοντας τα παραδοσιακά κουμπιά με μια απλοποιημένη διάταξη. Ένας ψηφιακός πίνακας οργάνων 12,3 ιντσών και μια οθόνη αφής infotainment 14 ιντσών κυριαρχούν στο ταμπλό, ενώ οισμένες εκδόσεις προσφέρουν ακόμη και μια οθόνη στην πλευρά του συνοδηγού.
Το τιμόνι φέρει τώρα ανάγλυφο σήμα «Lexus» αντί για το συνηθισμένο σήμα, ενώ ο παλιός μοχλός ταχυτήτων έχει αντικατασταθεί από έναν πιο συμπαγή επιλογέα. Για όσους ταξιδεύουν πίσω, υπάρχουν καθίσματα μασάζ και ένας ειδικός πίνακας ελέγχου του κλίματος ενσωματωμένος στο κεντρικό υποβραχιόνιο.

Η Lexus προσφέρει το νέο ES με δύο επιλογές υβριδικού συστήματος κίνησης που βασίζονται σε κινητήρες 2,0 και 2,5 λίτρων. Ωστόσο, ο μικρότερος από τους δύο είναι αυστηρά προσθιοκίνητος ενώ η συνολική ισχύς του συστήματος κυμαίνεται από 194 ίππους για το ηλεκτροκίνητο σύστημα κίνησης των 2,0 λίτρων έως 244 ίππους με τον μεγαλύτερο κινητήρα των 2.5λτ. Το πιο γρήγορο χρειάζεται 7,8 δευτερόλεπτα για το 0-100.
Το πλήρως ηλεκτροκίνητο μοντέλο διατίθεται στις προσθιοκίνητες εκδόσεις ES 350e και τις τετρακίνητες ES 500e. Η πρώτη επιλογή προσφέρει 221 ίππους, που είναι καλοί για 0-100 σε 8,9 δευτ. και μέγιστη αυτονομία 685 χιλιομέτρων. Η παραλλαγή με διπλό κινητήρα ανεβάζει την ισχύ στους 338 ίππους και μειώνει το χρόνο σπριντ σε μόλις 5,9 δευτερόλεπτα. Επειδή πρόκειται για ένα βαρύτερο αυτοκίνητο, η αυτονομία δέχεται πλήγμα, πέφτοντας στα 610 χιλιόμετρα).
Θα πρέπει επίσης να σημειώσουμε ότι το νέο ES διαθέτει σύστημα διεύθυνσης σε όλους τους τροχούς, το οποίο επιτρέπει στους πίσω τροχούς να στρίβουν έως και τέσσερις μοίρες προς την αντίθετη κατεύθυνση από τους μπροστινούς τροχούς σε χαμηλότερες ταχύτητες και προς την ίδια κατεύθυνση σε υψηλότερες ταχύτητες.
Παρά τη σημερινή παγκόσμια πρεμιέρα, η επόμενη γενιά του Lexus ES δεν θα κυκλοφορήσει στην αγορά πριν από τα μέσα του 2026.
