Κάθε πρωί πηγαίνει στη δουλειά του στο Molsheim έχοντας ένα χαμόγελο στα χείλη του. Οδηγεί τα κορυφαία τετράτροχα του κόσμου, γνωρίζει οποιαδήποτε λεπτομέρεια πάνω τους, την παραμικρή απόχρωση και όλες τις ιδιαιτερότητές τους.
Όταν πατάει το κουμπί εκκίνησης της Chiron, ξέρει σε πόσα λεπτά θα ζεσταθεί ο κινητήρας και πότε τα ελαστικά θα φτάσουν στην ιδανική θερμοκρασία.
O Andy Wallace κάνει τη δουλειά που θα ζήλευε ο οποιοσδήποτε. Είναι ο υπεύθυνος για κάθε νέο μοντέλο της Bugatti. Αυτός που δοκιμάζει όλα τα hypercar της εταιρείας και δίνει την τελική έγκριση πριν παραδοθούν στους πελάτες.

Από το 2011 έχει καλύψει περισσότερα από 100.000 χιλιόμετρα πίσω από το τιμόνι των Veyron, Chiron και Divo, φροντίζοντας παράλληλα για την εξοικείωση των κατόχων με τα νέα τους αποκτήματα.
Ο 58χρονος Βρετανός περιγράφεται ως ο απόλυτος επαγγελματίας. Πρώην οδηγός αγώνων με μακρά εμπειρία, εκπαιδευτής νεότερων οδηγών και σύμβουλος των μηχανικών της Bugatti.
«Όταν ολοκλήρωσα την αγωνιστική μου καριέρα, είπα ότι δεν θα οδηγήσω πάλι τόσο γρήγορα αυτοκίνητα. Όταν έλαβα την πρόσκληση από την Bugatti, δεν τον σκέφτηκα καθόλου. Η Chiron και η Divo είναι ακόμη πιο ισχυρές και γρήγορες. Έχω την τύχη να οδηγώ εκπληκτικά αυτοκίνητα» δήλωσε ο Βρετανός.

Κινείται πάντα με τέρμα το γκάζι τόσο στην οβάλ πίστα του Ehra-Lessien όσο και στον αεροδιάδρομο του αεροδρομίου του Colmar, όπου τεστάρει τη συμπεριφορά των αυτοκινήτων και τις επιταχύνσεις.
Λατρεύει τα μοντέλα της γαλλικής φίρμας γιατί δεν είναι απλώς πολύ ισχυρά και γρήγορα, αλλά πολυτελή και εύκολα στην καθημερινή οδήγηση.
«Η Veyron ήταν ένα λαμπρό αυτοκίνητο. Η Chiron όμως δεν παύει να με εκπλήσσει. Είναι τόσο δυνατή και άνετη συγχρόνως, διαθέτει φανταστικά φρένα και αντιδρά με τόσο ομαλό τρόπο. Κάθε φορά που κλείνω την πόρτα, σκέφτομαι ότι κάνω την τέλεια δουλειά. Κάθομαι στα καλύτερα τετράτροχα του κόσμου» αναφέρει χαμογελώντας.
Πηγή:Zougla.gr

Η Mercedes-AMG GT3 κατακτά την πίστα του Bathurst! (βίντεο)
Στο Bathurst της Αυστραλίας, εκεί όπου κάθε Φεβρουάριο διεξάγεται ο 12ωρος αγώνας αντοχής Buthurst 1000, η Mercedes αποφάσισε να στείλει φέτος όχι μόνο αγωνιστικά, αλλά και την AMG GT3. Το μοντέλο πίστας οδηγήθηκε από τον Jules Gounon, ο οποίος έσπασε ρεκόρ!
Η αγωνιστική διαδρομή Mount Panorama έχει μήκος 6,213 χιλιόμετρα και είναι τόσο στενή, όσο και επικίνδυνη. Μερικοί μάλιστα τη συγκρίνουν με το Nordchleife Nurburgring!
Η αγωνιστική διαδρομή άνοιξε το 1938 και έγινε διάσημη για τις υψηλές της απαιτήσεις, τους τεχνικούς τομείς, αλλά και για την περίφραξη από την οποία περιβάλλεται.
Παρότι είναι μία πίστα που ενέχει πολλούς κινδύνους και αυτό αποδεικνύεται κάθε χρόνο στον εγχώριο αγώνα των 1.000 χιλιομέτρων, η Mercedes-AMG ήθελε να τιμήσει τα 130 χρόνια ιστορίας της στο motorsport μέσω αυτής. Για αυτό, στην Αυστραλία και το Bathurst κατέφτασε μία πολύ βελτιωμένη έκδοση της GT3.

Η πιο απελευθερωμένη και συνάμα αεροδυναμικά «τουμπανιασμένη» GT3 αποδείχθηκε ο νέος «Βασιλιάς του Βουνού»! Ο Gounon σημείωσε 1:56.605 με 192 χλμ./ώρα μέση ωριαία, συντρίβοντας έτσι το 1:58.679 μίας Brabham BT62. Για να έχετε μία τάξη μεγέθους, ο φετινός poleman του εγχώριου αγώνα σημείωσε 2:01.981 με μία BMW M4 GT3.
Τι το τόσο ιδιαίτερο όμως έχει αυτή η Mercedes-AMG GT3 και κατέρριψε τους χρόνους τόσων άλλων GT; Τα «ασημί βέλη» φρόντισαν αρχικά η σχεδίασή της να είναι παρόμοια με τα αντίστοιχα αγωνιστικά που τρέχουν στην Mount Panorama, αλλά η κυρίως αναβάθμιση αφορούσε στον κινητήρα.
Χωρίς τους περιοριστές ροής αέρα του εργοστασιακού μοντέλου, ο V8 των 6,2 λίτρων απέδωσε 650 ίππους, περίπου 100 ίππους παραπάνω.

Επίσης, το αγωνιστικό τμήμα της Mercedes πρόσθεσε φρένα από ανθρακονήματα για μέγιστη απόδοση πέδησης. Έτσι και αλλιώς, μιλάμε για μία πίστα όπου το απότομα φρενάρισμα είναι συχνό.
Εξωτερικά, η Mercedes άλλαξε ορισμένες λεπτομέρειες στο χαμηλό μέρος του εμπρός προφυλακτήρα, στα μαρσπιέ και στον διαχύτη για μέγιστη αεροδυναμική απόδοση. Το μυστικό για να κερδίσει μερικά έξτρα δέκατα μάλιστα ήταν στους καθρέφτες οι οποίοι λειτούργησαν σαν αεροδυναμικά «πτερύγια»!
Προς εγκυκλοπαιδική σας γνώση, το ρεκόρ πίστας το κατέχει η MP4-23, το μονοθέσιο της McLaren στη Formula 1 το 2011, με οδηγό τον Τζένσον Μπάτον (1:48.88).
