Ίσως το μεγαλύτερο "middle finger" που έδωσε μια μικρή εταιρεία με πολλούς να λένε ότι δεν ήταν φτιαγμένη για την νίκη. Με μία μηχανή την οποία πολλοί κοροίδεψαν και τρείς αμφιλεγόμενους οδηγούς εκ των οποίων ο ένας να θεωρείτε ανίκανος να τρέξει σε αγώνες αυτοκινήτου λόγο προηγούμενου τραυματισμού.
Ήταν μια διπλή, όσο και αναπάντεχη επιτυχία. Ήταν το πρώτο Ιαπωνικό αυτοκίνητο, αλλά και το πρώτο με περιστροφικό κινητήρα που κατακτούσε τον εικοσιτετράωρο αγώνα του Le Mans. Είναι το σύμβολο του πνεύματος της ιαπωνικής μάρκας “never stop challenging”!
Για τους φίλους του Ιαπωνικού αυτοκινήτου υπάρχουν στιγμές οι οποίες θυμίζουν δραματικές ταινίες οι οποίες στο τέλος δικαιώνουν τον πρωταγωνιστή ο οποίος εξαρχής ήταν ο outsider της ιστορίας. Εκείνος που δεν υπολόγιζε κανείς.
Στις 23 Ιουνίου του 1991 το αυτοκίνητο με τον αριθμό 55 περνούσε πρώτο τη γραμμή τερματισμού στον αγώνα του Le Mans. Μετά από 24 ώρες, ο Johnny Herbert που ήταν στο τιμόνι ήταν εξουθενωμένος. Η νίκη δεν ήταν εύκολη, έχοντας να παλέψει με τις γρηγορότερες Sauber-Mercedes, αλλά τελικά ήταν ο ρυθμός και η αξιοπιστία που του έδωσαν τη νίκη. Η ιστορία είχε γραφτεί!
Le Mans: The worlds most prestigious endurance race!
Η νέα 787Β έκανε την εμφάνισή της στον αγώνα των 1000 χλμ. της Suzuka και στη πίστα του Fuji ανέβηκε μέχρι την έκτη θέση. Τελικά η ομάδα ήταν πλέον έτοιμη και για το 1991 προγραμματίστηκε να λάβουν μέρος στον αγώνα του Le Mans δύο αυτοκίνητα.
Το αυτοκίνητο με αριθμό 55 θα είχε για οδηγούς τους Volker Weidler, Johnny Herbert και Bertrand Gachot. Το άλλο με αριθμό 18 θα είχε στο τιμόνι τους Kennedy, Sala και Stefan Johansson.
Στα δοκιμαστικά η 787Β αποδείχτηκε πέντε ολόκληρα δευτερόλεπτα ταχύτερη και ο Weidler έφερε το αυτοκίνητο στη δωδέκατη θέση της εκκίνησης με τον Kennedy δέκατο έκτο.

Όμως το φαβορί του αγώνα ήταν η ομάδα της Sauber-Mercedes και στην Mazda ήλπιζαν ότι θα έβρεχε, ώστε ο κινητήρας των Γερμανών να χάσει το πλεονέκτημα της χαμηλότερης κατανάλωσης που είχε.
Μετά από δύο ώρες στον αγώνα η πρώτη 787Β ήταν στη δέκατη θέση, αλλά όταν ξημέρωσε τα βρήκε στη δεύτερη και πέμπτη θέση. Στις 12:53 η πρώτη Mercedes του Alain Ferte που είχε δύο γύρους «μαξιλάρι» μπήκε στα pits με σπασμένη βάση μεταλλάκτη και αυτό έδωσε την ευκαιρία στο αυτοκίνητο με αριθμό 55 να περάσει εμπρός με τον Herbert στο τιμόνι. Η Mercedes βγήκε από τα pits, αλλά δεν κατάφερε να τον κυνηγήσει, αφού εγκατέλειψε στον επόμενο γύρο. Ο Herbert για να μην διακινδυνέψει σε μια αλλαγή οδηγού δεν προχώρησε στην προγραμματισμένη αντικατάσταση οδηγώντας μέχρι τέλους. Ήταν μια εντυπωσιακή και ιστορική νίκη. (Το άλλο αυτοκίνητο τερμάτισε στην έκτη θέση.)
Μέχρι το 2018 όπου η Toyota έκάνε την πρώτη της νίκη (Toyota TS050 Hybrid) η Mazda 787Β ήταν το μόνο ιαπωνικό αυτοκίνητο που έχει κερδίσει τον εικοσιτετράωρο αγώνα του Le Mans και όπως δείχνουν τα πράγματα θα περάσει στην ιστορία σαν η μόνη νίκη του περιστροφικού κινητήρα, αφού το 1992 απαγορεύτηκε η χρήση του στους αγώνες αντοχής!
Ένα εποικοδομητικό βίντεο από το κανάλι Ideal
Απόλαυσε ακόμη μερικά βίντεο του θρυλικού 787Β

CarWOW: Bugatti Chiron SS vs Koenigsegg Jesko Attack (βίντεο)
Σε αυτόν τον αγώνα επιτάχυνσης που διοργάνωσε το γνωστό κανάλι στο Youtube, Carwow, ο Mat Watson φέρνει αντιμέτωπη την Bugatti Chiron Super Sport με την Koenigsegg Jesko Attack για να δει ποιο υπεραυτοκίνητο είναι το κυρίαρχο στο 400άρι.
Η Bugatti Chiron Super Sport εξοπλίζεται με έναν τετραπλά υπερτροφοδοτούμενο κινητήρα W16, 8 λίτρων, ο οποίος αποδίδει 1.600 ίππους και 1.600 Nm ροπής. Η ισχύς αποστέλλεται και στους τέσσερις τροχούς μέσω ενός αυτόματου κιβωτίου διπλού συμπλέκτη 7 σχέσεων, επιτρέποντας τεράστια πρόσφυση. Ωστόσο, ζυγίζει 1.995 κιλά.
Σε αντίθεση, το Koenigsegg Jesko Attack διαθέτει έναν V8, 5 λίτρων twin-turbo, ο οποίος αποδίδει 1.280 ίππους και 1.000 Nm ροπής σε αυτή την έκδοση (αν και μπορεί να φτάσει τους 1.600 ίππους όταν λειτουργεί με καύσιμο E85, το οποίο το συγκεκριμένο μοντέλο δεν χρησιμοποιεί). Σε αντίθεση με την Chiron, το Jesko είναι πισωκίνητο, σε συνδυασμό με ένα προηγμένο αυτόματο κιβώτιο πολλαπλού συμπλέκτη 9 σχέσεων. Είναι επίσης σημαντικά ελαφρύτερο, ζυγίζοντας μόλις 1.420 κιλά, καθιστώντας το ένα πιο ευέλικτο σύνολο.
Μία από τις πιο ακριβές και αμφίρροπες μάχες που έχουμε δει ποτέ.
