Στην ιστορία των αγώνων του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Ράλι ή WRC όπως λέγεται πλέον ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο είναι το αγωνιστικά του επονομαζόμενου Group Β, τα οποία έκαναν την εμφάνισή τους στα μέσα της δεκαετίας του ΄80 και ήταν με διαφορά τα πιο δυνατά, γρήγορα και επικίνδυνα που έχουν μετάσχει ποτέ σε αγώνες ράλι.

Έτσι λοιπόν το 1985 είχε βρει όλους του πρωταγωνιστές να εξελίσσουν καινούργια αγωνιστικά. Η Audi το κοντό και θηριώδες Quattro, η Peugeot to 205 T16 με τον κινητήρα στο κέντρο και η Lancia την S4, που επίσης ακολουθούσε την ίδια διάταξη, η οποία προτιμούνταν λόγω της ευελιξίας που εξασφάλιζε και ας είχε ως επακόλουθο την απότομη εκδήλωση της υπερστροφής.

Έτσι, λοιπόν, ήταν λογικό και αναμενόμενο τον ίδιο δρόμο να ακολουθήσει και η Toyota, που πήρε ως βάση το μόνο μοντέλο που είχε τότε στη γκάμα της με τον κινητήρα στο κέντρο. Το MR2 της πρώτης γενιάς, στο οποίο τοποθέτησαν έναν τετρακύλινδρο turbo 2.000 κυβικών που έφτανε τους 600 ίππους και τα 640 Nm. Αν στην εξίσωση μπει και το βάρος των μόλις 750 κιλών, καταλήγει κανείς ότι το MR2 222D, όπως ήταν η επίσημη ονομασία του θα ήταν και πολύ γρήγορο αλλά και πολύ δύσκολο για τον οδηγό του.

Και λέμε θα ήταν γιατί ποτέ δεν δοκιμάστηκε σε συνθήκες αγώνα, μιας και στο τέλος της σεζόν του 1986 και μετά τον τραγικό θάνατο των Toivonen, Crespo με τη Lancia S4 η FIA απαγόρευσε τόσο τα αγωνιστικά του Group B όσο και αυτά του Group S που προγραμματίζονταν για το μέλλον.

Τα δύο πρωτότυπα του αγωνιστικού MR2 που είχαν ήδη κατασκευαστεί, ένα μαύρο και ένα άσπρο, παρέμειναν στην Toyota για να θυμίζουν την προσπάθεια της εταιρείας για το Group B.
Δείτε το να τρέχει στο Goodwood Festival του 2015
Πηγή: CNN.gr

Δείτε δύο αυτοκινούμενες Toyota Supra να κάνουν drift, με στόχο να σώσουν ζωές (βίντεο)
Το Ερευνητικό Ινστιτούτο της Toyota και το Stanford Engineering εργάζονται για να κάνουν την οδήγηση ασφαλέστερη, δοκιμάζοντας νέα συστήματα αποφυγής συγκρούσεων που θα μπορούσαν να περιέχουν τις ικανότητες ενός επαγγελματία drifter σε μελλοντικά αυτοκίνητα, ώστε να βοηθούν τους οδηγούς να ανακάμπτουν από ολισθήσεις και γλιστρήματα.

Τα αυτοκίνητα δεν είχαν τον ίδιο προγραμματισμό, αλλά κάθε Supra διέθετε υπολογιστές και τους αισθητήρες για τον έλεγχο του τιμονιού, του γκαζιού και των φρένων. Η TRI προγραμμάτισε το επικεφαλής αυτοκίνητο να εκτελέσει ένα ντριφτ κατά μήκος μιας επιθυμητής διαδρομής, ενώ το Stanford προγραμμάτισε το αυτοκίνητο καταδίωξης να προσαρμόζεται δυναμικά στο επικεφαλής αυτοκίνητο και να ντριφτάρει δίπλα του χωρίς να συγκρουστεί, και τελικά δούλεψε.
«Αυτή η νέα τεχνολογία μπορεί να ενεργοποιηθεί εγκαίρως για να προστατεύσει έναν οδηγό και να διαχειριστεί μια απώλεια ελέγχου, όπως ακριβώς θα έκανε ένας έμπειρος οδηγός», δήλωσε ο Avinash Balachandran, αντιπρόεδρος του τμήματος Human Interactive Driving της TRI.
Οι περισσότεροι οδηγοί δεν διαθέτουν τις δεξιότητες για να ανακτήσουν με ασφάλεια ένα αυτοκίνητο που γλιστράει ή ολισθαίνει. Συχνά έχουν μόνο ένα κλάσμα του δευτερολέπτου για να αντιδράσουν σωστά, και η ύπαρξη ενός αυτόνομου συστήματος ικανού να ελέγχει ένα όχημα, καθώς ο οδηγός χάνει τον έλεγχο, θα μπορούσε να βοηθήσει στη διάσωση ζωών. Οι ερευνητές χρησιμοποιούν ήδη αυτά που μαθαίνουν από το έργο για να δημιουργήσουν νέους τρόπους ελέγχου των αυτοκινήτων στον πάγο.
Τα σύγχρονα αυτοκίνητα είναι ασφαλέστερα από ποτέ, και η τεχνολογία είναι ένας σημαντικός λόγος για τον οποίο. Τα σημερινά οχήματα έχουν αυτογνωσία και αντιδρούν στον κόσμο γύρω τους, ικανά να επεμβαίνουν πριν ο οδηγός αντιληφθεί μια επικείμενη σύγκρουση. Αλλά απέχουν πολύ από το να είναι τέλεια. Τα αυτοκίνητα drift της Toyota και του Stanford βοηθούν να καλυφθούν αυτά τα κενά, αλλά απέχουμε ακόμη χρόνια από έναν κόσμο γεμάτο αυτόνομα οχήματα.
