Η Mazda CX-30, η νέα γενιά crossover της Ιαπωνικής μάρκας πήρε τον τίτλο «Novità dell'Anno» δηλαδή «Καινοτομία της Χρονιάς» για το 2020. Με το 14,4% των προτιμήσεων, το Mazda CX-30 επιλέχθηκε από τους αναγνώστες του περιοδικού Quattroruote που εξέφρασαν την άποψή τους μέσω του site quattroruote.it που επίσης ανήκει στον εξειδικευμένο Ιταλικό Όμιλο.

Αυτή είναι και η πρώτη φορά που η Mazda κερδίζει αυτό το βραβείο, όντας και η πρώτη ιαπωνική μάρκα που λαμβάνει αυτή την τιμή. Το βραβείο αυτό αποτελεί μέρος ενός πολύ σημαντικού έτους για τη Mazda, η οποία φέτος γιορτάζει τα 100 της χρόνια από την ίδρυση της. Θα πρέπει να αναφέρουμε ότι το 2018, η Mazda κέρδισε το βραβείο «Q Global Tech» για τον επαναστατικό κινητήρα SKYACTIV-X.

Το βραβείο παρουσιάστηκε από τη Laura Confalonieri, Αντιπρόεδρο του Quattroruote, μαζί με την Alessia Ventura, το γνωστό πρόσωπο του τηλεοπτικού προγράμματος DriveUp. «Είναι μεγάλη χαρά και τιμή μας που λαμβάνουμε ένα τόσο σημαντικό βραβείο για το αυτοκίνητο μας στην Ιταλία», δήλωσε εκπρόσωπος της εταιρείας, και συνέχισε: «Μια σημαντική αναγνώριση της πορείας που κάνει η Mazda και της οποίας το CX-30 είναι η πιο πρόσφατη μαρτυρία: μια συνεκτική εξέλιξη στο σχεδιασμό και την τεχνολογία που προσφέρει στους πελάτες μας μια εκλεπτυσμένη επιλογή. Θα ήθελα να μοιραστώ αυτό το βραβείο με ολόκληρη την ομάδα της Mazda στην Ιταλία, συναδέλφους, αντιπροσώπους και εξουσιοδοτημένους επισκευαστές που εργάζονται με εξαιρετικό πάθος, μέχρι τη Χιροσίμα, όπου δημιουργήθηκε το αυτοκίνητο». Τα βραβεία αυτά του Quattroruote διεξάγονται από τον Ιανουάριο του 2000, με σκοπό να αναθέσουν στους αναγνώστες του την ευθύνη να αναγνωρίσει τη σημαντικότερη καινοτομία μεταξύ των αυτοκινήτων που παρουσιάστηκαν τους προηγούμενους δώδεκα μήνες. Μια επιλογή υπαγορευόμενη από την επιθυμία να ανταμείψει ένα μοντέλο που εκτιμήθηκε από μια μεγάλη λαϊκή κριτική επιτροπή, αναθέτοντας στο εκδοτικό προσωπικό το μόνο καθήκον της προεπιλογής των υποψηφίων, με αποκλεισμό των supercars και των exclusive αυτοκινήτων.

Made in Japan: Πως η Ιαπωνία έχτισε το μύθο της αξιοπιστίας;
Πολλές ιστορίες έχουν να αφηγηθούν πολλοί Κύπριοι και εκατομμύρια αγοραστές σε όλο τον κόσμο. Ιστορίες που δημιούργησαν μέσα στις δεκαετίες που πέρασαν τη φήμη ότι τα ιαπωνικά αυτοκίνητα «δεν σπάνε, δεν χαλάνε» όσο σκληρά και αν τους φερθείς και όσα χρόνια και αν περάσουν.
Αυτή η φήμη όμως δεν χτίστηκε με διαφημιστικά σλόγκαν. Είναι το απόσταγμα μιας ιδιαίτερης πολιτισμικής θεώρησης της παραγωγής, μιας ηθικής που ριζώνει βαθιά στην ιαπωνική κοινωνία, και μιας μεταπολεμικής βιομηχανικής ιστορίας που αν μη τι άλλο είχε επίγνωση των αδυναμιών της και τις μετέτρεψε σε πλεονεκτήματα.
Η αναδρομή στο παρελθόν, σε πρόσωπα και καταστάσεις, είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητη για να κατανοήσουμε την τεράστια επιτυχία των Ιαπώνων στα θέματα της αξιοπιστίας.

Το 1945, η Ιαπωνία είναι μια χώρα κατεστραμμένη, τόσο φυσικά όσο και ψυχολογικά. Οι υποδομές της κατεστραμμένες, οι άνθρωποι της απογοητευμένοι, η βιομηχανία της σχεδόν ανύπαρκτη. Και όμως, από αυτά τα ερείπια γεννήθηκε το μεταπολεμικό «ιαπωνικό θαύμα», στο οποίο η αυτοκινητοβιομηχανία έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο.
Οι πρώτοι Ιάπωνες μηχανικοί, γνωρίζοντας ότι δεν μπορούσαν να συναγωνιστούν τους Αμερικανούς και Ευρωπαίους σε ισχύ, κύρος ή design, επικεντρώθηκαν στο να κατασκευάζουν αυτοκίνητα που απλώς λειτουργούσαν. Ήταν ελαφριά, οικονομικά, και -κυρίως- φτιαγμένα με εμμονή στη λεπτομέρεια. Ο στόχος δεν ήταν η καινοτομία για την καινοτομία, αλλά η συνεχής βελτίωση: η περίφημη φιλοσοφία kaizen.
Το kaizen, ή αλλιώς “συνεχής βελτίωση”, δεν ήταν απλώς μια μέθοδος παραγωγής. Ήταν μια πολιτισμική στάση: κάθε εργαζόμενος, από το εργοστάσιο μέχρι τη διοίκηση, είχε ευθύνη να εντοπίζει και να διορθώνει προβλήματα.
Η ποιότητα δεν ήταν αρμοδιότητα ενός τμήματος. Ήταν κάτι πολύ περισσότερο: ένα συλλογικό καθήκον. Έτσι δημιουργήθηκαν διαδικασίες όπως το Just-In-Time της Toyota, και το Total Quality Management που υιοθέτησαν σταδιακά όλες οι γιαπωνέζικες εταιρείες.
Πίσω από τα μεγάλα ονόματα των σημερινών βιομηχανικών γιγάντων βρίσκονταν προσωπικότητες που επηρέασαν καθοριστικά όχι μόνο την πορεία των εταιρειών τους, αλλά και την ίδια την κουλτούρα της ιαπωνικής βιομηχανίας.

Ο Kiichiro Toyoda, ιδρυτής της Toyota, δεν έβλεπε την αυτοκινητοβιομηχανία σαν απλή επιχείρηση. Επηρεασμένος από τις αρχές του πατέρα του, Sakichi Toyoda, οραματιζόταν μια εταιρεία που θα υπηρετεί την κοινωνία μέσω της παραγωγής αξιόπιστων προϊόντων.
Η Toyota ενσωμάτωσε στο DNA της την “monozukuri”, την τέχνη της κατασκευής με τεχνική αρτιότητα αλλά και ψυχική αφοσίωση. Δεν είναι τυχαίο ότι το εργοστάσιο της Toyota θεωρείται σήμερα από τα πιο -ας μας επιτραπεί ο νεολογισμός- “πνευματικά” εργοστάσια στον κόσμο.
Ο Soichiro Honda, από την άλλη, ήταν ένας χαρισματικός τεχνίτης και πεισματάρης εφευρέτης, που έβλεπε τα μηχανήματα ως προέκταση της ανθρώπινης εφευρετικότητας.
Η εταιρεία του, Honda Motor Co., καθιερώθηκε ως ένας κατασκευαστής κινητήρων με πρωτοφανή αντοχή και αποδοτικότητα. Ο ίδιος έλεγε: «Δεν με νοιάζει να κάνω τα καλύτερα αυτοκίνητα στον κόσμο. Με νοιάζει να κάνω τα καλύτερα μηχανικά συστήματα που δεν χαλάνε ποτέ».
Πάνω στις ιδέες και τις πρακτικές τέτοιων ανθρώπων, άρχισε να φτιάχνεται ο μύθος της γιαπωνέζικης αξιοπιστίας. Και σιγά-σιγά ήρθαν τα πρώτα μοντέλα, που έμελλε να γράψουν ιστορία και να κατακτήσουν τον κόσμο.

Η Toyota Corolla, με παραγωγή που ξεπερνά τα 50 εκατομμύρια μονάδες, είναι ο ορισμός του αξιόπιστου οικογενειακού αυτοκινήτου. Εμφανίστηκε το 1966 και γρήγορα έγινε συνώνυμο της ποιότητας χωρίς φανφάρες. Χιλιάδες Corolla των δεκαετιών ’80 και ’90 εξακολουθούν να κυκλοφορούν ακόμα και σήμερα, με ελάχιστα προβλήματα.
Το Honda Civic, από το 1972, απέδειξε πως ένα μικρό hatchback μπορεί να είναι πιο ανθεκτικό από μοντέλα διπλάσια σε τιμή. Με τον επαναστατικό CVCC κινητήρα και ελαφρύ αμάξωμα, έγινε το αγαπημένο αυτοκίνητο όχι μόνο των καθημερινών οδηγών αλλά και των μηχανικών που έψαχναν μια πλατφόρμα χωρίς “παιδικές ασθένειες”.
Το Mazda MX-5, αν και roadster, είναι ίσως το πιο αξιόπιστο σπορ αυτοκίνητο στην ιστορία. Με απλό σχεδιασμό, λογικές ιπποδυνάμεις, και έναν κινητήρα που λειτουργεί σαν ελβετικό ρολόι, το Miata αποδεικνύει ότι η αξιοπιστία δεν είναι προνόμιο μόνο των οικογενειακών sedan ή των μεγάλων 4×4 που κατακτούν κάθε γωνιά του πλανήτη.
Ακόμα και η μικρή σε μέγεθος Subaru, με την κορυφαία «συμμετρική» τετρακίνησή της και τους boxer κινητήρες, έχει χτίσει φήμη για αυτοκίνητα που λειτουργούν κάτω από οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες. Και παραμένουν σαν να έχουν μόλις βγει από την έκθεση, ακόμα και αν το οδόμετρο έχει καταγράψει εξαψήφια νούμερα χιλιομέτρων.

Τα δεδομένα επιβεβαιώνουν αυτό που η εμπειρία έχει ήδη καταδείξει. Στην πιο πρόσφατη έκθεση του Consumer Reports για το 2024, στην κορυφή της λίστας αξιοπιστίας βρέθηκαν οι Lexus, Toyota, Honda, Subaru και Mazda, όλες ιαπωνικές.
Η Lexus, θυγατρική της Toyota, κρατά τα σκήπτρα της αξιοπιστίας εδώ και πάνω από δύο δεκαετίες. Η εξήγηση είναι απλή: παίρνει το ήδη δοκιμασμένο μηχανικό υπόβαθρο της Toyota και προσθέτει πολυτέλεια, χωρίς να θυσιάζει την απλότητα.
Η Toyota, ως μητρική εταιρεία, συνεχίζει να επενδύει στην αξιοπιστία αντί να κυνηγάει συνεχώς τεχνολογικές μόδες. Οι υβριδικές της προτάσεις έχουν αποδειχθεί πιο αξιόπιστες ακόμα και από συμβατικά συστήματα.
Η Honda, παρότι έχει πειραματιστεί περισσότερο με τολμηρά σχέδια και μηχανικές λύσεις, εξακολουθεί να διατηρεί σταθερά υψηλή βαθμολογία στην αξιοπιστία, κυρίως χάρη στην απλότητα και ποιότητα κατασκευής των κινητήρων της.

Το Consumer Reports, όπως και άλλα ανεξάρτητα όργανα (π.χ. J.D. Power, TÜV Report στη Γερμανία), επιβεβαιώνουν κάθε χρόνο αυτό που οι Ιάπωνες κατασκευαστές χτίζουν δεκαετίες τώρα: τη φήμη του αυτοκινήτου που απλώς δεν χαλάει.
Αυτό που διακρίνει τις ιαπωνικές αυτοκινητοβιομηχανίες δεν είναι απλώς η τεχνική αρτιότητα. Είναι η ηθική της ευθύνης.
Σε αντίθεση με πολλά δυτικά μοντέλα διαχείρισης που βασίζονται στην εκμετάλλευση πόρων και την αύξηση του μεριδίου αγοράς με κάθε κόστος, οι Ιάπωνες δίνουν προτεραιότητα στη φήμη, στη μακροχρόνια εμπιστοσύνη και στη συνέχεια.
Αυτό δεν είναι ρομαντισμός. Είναι μια πολύ ιαπωνική εκδοχή του καπιταλισμού, βασισμένη στην ιδέα ότι η εταιρεία δεν είναι απλώς εργοδότης αλλά κοινωνικός οργανισμός.
Όταν μια ιαπωνική εταιρεία παραδέχεται ότι έκανε λάθος (όπως η Toyota στην ανάκληση των Prius το 2010), το κάνει με αναστοχασμό, αυτοκριτική, και προσπάθεια για διόρθωση. Η ζημιά μπορεί να είναι βραχυπρόθεσμη, αλλά η εμπιστοσύνη μακροχρόνια.
Καθώς η αυτοκινητοβιομηχανία περνά στη φάση της ηλεκτροκίνησης και της ψηφιοποίησης, αυτό που ονομάζουμε «αξιοπιστία» αλλάζει πρόσωπο. Δεν αφορά πλέον μόνο τους κινητήρες και τα φρένα, αλλά και το λογισμικό, τους αισθητήρες, την τεχνητή νοημοσύνη. Η Ιαπωνία εδώ δείχνει μεγαλύτερη επιφυλακτικότητα. Και προχωρά αργά, αλλά με σταθερότητα.
Η Toyota δεν ήταν η πρώτη που έτρεξε στο παιχνίδι των ηλεκτρικών, αλλά προσφέρει ήδη ηλεκτρικά μοντέλα με επίκεντρο την αξιοπιστία.

Η Mazda υιοθετεί ήπιες μεταβάσεις και κάνει μετρημένες κινήσεις, και η Subaru και η Suzuki συνεργάζονται συνεργάζεται με την Toyota για τις ηλεκτρικές τους προτάσεις, προκειμένου να διατηρήσουν τον πυρήνα της αξιοπιστίας.
Η Honda από την άλλη επιμένει να κάνει τα πράγματα με τον δικό της τρόπο, επιμένοντας και αυτή πρώτα στην σωστή λειτουργία με αντοχή στον χρόνο και μετά στους ψεύτικους εντυπωσιασμούς.
Το ζητούμενο πλέον δεν είναι απλώς να λειτουργεί το αυτοκίνητο, αλλά να μην σε «προδώσει» ποτέ, είτε στην ερημιά είτε στον κυβερνοχώρο. Και οι Ιάπωνες δείχνουν να κατανοούν την ηθική διάσταση αυτής της πρόκλησης καλύτερα από πολλούς.
Γι’ αυτό ήταν -και όπως φαίνεται θα παραμείνουν- η πρώτη επιλογή για μεγάλο μέρος των αγοραστών του πλανήτη που βλέπουν το αυτοκίνητο όχι σαν μία ακόμα αναλώσιμη οικιακή συσκευή, αλλά ένα προϊόν με έντονο συναισθηματικό υπόβαθρο που συνδέεται με τη ζωή και τις ανάγκες των ανθρώπων για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Πηγή: Newsauto.gr
