Μια συνεργασία που ενθουσιάζει και αναμένεται να εκτοξεύσει το ενδιαφέρον του κοινού για το νεοσύστατο πρωτάθλημα Extreme E, ανακοίνωσε η Team Χ44.
H συγκεκριμένη ομάδα ανήκει στον Lewis Hamilton. Ο πρωταθλητής της Formula 1 είναι ο ιδιοκτήτης και χρηματοδότης. Ο ίδιος δεν θα είναι οδηγός, αλλά επικεφαλής. Το πρωταγωνιστικό ρόλο θα έχει ο σπουδαίος Sebastien Loeb.

O Βρετανός συμφώνησε σε όλα με τον 46χρονο Αλσατό οδηγό του WRC και του Dakar, με τη συνεργασία των δύο πρωταθλητών να γίνεται θέμα σε όλο τον κόσμο.
Το Extreme E είναι μια διοργάνωση που αφορά ειδικά τροποποιημένα ηλεκτροκίνητα SUV. Οι αγώνες θα πραγματοποιούνται σε απομακρυσμένες περιοχές ανά την υφήλιο και η σεζόν θα ξεκινήσει στις 20-21 Μαρτίου με το Desert X Prix στην Al Ula της Σαουδικής Αραβίας.

Ο Loeb θα είναι ο οδηγός του ηλεκτρικού SUV της ομάδας του Hamilton, έχοντας ως συνοδηγό την Cristina Gutierrez, μια γυναίκα με μακρά εμπειρία στους αγώνες αντοχής και ειδικά στο Dakar.
Εδώ, αξίζει να σημειώσουμε ότι, σύμφωνα με τους κανονισμούς του πρωταθλήματος Extreme E, κάθε ομάδα πρέπει να αποτελείται από έναν άνδρα και μια γυναίκα. Όσο για τα οχήματα, θα είναι ενιαίων προδιαγραφών.
Ο Seb οδήγησε πρόσφατα το ηλεκτρικό SUV και δήλωσε εντυπωσιασμένος από τις δυνατότητές του, όπως και η Cristina. Αμφότεροι, στηρίζουν τον Hamilton στην προσπάθεια που κάνει για την ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με την κλιματική αλλαγή.

Από την πλευρά του, ο πάμπλουτος σταρ της F1 καλωσόρισε με ενθουσιασμό τους οδηγούς στην ομάδα του, κάνοντας λόγο για δύο απίστευτα ικανούς ανθρώπους, με τους οποίους ανυπομονεί να συνεργαστεί.
πηγή: Zougla.gr

Mercedes CLA: Η αποτίμηση της περιβαλλοντικής απόδοσης
Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Ambition 2039, η Mercedes επιδιώκει να προσφέρει έναν στόλο οχημάτων με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα μέχρι το 2039, συνδράμοντας στην προστασία του περιβάλλοντος. Παράλληλα, μέσα στην επόμενη δεκαετία, η εταιρεία στοχεύει στη μείωση των εκπομπών CO2 ανά όχημα στο νέο στόλο έως και κατά 50%, καλύπτοντας όλα τα στάδια της αλυσίδας αξίας και ολόκληρο τον κύκλο ζωής του προϊόντος.
Η Mercedes, βέβαια, δεν αρκείται μόνο σε γενικές δεσμεύσεις περί βιωσιμότητας, καθώς για τη νέα CLA όρισε για πρώτη φορά ποσοτικούς στόχους για τη μείωση των εκπομπών CO₂ στην εφοδιαστική αλυσίδα για υλικά παραγωγής. Όπως αναφέρει η γερμανική μάρκα, η έμφαση δίνεται σε υλικά και εξαρτήματα που παρουσιάζουν υψηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, όπως ο χάλυβας, το αλουμίνιο, ορισμένα πλαστικά και οι κυψέλες μπαταριών. Για τη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος των υλικών της, η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία σύναψε ειδικές συμφωνίες με τους προμηθευτές, με αποτέλεσμα οι εκπομπές CO2 για την παραγωγή της CLA 250+ να μπορούν να μειωθούν κατά περίπου 17% σε σύγκριση με τις συμβατικές μεθόδους παραγωγής.

Ειδικότερα, στη νέα CLA, επιστρατεύονται διάφορες τεχνικές που μειώνουν το αποτύπωμα άνθρακα κατά περίπου 30% ανά κυψέλη μπαταρίας, σε σύγκριση με τη συμβατική παραγωγή. Εκτός από τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές κατά την παραγωγή των κυψελών, ανανεώσιμη ενέργεια χρησιμοποιείται επίσης για την παραγωγή των υλικών καθόδου, ανόδου και περιβλήματος της κυψέλης. Επίσης, περίπου το 40% του αλουμινίου που χρησιμοποιείται στη CLA παράγεται σε εργοστάσια ηλεκτρόλυσης τα οποία χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Επιπλέον, κατά την ανάπτυξη του μοντέλου δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στη χρήση όσο το δυνατόν περισσότερων δευτερογενών υλικών. Στην CLA 250+, το βάρος των δευτερογενών υλικών που χρησιμοποιούνται στα θερμοπλαστικά αυξήθηκε στα 42 κιλά, ενώ περίπου το 50% αυτών προέρχεται από καταναλωτικά απόβλητα (post-consumer sources).
Στον κύκλο ζωής ενός ηλεκτρικού οχήματος, καθοριστικό ρόλο στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα διαδραματίζει και η φόρτιση με ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Επομένως, μέσω της πλατφόρμας MB.Charge Public, η Mercedes προσφέρει στους πελάτες της τη δυνατότητα να φορτίζουν τα οχήματά τους με «πράσινη» ενέργεια. Αν στο σημείο φόρτισης δεν υπάρχουν αποθέματα «πράσινης» ενέργειας, τότε ενεργοποιείται το σύστημα “Green Charging”, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούνται πιστοποιητικά ανανεώσιμης ενέργειας, που εξασφαλίζουν ότι μια ισοδύναμη ποσότητα πράσινης ενέργειας (από πιστοποιημένες πηγές) διοχετεύεται στο δίκτυο ηλεκτροδότησης.
