Οι φανατικοί petrolheads απορρίπτουν με βδελυγμία τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, ισχυριζόμενοι ότι προσφέρουν μια ευνουχισμένη αίσθηση οδήγησης και ότι τους λείπουν παντελώς τα σπορ γονίδια. Στην πορεία, βέβαια, κατέρρευσαν όλα αυτά τα επιχειρήματα, αφού τα ηλεκτροκίνητα μοντέλα νέας γενιάς επιταχύνουν ακαριαία και η έλλειψη μηχανικών θορύβων μεταβάλλεται σταδιακά σε λατρεία, αντικαθιστώντας το αρχικό σύνδρομο στέρησης.
Τώρα, μάλιστα, άρχισαν να ξεφυτρώνουν και ηλεκτροκίνητα hypercars που κατασκευάζονται συνήθως από εξειδικευμένες εταιρείες σε περιορισμένο αριθμό και είναι η νέα τάση μεταξύ των πλούσιων και επώνυμων φίλων του αυτοκινήτου, καθώς, χάρη στους μηδενικούς τους ρύπους, τους εξασφαλίζουν ένα πράσινο άλλοθι. Τέτοια μοντέλα συνθέτουν τη «χρυσή» πολυεθνική πεντάδα των ακριβότερων ηλεκτρικών υπεραυτοκινήτων του 2021, της οποίας τα μέλη κατάγονται από την Ιαπωνία, την Ιταλία, τη Μεγάλη Βρετανία, την Κροατία και τις ΗΠΑ. Ας δούμε τη σχετική κατάταξη:

Aspark Owl
Το ακριβότερο ηλεκτρικό μοντέλο του 2021 προέρχεται από την Ιαπωνία και κοστίζει γύρω στα 3.000.000 ευρώ. Το Aspark Owl αποδίδει 2.012 ίππους, προσφέρει έως 450 χιλιόμετρα αυτονομία, πιάνει τα 400 χλμ./ώρα τελική ταχύτητα και επιταχύνει από στάση έως 100 χλμ./ώρα σε περίπου 1,7’’, ενώ η συνολική παραγωγή του περιορίζεται σε πενήντα μονάδες.

Pininfarina Battista
To αεροδυναμικό ιταλικό μοντέλο κοστολογείται ανάλογα με την έκδοση μεταξύ 1.750.000 και 2.600.000 ευρώ, ενώ σχεδιάστηκε από τον Luca Borgogno και στην εξέλιξή του συνέβαλε η κροατική Rimac Automobili. Συνολικά, από το ηλεκτροκίνητο σπορ αυτοκίνητο των 1.900 ίππων θα παραχθούν μόνο εκατόν πενήντα τεμάχια, με καθηλωτική επιτάχυνση 1,9 δευτερολέπτων για τα 0-100 χλμ./ώρα και 400 χλμ./ώρα ανώτατη ταχύτητα. Εντυπωσιακή είναι και η αυτονομία, που φτάνει στα επίπεδα των 500 χιλιομέτρων.

Lotus Evija
Από σαράντα κύματα έχει περάσει τα τελευταία χρόνια η Lotus, η οποία θα επιχειρήσει την επανεκκίνηση με την ηλεκτροκίνητη Evija. Η βρετανική μάρκα θα κατασκευάσει εκατόν τριάντα τέτοια μοντέλα, των οποίων η τιμή θα κυμαίνεται στα 2.300.000 εκατ. ευρώ το καθένα και θα αποζημιώνουν με τις εκρηκτικές επιδόσεις 2.000 ίππων (0-100 χλμ./ώρα σε λιγότερο από 3’’, τελική 320 χλμ./ώρα και περίπου 400 χιλιόμετρα αυτονομία).

Rimac Concept Two
Ο Κροάτης κατασκευαστής Rimac καταλαμβάνει την τέταρτη θέση του Top 5 μας με το μοντέλο Concept Two των 1.700.000 ευρώ. Και εδώ έχουμε μια θηριώδη απόδοση 1.915 ίππων με ανάλογες επιδόσεις (επιτάχυνση 0-100 χλμ./ώρα κάτω από 2’’, 412 χλμ./ώρα ανώτατη ταχύτητα). Η αυτονομία του Rimac Concept Two ανέρχεται σε 446 χιλιόμετρα, ενώ να πούμε ότι προσεχώς οι Κροάτες θα αποκτήσουν το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών της αριστοκρατικής μάρκας Bugatti από τον όμιλο Volkswagen.

Genovation GXE
Μέχρι και… φθηνό μπορεί να χαρακτηριστεί το πέμπτο μοντέλο της παρουσίασής μας, καθώς κοστίζει περίπου 700.000 ευρώ, δηλαδή αρκετά λιγότερο από το ψυχολογικό όριο του ενός εκατομμυρίου. Ουσιαστικά, πρόκειται για μια μετατροπή της κλασικής Corvette C7 σε ηλεκτροκίνητο όχημα με 811 ίππους, χάρη στους οποίους πιάνει τα 270 χλμ./ώρα τελική και επιταχύνει από στάση έως 100 χλμ./ώρα σε λιγότερο από 3’’. Η Genovation GXE προσφέρει σχετικά περιορισμένη αυτονομία 270 χιλιομέτρων και η παραγωγή της έχει οριστεί στις εβδομήντα πέντε μονάδες.
Πηγή: Lifo.gr

Mercedes C-Class: 25 χρόνια από την εμβληματική σειρά 203
Ξεχωριστή θέση στην ιστορία της Mercedes κατέχει η C-Class 203, αποτελώντας ένα από τα δημοφιλέστερα μοντέλα που έχουν κυκλοφορήσιε με το σήμα της. Η δεύτερη γενιά της C-Class παρουσιάστηκε πριν από 25 χρόνια στο Sindelfingen, ενσωματώνοντας προηγμένα συστήματα και μια πληθώρα τεχνολογιών που ήταν προνόμιο της υπερπολυτελούς S-Class. Μετά την 190 (W 201) και την πρώτη C-Class (σειρά 202), η 203 αναθεωρήθηκε πλήρως σε στιλιστικό και τεχνολογικό επίπεδο, ενώ μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2006 είχαν ήδη πωληθεί περίπου 2 εκατ. οχήματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ποτέ ξανά η μάρκα δεν είχε φτάσει τόσο γρήγορα σε αυτό το ορόσημο με μια μόνο σειρά ενός μοντέλου.

Σχεδιαστικά, η C-Class 203 κληρονόμησε στοιχεία από την S-Class 220 του 1998, κάτι που είναι εμφανές τόσο στο μπροστινό μέρος όσο και στη σμιλεμένη «ουρά» με τα χαρακτηριστικά τριγωνικά πίσω φώτα, ενώ διαφοροποιούνταν από τις προκατόχους της χάρη στο μακρύτερο μεταξόνιο, τους εμφανώς πιο κοντούς προβόλους και το πιο κεκλιμένο παρμπρίζ. Έμφαση δόθηκε και στην αεροδυναμική, με τον συντελεστή οπισθέλκουσας (cw) να περιορίζεται σε 0,26, εξασφαλίζοντας πολύ χαμηλά επίπεδα θορύβου στο εσωτερικό.
Από την S-Class προήλθαν, επίσης, και πολλές λειτουργίες, όπως το σύστημα ελέγχου και προβολής COMAND, ένα «ψηφιακό κέντρο ελέγχου» που αναπτύχθηκε πολύ καιρό πριν την εδραίωση των οθονών αφής, αλλά και το σύστημα LINGUATRONIC που εκτελούσε φωνητικές εντολές.

Πέρα από την έκδοση σεντάν, η σειρά διατέθηκε και σε δύο ακόμη παραλλαγές: τη σπορ κουπέ (CL 203) που παρουσιάστηκε στο τέλος του 2000 και τη estate (S 203) το 2001. Τα επίπεδα εξοπλισμού ήταν τα Classic, Elegance και Αvantgarde, ενώ οι κινητήρες ήταν τετρακύλινδροι και πεντακύλινδροι σε σειρά, καθώς και V6, με την κορυφαία έκδοση C 32 AMG να αποδίδει έως και 354 PS (με V6 μοτέρ και supercharger). Μετά την ανανέωση του μοντέλου το 2004, κορυφαία έκδοση ήταν η C 55 AMG με κινητήρα V8 και 367 ίππους, ενώ το σύστημα τετρακίνησης 4Matic ήταν προαιρετικά διαθέσιμο από το φθινόπωρο του 2002.

Οι μηχανικοί προίκισαν τη 203 με υψηλή ευελιξία, ενσωματώνοντας ανάρτηση με τριπλούς συνδέσμους εμπρός και πολλαπλούς συνδέσμους στον πίσω άξονα, θέτοντας νέα πρότυπα στον τομέα της δυναμικής οδήγησης. Παρ’ όλα αυτά, ο σπορ προσανατολισμός δεν υποβάθμιζε την υψηλή ποιότητα κύλισης που χαρακτηρίζει όλα τα μοντέλα της μάρκας.
Η Mercedes C-Class 203 θα πρωταγωνιστήσει στη συνάντηση κλασικών αυτοκινήτων “Classics & Coffee” που θα διεξαχθεί στο μουσείο της γερμανικής μάρκας στη Στουτγάρδη την Κυριακή 18 Μαΐου 2025.
