Στο πλαίσιο των εορτασμών για τη συμπλήρωση μισού αιώνα από τη δημιουργία της Countach, η Lamborghini λανσάρει μια σειρά τεσσάρων επετειακών επεισοδίων. Σε αυτά πρωταγωνιστούν οι άνθρωποι που συνέβαλαν τα μέγιστα στην εξέλιξη του εμβληματικού μοντέλου, οι οποίοι μας καλούν να γίνουμε συνοδοιπόροι τους σε ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον ταξίδι στο παρελθόν.
Στο πρώτο επεισόδιο μεγάλος πρωταγωνιστής είναι ο Marcello Gandini, ο άνθρωπος που εμπνεύστηκε τη φουτουριστική σχεδίαση της Countach, αξιοποιώντας τη σχεδιαστική ελευθερία που απολάμβαναν τη δεκαετία του ‘70 οι designers, απουσία κανονιστικών και νομικών περιορισμών.
Όλα άρχισαν το καλοκαίρι του 1970 όταν ο Ferrucio Lamborghini χάραξε τις κατευθύνσεις για τη δημιουργία ενός επαναστατικού μοντέλου που θα αποτελούσε τον άξιο διάδοχο ενός θρύλου, της Miura. Το νέο δημιούργημα έπρεπε να είναι γρηγορότερο, τεχνολογικά ανώτερο, και το κυριότερο να αναδειχθεί σε σύμβολο της τότε εποχής.
Οι απαιτήσεις του ιδρυτής της μάρκας δεν τρόμαξαν τον Marcello Gandini. Αντιθέτως, λειτούργησαν ως η θρυαλλίδα να ξεδιπλώσει το πλούσιο ταλέντο του. Εγκατέλειψε το καμπυλοειδές σχήμα που κυριαρχούσε στα αυτοκίνητα του ’60, στρεφόμενος σε μια ένα πιο επιθετικό σχεδιαστικό μοτίβο με κοφτερές γραμμές, πλατύ αποτύπωμα και μικρή απόσταση από το έδαφος.
Αναμφίβολα, το πιο ριζοσπαστικό σχεδιαστικό στοιχείο ήταν οι scissor πόρτες. Το πρώτο όχημα που μας σύστησε με την εν λόγω αρχιτεκτονική ήταν η Alfa Romeo Carabo το 1968, αλλά η παρθενική παρουσία σε αυτοκίνητο παραγωγής αφορούσε την Countach 500. Έκτοτε, οι πόρτες που ανοίγουν προς τα πάνω είναι το σήμα κατατεθέν της Sant‘Agata Bolognese.
Ο Gandini αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τις scissor πόρτες όχι μόνο για να ικανοποιήσει μια τεχνική απαίτηση που προκύπτει από το ύψος του πλευρικού τμήματος του πλαισίου, αλλά και για να «κερδίσει» μερικά εκατοστά σε πλάτος, διευκολύνοντας την επιβίβαση στο όχημα. Η έκδοση παραγωγής του θρυλικού μοντέλου συστήθηκε με τον αυτοκινητικό κόσμο το 1971 στις Εκθέσεις του Αυτοκινήτου του Παρισιού και του Τορίνο.
Όσο περνούσαν τα χρόνια και παρουσιάζονταν νέες εκδόσεις, το στιλ της Countach συμμορφωνόταν με τις επιταγές της εποχής. Το βασικό σχήμα, ωστόσο, έμεινε αναλλοίωτο, με την Countach να εξελίσσεται σε ένα από τα πιο ποθητά supercars στην ιστορία της αυτοκίνησης.
Πηγή: Newsauto.gr
Δείτε τους Koenigsegg, Hennessey και Rimac να οδηγούν ο ένας τα αυτοκίνητα του άλλου (βίντεο)
Οι Koenigsegg, Rimac και Hennessey είναι μεγάλα ονόματα στον χώρο των hypercar. Οι εταιρείες κατασκευάζουν αυτοκίνητα που ξεπερνούν τα όρια της μηχανικής και της φυσικής και δεν βλέπουμε συχνά τους διευθύνοντες συμβούλους τους πίσω από το τιμόνι των ανταγωνιστών τους. Για πρώτη φορά όμως το Top Gear συγκέντρωσε τα τρία αφεντικά και τρία από τα αυτοκίνητά τους στο Sonoma Raceway για να δει τι σκέφτεται ο καθένας για τα αυτοκίνητα του άλλου.
Τα τρία οχήματα -Hennessy Venom F5 Revolution, Rimac Nevera και Koenigsegg Jesko Attack- έχουν κορυφές επιδόσεων, με το πιο αδύναμο να αποδίδει 1.600 ίππους, περίπου 200 λιγότερους από τα άλλα δύο.
Ο John Hennessey κάθισε για πρώτη φορά πίσω από το τιμόνι του Jesko Attack και φάνηκε πολύ εντυπωσιασμένος, σχολιάζοντας το πόσο γρήγορα ανταποκρίνεται ο κινητήρας και λέγοντας ότι είναι αρκετά «τρομακτικό» με τον έλεγχο πρόσφυσης ρυθμισμένο. Λέει επίσης ότι είναι πολύ ακατέργαστο αλλά και εκλεπτυσμένο, δίνοντάς του μια διπλή προσωπικότητα.
Στη συνέχεια, ο Mate Rimac κάθισε πίσω από το τιμόνι του δημιουργήματος της Hennessey και δεν δίστασε να το ωθήσει στα όριά του, εκμεταλλευόμενος τον ισχυρότερο κινητήρα εσωτερικής καύσης από οποιοδήποτε σημερινό αυτοκίνητο παραγωγής. Μάλιστα δήλωσε ότι είναι σαν να έχεις βάλει έναν «κινητήρα τέρας σε ένα καρτ».
Ο Christian von Koenigsegg είχε επίσης την ευκαιρία να δοκιμάσει το Rimac Nevera και το Hennessey Venom F5. Φαίνεται εντυπωσιασμένος και από τα δύο, ιδιαίτερα από το αμιγώς ηλεκτρικό Nevera και από το πόσο γρήγορα ένιωσε σαν στο σπίτι του πίσω από το τιμόνι.
Από τους τρεις, ο Mate πίεσε περισσότερο, ιδιαίτερα όταν βρισκόταν πίσω από το τιμόνι του Jesko Attack.